“Φόνος στον οίκο του θεού”. Βασίλειος Δ. Μακρυπούλιας

Χωρίς τίτλο

24grammata.com– free ebook

[κατέβασέτο]

Μυθιστόρημα
ISBN: 978-960-93-7931-1
Επίλεκτες Ψηφιακές Εκδόσεις: 24grammata.com
Σειρά: εν καινώ, Αριθμός σειράς: 153
Τόπος και Χρονολογία πρώτης έκδοσης: Μυτιλήνη, 2016
Μέγεθος Αρχείου: 4,6 Mb
Σελίδες: 170
Μορφή αρχείου: pdf
Γραμματοσειρά: Times New Roman
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση δίχως την έγγραφη άδειατου δημιουργού ή του εκδότη

A.
O αστυνόμος Ελληνιάδης σίγουρα δεν μπορούσε να πιστέψει όχι μόνο στα μάτια του αλλά και στις γενικότερες συγκυρίες που ένωναν όλα τα γεγονότα που ακριβώς εκείνες τις στιγμές συνέβαιναν. Μπροστά του είχε ένα άγρια δολοφονημένο άνδρα, ήταν παραμονή Χριστουγέννων, είχε παρατήσει και πάλι την οικογένειά του (χωρισμένος ήταν αλλά τέτοιες ημέρες μαζευόταν με τα παιδιά του και τους δικούς του) χρονιάρες μέρες σύξυλη, αλλά κυρίως το πτώμα βρισκόταν μέσα στην εκκλησία του Αγίου Παχωμίου στην Ηλιούπολη.
« Όχι ρε γαμώτο » μονολογούσε σε άπταιστη αργκό στον εαυτό του, « τέτοια γκαντεμιά μόνο σε μένα θα μπορούσε να συμβεί. Μόλις μία ημέρα μετά τη σύλληψη του μανιακού που σκότωνε μπορδελιάρες, έχουμε τώρα άλλο τρελό που βάλθηκε να σκοτώνει μέσα στις εκκλησίες ».
Η φωνή της όμορφης αστυνομικίνας τον επανέφερε στην σκληρή και αγχωτική πραγματικότητα:
« Ο εφημέριος του ιερού ναού, μόλις ήλθε, μήπως θέλετε να τον δείτε; ».
Ο αστυνόμος την κοίταξε στα διερευνητικά και όμορφα μάτια της. Ήταν ψηλή, λυγερόκορμη, το μαλλί της πλούσιο έπεφτε στις πλάτες της, όσο βέβαια ξεπεταγόταν έξω από το πηλίκιο. Τα μάτια της ήταν καταπράσινα και ο αστυνόμος, σαν γνήσιος άνδρας της εποχής του, σκέφτηκε πόσο τυχερός ήταν αυτός που την ικανοποιούσε.
«Ένα λεπτό σε παρακαλώ» τελικά της απάντησε. «Πρέπει κάτι άλλο να κάνω τώρα».
Πλησίασε το νεκρό και έσκυψε από πάνω του. Το πρώτο που αμέσως κατάλαβε ήταν περίπου η ηλικία του. Δεν θα ήταν παραπάνω από 40 και όχι λιγότερο από τα 35 χρόνια του. Ήταν όμορφος άνδρας, μάλλον γεροδεμένος, σίγουρα ήταν ιερωμένος μιας και φόραγε ράσο. Ο δολοφόνος θα πρέπει να τον είχε αιφνιδιάσει. Το μαχαίρι είχε καρφωθεί στην πλάτη του, ακριβώς πίσω από την καρδιά. Ο Ελληνιάδης ήταν βέβαιος για την πρώτη αναπαράσταση του φόνου. Ο νεκρός ιερωμένος σίγουρα προσευχόταν μπροστά στην ωραία πύλη όταν o δολοφόνος ύπουλα και ανεπαίσθητα τον πλησίασε και τον έστειλε στην αιωνιότητα.
« Κοίτα » είπε στην Κάτια, την όμορφη αστυνομικό. « Υπάρχει μάλλον μία και μόνο μαχαιριά. Αυτός ή αυτή που τον σκότωσε ήταν άτομο αποφασισμένο. Ίσως περίμενε και ώρα μέχρι το θύμα να αφοσιωθεί κάπου, στην προσευχή ας πούμε, προκειμένου να το πλησιάσει και να το δολοφονήσει».