Αμαλία Κ. Ηλιάδη: συγκεντρωτική εργογραφία


24grammata.com / βιβλιοπαρουσίαση

Email: ailiadi [at] sch.gr

Web: http://users.tri.sch.gr/ailiadi/

Blog: http://blogs.sch.gr/ailiadi/

Τα έργα της κας. Αμαλίας Ηλιάδη που έχουν εκδοθεί είναι τα:

Νεότερες απόψεις για την εσωτερική ιστορία του Βυζαντίου κατά τον 7ο αιώνα. Αυτοέκδοση, Τρίκαλα 2006

Στη μελέτη αυτή η ιστορικός Αμαλία Κ. Ηλιάδη αποδύεται σε μια προσπάθεια προσέγγισης του 7ου βυζαντινού αιώνα απ’ την άποψη της εσωτερικής ιστορίας του Βυζαντίου και εξετάζονται οι αντίστοιχοι τομείς της: κοινωνία, οικονομία, στρατιωτική οργάνωση, πνευματική ανάπτυξη κ.λ.π. Αρχικά γίνεται ανασκόπηση των παλαιοτέρων απόψεων για τον 7ο αιώνα.

Στη συνέχεια παρουσιάζονται οι νεότερες απόψεις για την εσωτερική ιστορία του Βυζαντίου. Το βάρος αυτής της παρουσίασης δίνεται κυρίως στα δημοσιεύματα της Αγγλικής και Γαλλικής Σχολής, που εμφανίστηκαν κατά την τελευταία εικοσιπενταετία, καθώς βέβαια και στις νεότερες απόψεις των Ελλήνων Βυζαντινολόγων.

Οι Βίοι των Αγίων της Βυζαντινής περιόδου ως ιστορικές πηγές. Σημειώσεις και παρατηρήσεις για τα βυζαντινά αγιολογικά κείμενα της Μέσης περιόδου: 7ος – 10ος αιώνας Αυτοέκδοση, Τρίκαλα 2006

Η σπουδαιότητα της αγιολογίας ως επιστήμης είναι πολύπλευρη, γιατί πέρα απ’ τη μελέτη του γραμματειακού είδους των βίων των αγίων, οι άγιοι συνδέθηκαν με τα ποικίλα, κοινωνικά, πνευματικά και θρησκευτικά προβλήματα του καιρού τους, γι’ αυτό και η σχετική γραμματεία προσφέρει ανεξάντλητο πλούτο ιστορικών πληροφοριών για τον δημόσιο και τον ιδιωτικό βίο της εποχής τους. Προϋπόθεση της εσωτερικής δόμησης και σύνθεσης της μελέτης μου αυτής αποτελούν τα παρακάτω κριτήρια κατηγοριοποίησης των αγίων, τα οποία διατρέχουν το βασικό κορμό της και διαπλέκουν τα εσωτερικά της «νήματα»: 1. Κατηγοριοποίηση αγίων, ανάλογα με την κοινωνική τους θέση, ηλικία, φύλο, καταγωγή, εποχή, τρόπο άσκησης (αυστηρή-λιγότερο αυστηρή και άλλα κριτήρια, όπως κοινοβίτες, κελλίτες, απομονωμένοι ασκητές κ.τ.λ.). 2. Κατηγοριοποίηση αγίων, ανάλογα με την εμβέλεια της επίδρασής τους στην τοπική-περιορισμένη κοινωνία ή την αγιοποίησή τους εκ των άνω, απ’ τα ανώτερα στρώματα της πρωτεύουσας (αυλικοί, αξιωματούχοι, αυτοκράτορες, κ.τ.λ.). 3. Κατηγοριοποίηση αγίων, ανάλογα με την εύρεση στο κείμενο (πρωτότυπο) του βίου τους κοινών αγιολογικών τόπων (συχνότητα και ποσότητα αγιολογικών τόπων που συναντώνται σε κάθε εποχή). 4. Θεματικά κέντρα βίων (ποιότητα και είδος ιστορικών πληροφοριών για αγροτική ζωή, κοινωνία, οικονομία, εμπόριο, αρχαιότητα, στάσεις, αντιλήψεις, νοοτροπίες). 5. Γυναίκα και αγιότητα (κοινά με τους άνδρες αγίους). 6. Άγιοι και εξουσία. 7. Άγιοι και καθεστηκυία εκκλησία (επίσκοποι, ιερείς, μητροπολίτες, κ.τ.λ.). 8. Φαινόμενα κοινωνικής «παθογένειας» και κοινωνικών προβλημάτων στους βίους (φτώχεια, ανέχεια, ζητιανιά). 9. Ακραία αγιότητα: Σαλοί, δενδρίτες, κιονίτες, «παράξενοι» αναχωρητές και στάση της εκκλησία απέναντί τους. 10. Συναγωνισμός εκκλησίας και αγίων για τον «προσεταιρισμό» του λαού-ποιμνίου.

