Κριτική παρουσίαση “Θεόφιλου της Τάκλα Μακάν”, Γ. Πετρέλλη, εκδ. 24γράμματα από τον Δημ Σταθακόπουλο

Στις 22.5.2017, ήμουν εκ των παρουσιαστών του νέου βιβλίου του εξαιρετικού συγγραφέα Γιώργου Πετρέλλη, με τίτλο: ” O θεόφιλος της Τάκλα Μακάν“, των εκδόσεων 24grammata του φίλου μου Γ.Δαμιανού, στον πανέμoρφο και φιλόξενο χώρο BΟΟΚS PLUS Art & Coffee.

Ο συγγραφέας προσδιορίζει και εντάσσει το πόνημά του, στο λογοτεχνικό κίνημα του μαγικού ρεαλισμού, που κυρίως άνθισε στα μέσα του εικοστού αιώνα, ως η υφολογική ανησυχία/ ενδιαφέρον, της ανάδειξης του μη πραγματικού /αλλόκοτου σαν κάτι καθημερινό και κοινό. Το είδος αυτό, μάλλον θέλει να εκφράσει τα συναισθήματα παρά να τα προκαλέσει , ενώ πάνω απ’ όλα, είναι μία στάση απέναντι στην πραγματικότητα.

Τον όρο πρωτοχρησιμοποίησε ο κριτικός τέχνης Franz Roh, για να περιγράψει έναν πίνακα που απεικόνιζε μία πραγματικότητα αλλοιωμένη, φτάνοντας στην ισπανική γλώσσα το 1925 με την μετάφραση του βιβλίου Realismo mágico (Revista de Occidente, 1925), ενώ επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τα υπερρεαλιστικά έργα της Χιλιανής συγγραφέως Maria Luisa Bombal.  Αργότερα το 1947, εισήχθη στην ισπανομερικανική λογοτεχνία από τον Arturo Úslar Pietri στο δοκίμιό του El cuento venezolano.

Περαιτέρω, ο μαγικός ρεαλισμός αναπτύχθηκε πολύ έντονα κατά τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, όντας το αποτέλεσμα της αντίθεσης μεταξύ δύο τάσεων που συνυπήρχαν εκείνη την εποχή στη Λατινική Αμερική, της κουλτούρας της τεχνολογίας και της κουλτούρας της δεισιδαιμονίας.

Βασικοί εκφραστές του, θεωρούνται, ο Gabriel García Márquez, ο Miguel Ángel Asturias, ο  Álvaro Cunqueiro, ο Julio Cortázar, ο Juan Rulfo με το μυθιστόρημά του Pedro Páramo, η Laura Esquivel με το μυθιστόρημά της Como agua para chocolate, ο ξεχωριστός Pablo Neruda και άλλοι..

Στον μαγικό ρεαλισμό , τα μαγικά/φανταστικά/διαισθητικά στοιχεία,  οι χαρακτήρες τα αντιλαμβάνονται ως μέρος της πραγματικότητας., που (συνήθως) δεν εξηγούνται ποτέ. Επίσης, φαίνεται η παρουσία του αισθητηριακού ως τρόπου στην αντίληψη της πραγματικότητας. Όσον αφορά το περιβάλλον, τα περισσότερα στοιχεία τοποθετούνται στα σκληρά επίπεδα φτώχιας και κοινωνικής περιθωριοποίησης, μέρη στα οποία η μαγική, μυθική αντίληψη είναι παρούσα. Τα γεγονότα είναι πραγματικά ή αληθοφανή,  αλλά συνάμα έχουν μια συνυποδήλωση φανταστική, καθώς κάποια δεν επεξηγούνται, ή είναι πολύ απίθανο να συμβούν. Τέλος γίνεται αναφορά στο νεωτερισμό των εξωπραγματικών χαρακτήρων που πάντα δρουν χωρίς να δράσουν, δηλαδή το πολυδιάστατο των χαρακτήρων αντικατοπτρίζεται σε κάθε λέξη του μυθιστορήματος.

