Ο νεκρός κι ο σκύλος

OLYMPUS DIGITAL CAMERA

γράφει ο Μανώλης Δημελλάς

Στις τρεις μπουκιές κατάπινε τη μiα και τις υπόλοιπες τις έφτυνε μασημένες στη χούφτα του, τις έδινε στον άγνωστο μαύρο αρσενικόσκύλο που έτυχε να γνωρίσει λίγες ημέρες νωρίτερα.

Ήταν μέσα σεκείνητημεγάλη παγωνιά, συναντήθηκαν κάτω απόμια γέφυρα κι από τότε οι δυοτους έγιναν αυτοκόλλητοι!
Μαζί βρήκαν μια ξεχαρβαλωμένη αποθήκη και ο άνθρωπος, αφού παραμόνεψελίγηώρα, έσπασε την κλειδαριά, έτσι οι δυο τους τρύπωσαν στο ερείπιο, πουέχασκε από όλες τις γωνιές, όμως κρατούσε τη βροχή και το κρύο λίγο έξω από τους σαφρακιασμένους τσιμεντόλιθους.
Οι δυο τους έμειναν να μετρούν ανάποδα τις ώρες κάθε νύχτας, δεν είχαν τίποτα άλλο να συλλογιστούν, μόνο να ξημερώσει και νατρυγίσουνφρέσκα σκουπίδια, να ξεκοιλιάσουν κάδους και αν σταθούντυχεροί να βγάλουνένα ψευτο-μεροκάματο.
Δε βαριέσαι, μεροδούλι-μεροφάϊ, ύστερα να ξανατρυπώσουν στο τυχερόξενικό κλουβάκιτους. Ο άντρας είχεξεμάθει ακόμη και να μιλάει, η γλώσσα τουδυσκολευόταν να ταιριάξεισύμφωνα αντάμα μεφωνήεντα κιόταν έστρωνεμια λέξητότεφοβόταν,μητηνξεστομίσειλάθος και βάλθηκε να ψελίζειμια-μια τιςσυλλαβέςκι ο σκυλάκοςέμενε απορημένος,γούρλωνε τα μάτια και γύριζετοκεφαλάκιτουμια αριστερά,μια δεξιά, σα να τουλεγε,ματιτσαμπουνάς λατρεμένεμουφίλε;
Πλησίαζε παραμονή πρωτοχρονιάς, εκείνα τα τελευταία βράδιατουχρόνουδεν πέρναγεψυχή από τοστενόδρομάκι, οιδυοτους, σκύλοςκιάνθρωπος, άναψαν μια μικρήφωτιά και στρώθηκαν πάνωσεμια παλιοκουβέρτα.
Δενμάθαιναν ειδήσεις, δεν είχαν νέα από τονέξωκόσμο, μα το σπουδαιότεροήταν ότι δεν υπήρχαν παλιά.Δεν είχαν αναμνήσεις!
Οι δυο τους ζούσαν μόνο για τη στιγμή, εκείνη τη μοναδική στιγμή που κοίταγε ο ένας τονάλλοστα μάτια κιείχαν κερδίσει το πιο σπουδαίο έπαθλο,είχαν δαγκώσει ακόμημια μέρα από τη ζωήτους.
Ο σκύλοςγλύτωνε από την αφιλόξενη και εντελώς άβολη ανθρώπινηκοινωνία, όσογια τονάνθρωπο, μαεκείνοςέμοιαζε να είχε σβησμένοόλοτο παρελθόν, σα να μηνγέμισε ποτέτομνημονικότου.
Από πουξεκινούσε; πωςάραγεείχε βρεθεί πεταμένοςστοδρόμο;
Έναφεγγάριείχε παλέψει να τραβήξει αναμνήσεις μέσα από τα κατακάθια τουμυαλούτου, όμωςόσο πιοζόρικαέστοιβε τα χρόνια εκείνα έμοιαζαν μεξεράσφουγγάρια, έφτυνανμοναχάσκόνηκιέλιωναν πάνωστα μηνίγγια του.
Προσπάθησε, πάλεψε πολύ, όμως δεν κατάφερε να αγγίξειτην εποχή πουήταν παιδί, έφηβος ή να θυμηθείκάτι από τότε πουήταν νέοςάντρας.
Πότε-πότε έπεφταν κομμάτια απόάγνωστα πρόσωπα, χορπήδαγαν στιγμές, απόκάτιξεθωριασμένες, εντελώς αταίριαστες, ιστορίες πουγεννούσαν μόνοφόβο και εκείνος κοιτούσε το κορμίτου, χαμογελούσε αμήχανα στον αέρα και μύριζετο χνώτοτου, έτσιέδιωχνε εκείνα τα κακά φαντάσματα.
Τέτοιες μέρες είναι συνήθεια οι απολογισμοί, οι αμέτρητεςευχές και μια αχόρταγηελπίδα για την καινούριαχρονιά, όμωςγια αυτούςτουςδυο,τις δυο άγνωστες σκιές, ο χρόνος έδειχνε σταματημένος στο άπειρο.
Δεν τα είχαν καταφέρει, δεν μπόρεσαν να σταθούνστις απαιτήσειςτης εποχήςκιεκείνηδενάργησε να τους πετάξειμέσα το πιο βαθύ πηγάδι,ήταν ρετάλια στα ελλατωματικά αζήτητα.
Μέσα στηνσκοτεινή αποθήκηοιδυο αρσενικοίέτρωγαν αμίλητοι από τοίδιο παγωμένο πιάτο,κοιτούσαν προςτησιδερένια πόρτα, άγρια νύχτα, η τελευταία νύχτα του ’16 έτρεχε να φύγει βιαστική και μάλλονντροπιασμένη.
Δίχως μνήμες, συγκινήσεις και δάκρυα,για το παρελθόν πουξεμακραίνει, άνθρωπος και σκύλος απόφαγαν και ρεύτηκαν σίδερα σχεδόν ταυτόχρονα, έπειτα ήπιαν μια γουλιάνερό και ξάπλωσαν πάνωστημάλλινηκουβέρτα, σχεδόν μύριζαν τα χνώτα τους, όταν άρχισαν να βαράνεοι μπουρούδες από τα πλοία πουήταν δεμένα στολιμάνι και πήραν φωτιάδεκάδες βεγγαλικά.
Ήταν τοσημάδι, είχεάλλαξε η χρονιά! Ο άνθρωποςγια μια στιγμή ανησύχησε, είδετοσκύλο να κουλουριάζεται αδιάφορος, αμέσωςηρέμησε, έγειρε ξανάστηνίδια θέση και εκεί, μέσα στον ύπνο, τον πρόδωσε η καρδιάτου και πέθανε.
Ξημέρωσεμια ολοκαίνουργια χρονιά!Μέσα στοσωρό από τα παράλληλα σύμπαντα του2017ένας άγνωστοςείχε σβήσει μακριά από εμμονικέςελπίδες, ο σκύλοςτουσυνέχισε να ψάχνειμόνοςστα σκουπίδια, πάλευε να ξεπεράσειμια ακόμηίδιαμετην προηγούμενημέρα κι αν ήταν λίγοτυχερός, να βρειμια νέα συντροφιά. Όσογια τη βρώμικη αποθήκη, εκείνηκλειδώθηκεμεχοντράλουκέτα, να μηψοφήσεικιάλλοζωντανόμέσα στοάχρηστοκουφάριτης.