Σημειώσεις και παρατηρήσεις στην ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τον 11ο ως τον 15ο αιώνα. Τα αγιολογικά κείμενα της περιόδου. Συμβολή στη μελέτη των βίων των Αγίων ως ιστορικών πηγών. Αυτοέκδοση, Τρίκαλα 2006

Η σπουδαιότητα της αγιολογίας ως επιστήμης είναι πολύπλευρη, γιατί πέρα απ’ τη μελέτη του γραμματειακού είδους των βίων των αγίων, οι άγιοι συνδέθηκαν με τα ποικίλα, κοινωνικά, πνευματικά και θρησκευτικά προβλήματα του καιρού τους, γι’ αυτό και η σχετική γραμματεία προσφέρει ανεξάντλητο πλούτο ιστορικών πληροφοριών για τον δημόσιο και τον ιδιωτικό βίο της εποχής τους. Οι Βίοι των Αγίων ως ιστορικές πηγές, μας αποκαλύπτουν έναν εξαιρετικά μεγάλο πλούτο παντοειδών πληροφοριών ως προς τα ιστορικά γεγονότα (πολιτικά, στρατιωτικά, κοινωνικά), ως προς τις αντιλήψεις, στάσεις, αξίες της κοινωνίας της υπό μελέτην περιόδου (Υστεροβυζαντινής), ως προς την κουλτούρα (πνευματική καλλιέργεια) των συγγραφέων τους και του αναγνωστικού τους κοινού και, βέβαια, ως προς την, εν γένει, κοινωνική και οικονομική κατάσταση του βυζαντινού κράτους κατά την ύστερη περίοδο της ζωής του (11ος-15ος αι.).

Πολιτική θεωρία και ιδεολογία των βυζαντινών στην εποχή του Κωνσταντίνου Ζ’, Πορφυρογέννητου. Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις, Τρίκαλα, Αθήνα 2003

Η διερεύνηση της πολιτικής θεωρίας και ιδεολογίας των Βυζαντινών κατέχει μια εξέχουσα θέση στα προβλήματα που κυριαρχούν τα τελευταία χρόνια στις βυζαντινές σπουδές, και όντας πολύπλοκη, απαιτεί από τον ιστορικό δύο ιδιότητες σε πολύ μεγάλο βαθμό: το κριτικό πνεύμα και το χάρισμα της συμπάθειας, που είναι η ικανότητα κατανόησης. Η εργασία αυτή πραγματεύεται την πολιτική θεωρία και ιδεολογία, όπως διαμορφώνεται στην εποχή του Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογέννητου (912-959), σε συνάρτηση και με γενικότερα προβλήματα της βυζαντινής ιστορίας, όπως ο ρόλος του θεσμού της συμβασιλείας στη διαμόρφωση των πολιτικών πραγμάτων μιας εποχής, καθώς και ο ρόλος των καθεστωτικών παραγόντων (συγκλήτου, δήμων, στρατού) στην εκλογή και αναγόρευση του βυζαντινού αυτοκράτορα για την εξεταζόμενη περίοδο.

Το πανεπιστήμιο του Παρισιού (12ος – 15ος αι.). Τα πανεπιστήμια στο μεσαίωνα. Ιστορία, ρόλος στις πνευματικές εξελίξεις, προεκτάσεις. Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις Τρίκαλα, Αθήνα, 2003

Το μεσαιωνικό Πανεπιστήμιο αξίζει ιδιαίτερη μνεία και μελέτη τόσο ως θεσμός, που κατείχε εξέχουσα θέση στη ζωή των λογίων εκείνης της εποχής, αλλά και ως θεσμός που η εσωτερική του ιστορία αντικατοπτρίζει, στην πραγματικότητα, την ιστορία της μεσαιωνικής σκέψης από τα τέλη του 11ου αιώνα και μετά: δηλαδή της εξέλιξης της σχολαστικής φιλοσοφίας και θεολογίας, της αναβίωσης της σπουδής του αστικού δικαίου, της διαμόρφωσης και της ανάπτυξης του κανονικού δικαίου. Τα πανεπιστήμια όλων των χωρών και όλων των εποχών είναι, τελικά, προσαρμογές και παραλλαγές -κάτω από διαφορετικές κάθε φορά συνθήκες- του ίδιου θεσμού: του μεσαιωνικού Πανεπιστημίου, που το γέννησε το μεγάλο πολιτιστικό κύμα του Κυρίως Μεσαίωνα (11ος -13ος αιώνας). Τα στοιχεία αυτής της γενικότερης αλλαγής εντοπίζονται στην ακμή και παρακμή του φεουδαλισμού, στην ανάπτυξη των πόλεων και του εμπορίου, στην εμφάνιση της λαϊκής λογοτεχνίας, στην ανάπτυξη της γοτθικής αρχιτεκτονικής, στην εμφάνιση του φαινομένου των Σταυροφοριών και, βέβαια, την εμφάνιση των Πανεπιστημίων.