Η συνείδηση των χαρακτήρων ενός έργου μαγικού ρεαλισμού,  λειτουργεί σε τρία ενεργά επίπεδα, α) το συνειδητό (έχουν επίγνωση των όσων κάνουν), β) το ασυνείδητο (δεν έχουν συναίσθηση των πράξεών τους) και γ) το υποσυνείδητο (τα δεδομένα βρίσκονται εκεί αλλά δεν φτάνουν στο σημείο να γίνουν συνειδητά).

Ως εν αφορά τη χρονολογική σειρά, τα γεγονότα ακολουθούν τη λογική πορεία του χρόνου. Όμως, το παρόν μπλέκεται με το παρελθόν (επιστροφές) και το μέλλον (εξελίξεις). Ενίοτε ο χρόνος σταματά, σαν να μην εξελίσσεται, ενώ αντιθέτως οι σκέψεις των χαρακτήρων ρέουν. Συχνά υπάρχει και το φαινόμενο του αντεστραμμένου χρόνου, ως αντίφαση.

Επηρεασμένος από τον Asturias που είχε πεί: «Ο ρεαλισμός μου είναι μαγικός γιατί αποκαλύπτει κάτι ονειρικό, όπως τον αντιλαμβάνονται οι υπερρεαλιστές. Όπως τον αντιλαμβάνονται επίσης οι Μάγια στα ιερά τους κείμενα. Διαβάζοντας αυτά, καταλαβαίνω πως υπάρχει μια πραγματικότητα χειροπιαστή στην οποία μπολιάζεται μια άλλη πραγματικότητα, αποκύημα της φαντασίας, που τυλίγεται από τόσες λεπτομέρειες ώστε να φτάνει να γίνεται τόσο πραγματική όσο και η άλλη. Όλο το έργο μου ξεδιπλώνεται ανάμεσα σε αυτές τις δύο πραγματικότητες», στην παρουσίαση του Θεόφιλου της Τάκλα Μακάν , είπα πως μου θυμίζει τις εμπειρίες με τους σαμάνους που περιγράφει ο Carlos César Salvador Arana Castañeda, παρότι αυτός δεν εντάσσεται στους συγγραφείς του μαγικού ρεαλισμού, περισσότερο όμως τόνισα πως το εν λόγω έργο του Γ. Πετρέλλη , μου θύμισε Italo Calvino και ειδικότερα τα έργα του Il visconte dimezzato,  Il barone rampante ,  Il cavaliere inesistente  και  Le citta invisibili.

Συνειδητά ή ασυνείδητα, ο Γ.Πετρέλλης κινείται άνετα στο πεδίο του μαγικού ρεαλισμού, αλλά και πέρα από αυτόν, δίνοντας στίγμα μυημένου μύστη στην ιστορία και τις «μυστικές» παραδόσεις των τόπων και των χαρακτήρων που περιγράφει, υπαρκτών ή υπερβατικών, μέσα από μια αγαπητική, χωρίς σεξισμό της κλειδαρότρυπας ,  ενώ η μουσικότητα της γραφής/λόγου του, μας συνδέει με το διαχρονικό ελληνικό ιαμβικό μέτρο, λες και το έργο δεν διαβάζεται απλά , αλλά σχεδόν απαγγέλλεται μελωδικά.

Το τελευταίο αυτό στοιχείο μ’ έκανε να παίξω στο Πολίτικο λαούτο/ Lavta, στο τέλος της παρουσίασης, 2-3 παραδοσιακά τραγούδια/μελωδίες της καθ’ημάς και απώτερης ανατολής, που το ίδιο το έργο του Γ.Πετρέλλη τα έλκυσε !

Σίγουρα ο Θεόφιλος της Τάκλα Μακάν, έχει να δώσει  – και δίνει – στίγμα στο είδος, σε μια «αλά γκρέκα» οπτική του μαγικού ρεαλισμού, που διαβάζεται ευχάριστα, ταξιδιάρικα , φαντασιακά και με «κάθαρση».

Πειραιάς 23 Μαΐου 2017

Δρ Δημήτρης Σταθακόπουλος