Ο Κλήρος στον Μακεδονικό Αγώνα. Η συμβολή του στην οργάνωση και στην αντίσταση του Ελληνισμού (1767-1908) Πρότυπες Θεσσαλικές Εκδόσεις Τρίκαλα, Αθήνα 2003

Κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα ο Κλήρος σύσσωμος -ανώτερος και κατώτερος, επώνυμος και ανώνυμος- αντιστάθηκε σθεναρά στην βουλγαρική απειλή, πρωτοστατώντας στην ενδυνάμωση και οργάνωση του Ελληνισμού της Μακεδονίας. Ο επιστήμονας ιστορικός, αλλά και κάθε ιστορικά σκεπτόμενος άνθρωπος, αντικρύζει με θαυμασμό και σεβασμό τη συμβολή του Κλήρου στο εθνικό επίτευγμα αυτού του αγώνα. Στην παρούσα μελέτη -αν και η διαπραγμάτευση κάθε ιστορικού θέματος παρουσιάζει δυσκολίες εκλαΐκευσης- επιχειρείται μια εκλαϊκευμένη προσέγγιση μέσα στα πλαίσια, όμως, της επιστημονικής -ιστορικής αντιμετωπίσεως του θέματος κι αυτό σημαίνει ότι η συμβολή του Κλήρου στον Μακεδονικό Αγώνα εντάσσεται στα ιστορικά της συμφραζόμενα με τρόπο σαφή και συστηματικό. Δεν λείπει, όμως, η ζωντανή και άμεση αφήγηση καταστάσεων και δράσης που φέρνει τα γεγονότα πιο κοντά στον αναγνώστη και τα καθιστά περισσότερο οικεία.

Τα “θαύματα” του Αγίου Δημητρίου ως ιστορικές πηγές. Επιδρομές και Σλαβικές εποικίσεις εντεύθεν του Δουνάβεως Τρίκαλα, 2003

Στη Μελέτη αυτή γίνεται λόγος για τις πρώτες επαφές του ελληνισμού με τους Σλάβους, για την εγκατάσταση των τελευταίων στη Βόρεια Βαλκανική, αρχικά, και στη συνέχεια στην Ελληνική Χερσόνησο, για την ακτινοβολία του ελληνικού στοιχείου και τις μεθόδους εισαγωγής επήλυδων στο στρατιωτικό, διοικητικό, πολιτικό και πολιτιστικό πλαίσιο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Επίσης γίνεται εκτενής αναφορά στα “Θαύματα” του Αγίου Δημητρίου, κειμένου που αναφέρεται στις επιδρομές και την εγκατάσταση των Σλαβικών φύλων στην περιφέρεια Θεσσαλονίκης και στην ευρύτερη περιοχή Μακεδονίας- Θράκης. Σε κανένα άλλο ντοκουμέντο του Χριστιανικού Μεσαίωνα, εκτός απ’ τα “Θαύματα” ή “Miraculs” δεν υπάρχει τόσο σθεναρή η πεποίθηση των πολιτών ότι η πόλη τους προστατεύεται απ’ την υπερφυσική προστασία του θείου πάτρωνά της. Είναι πεπεισμένοι απολύτως -όπως φαίνεται και μαρτυρείται στα “Θαύματα”- ότι ο Άγιος Δημήτριος έσωσε τη Θεσσαλονίκη από επιδημίες, πείνα, εμφύλιο πόλεμο, και πάνω απ’ όλα, απ’ τις βαρβαρικές επιδρομές.

Εγκατάσταση και παρουσία Σλάβων στη Βυζαντινή Μικρά Ασία απ’ τον 7ο ως τον 10ο αιώνα. Τρίκαλα, 2003

Η εργασία αυτή αποτελεί μια προσπάθεια προσέγγισης του θέματος: “Εγκατάσταση και παρουσία Σλάβων στη Βυζαντινή Μικρά Ασία”. Απ’ την άποψη της θεματικής του ανήκει τόσο στην Εσωτερική Βυζαντινή Ιστορία όσο και στην Ιστορία των Σλάβων εντός των ορίων της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Η Βυζαντινή αυτοκρατορία, πολυεθνική εξαρχής, όπως η ρωμαϊκή απ’ την οποία προέκυψε, σενέχισε την πολιτική της Ρώμης απέναντι στους ξένους λαούς: αντιμετώπιζε με όπλα εκείνους που έρχονταν ως επιδρομείς με σκοπό τη λαφυραγωγία και ως κατακτητές. Αντίθετα όμως, όχι μόνο ανεχόταν, αλλά και ευνοούσε την εγκατάσταση ξένων εθνοτήτων και εποίκων στα εδάφη της, διενεργώντας πολλές φορές η ίδια τέτοιους εποικισμούς, όταν έκρινε ότι το μέτρο αυτό ήατν ωφέλιμο, από διάφορες απόψεις, γι’ αυτήν.

Εικονομαχία και αντιμοναχική στροφή (Κωνσταντίνος Ε’). Τρίκαλα, 2003

Το δυσεξιχνίαστο κίνημα της εικονομαχίας που κλόνισε συθέμελα τη Βυζαντινή αυτοκρατορία περισσότερο από έναν αιώνα (726-843), για μερικούς ιστορικούς -μελετητές όπως ο Δ. Ζακυνθηνός, απείλησε με ολοκληρωτική αλλοίωση τον ευρωπαϊκό χαρακτήρα της. Σ’ αυτή την εργασία, που βασίζεται σ’ ένα απόσπασμα απ’ το Breviarium του Νικηφόρου και κατόπιν επεκτείνεται στην αντιμοναχική στροφή της Εικονομαχίας κατά την εποχή του Κωνσταντίνου Ε’, θ’ αποδυθούμε σε μια αμφίβολη προσπάθεια για την ανάλυση αυτού του προβλήματος. Και μετά από μια, όσο το δυνατόν σφαιρική και πολύπλευρη ανάλυση, θα προσπαθήσουμε να διατυπώσουμε ορισμένες θέσεις πάνω σ’ αυτό το πραγματικά δύσκολο πρόβλημα της Βυζαντινής ιστορίας. Θέσεις που θα προσπαθήσω να βασίζονται στις πηγές και να εναρμονίζονται με το ιστορικό πλαίσιο της εποχής.

Το σχολείο εργασίας: Φιλοσοφία, στόχοι και επιδράσεις. Τρίκαλα 2003

Το σχολείο εργασίας στάθηκε ένα απ’ τα ισχυρότερα παιδαγωγικά ρεύματα του αιώνα μας, το οποίο κατέκλυσε την οικουμένη και το οποίο με μερικές αναθεωρήσεις και παραλλαγές ισχύει ακόμα και σήμερα. Ξεκίνησε με στόχο ν’ απαλύνει τη μεθοδική ακαμψία της Παιδαγωγικής του Herbart μέσω της πρόσκτησης γνώσεων απ’ το ίδιο το παιδί. Στο στόχο του αυτό, το σχολείο μετασχηματίζεται σε εργαστήριο και σε τόπο σωματικής και πνευματικής δραστηριοποίησης των μαθητών. Ονομάζεται εκτός από σχολείο εργασίας, σχολείο ζωής, αυτενέργειας, βιωματικό σχολείο. Η μελέτη αυτή είναι μια προσπάθεια σκιαγράφησης της φιλοσοφίας, των στόχων και των επιδράσεων που άσκησε και συνεχίζει να ασκεί το σχολείο εργασίας. Με γνώμονα τις τρεις αυτές παραμέτρους του θέματος, και ανατρέχοντας σε έγκυρες πληροφορίες παιδαγωγικών έργων που είτε πραγματεύονται αποκλειστικά το θέμα είτε το συμπεριλαμβάνουν μέσα σ’ ένα γενικότερο πλαίσιο, ελέγχεται πως η Παιδαγωγική του Σχολείου εργασίας από θεωρητική σύλληψη με ανεπαρκή παιδαγωγική έρευνα κατέληξε να επαληθευτεί κατά μεγάλο μέρος απ’ την Πειραματική Παιδαγωγική. Δηλαδή, δίνεται με ενάργεια η γραμμή της πορείας που κατέληξε στην καθιέρωση των βασικών αρχών του σχολείου εργασίας στη σχολική πράξη.

Comments are closed.