Με αφορμή το βιβλίο της Κατερίνας Προκοπίου

κομικ 24γραμματα«Αψήφησε τον όγκο και το μέγεθος.
Νοιαζόταν μονάχα να γίνει φανερή
Η τόση του κόσμου ευαισθησία,
Των χρωμάτων οι ελευθερίες
Όσα εμπρός του που
Σήμερα διακηρρύσονται.
Η ομορφιά της δημιουργίας,
η γλυκύτητα.
Πράγματα θρυλικά
Που παραμένουν ανεξερεύνητα
Και συναρπαστικά.»

ΕΝ ΑΡΧΗ ΗΝ ΤΟ ΚΟΜΙΚ
Με αφορμή το βιβλίο της Κατερίνας Προκοπίου

24grammata.com/ free ebook
[κατέβασέτο]

γράφει ο Απόστολος Θηβαίος

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

Γελοιογραφία και κόμικ. Όροι διαφορετικοί για να περιγράψουν την ανάγκη του προσώπου να διασκεδάσει την καθημερινότητά του, να κατευνάσει τους όρους εκείνους που δυσχεραίνουν τη ζωή και επιβάλλουν τις πιο σκληρές της όψεις. Μια ανάγκη που διαμορφώνει το περιβάλλον και οριστικοποιεί τις συνθήκες για να αναδειχτεί σε καλλιτεχνική δημιουργία. Παραμορφωτική, ενδεικτική, περιεκτική, στοχευμένη, πολιτική ή κοινωνική η σάτιρα σ΄όλες τις καλλιτεχνικές της εκφάνσεις εντάσσεται στη ζωή και ανανεώνει διαρκώς την οπτική μας φιλτράροντας γεγονότα, πρόσωπα και καταστάσεις. Μέσα σ΄ένα περιβάλλον διαρκούς συντέλειας η σάτιρα συνιστά τη μόνη, ασφαλή μέθοδο για την αντοχή και την υπέρβαση όλων εκείνων των συνθηκών που επιβαρύνουν την καθημερινή ζωή. Ο Γουίλιαμ Μπλέηκ επισημαίνει. Η ενέργεια είναι αιώνια ευφροσύνη για να αντιστοιχήσει έτσι με τον πιο εύγλωττο τρόπο τη σχέση ανάμεσα στην καλλιτεχνική δράση και την ανθρώπινη ανάγκη. Αντιδραστική στον συντηρητισμό εκ φύσεων και εκ προθέσεως, ικανή ν΄αντλεί τη θεματολογία της από το σύνολο των φαινομένων εκείνων που ονομάζουμε κοινωνικά, η σάτιρα παραμένει το πιο ασφαλές όχημα για την αποτελεσματικότερη κριτική των «κακώς κειμένων» που προκύπτουν και υφίστανται μες στους κόλπους της κοινωνίας.
Η ανάδειξη του χιούμορ σε εργαλείο της ψυχολογίας και της εκπαίδευσης, η επιβολή του στα πλαίσια της άσκησης κριτικής σε κάθε μορφή εξουσίας, η στάση αμφισβήτησης και αντίθεσης στις συνθήκες που σιγά σιγά μας καθηλώνουν συνιστά την πιο καίρια αιτία για την ανάδειξη του κόμικ και της γελοιογραφίας ως τέχνες εξειδικευμένες, στην υπηρεσία πάντα του κοινωνικού ενδιαφέροντος.
Η ελληνική βιβλιογραφία του παρελθόντος μόνο σκόρπιες μορφές μπορεί να ανασύρει. Καλλιτέχνες οι οποίοι στάθηκαν στο ύψος της καλλιτεχνικής δημιουργίας, αναπαριστώντας πολλές φορές με τρόπο ευφάνταστο και αντιπροσωπευτικό της πραγματικότητας τις κοινωνικές συνθήκες και έθεσαν τις βάσεις για τη μετέπειτα εξέλιξη της γελοιογραφίας ως το βασικό και το πλέον ανόθευτο μέσο κριτικής και εναντίωσης. Με τρόπο πνευματώδη, αντλώντας απ΄την εικονογραφία της εποχής γελοιογράφοι όπως ο Ηλίας Κουμετάκης και ο Αθανάσιος Ιατρίδης κατόρθωσαν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον του ελληνικού, αστικού κυρίως κοινού γύρω από μια τέχνη με σαφείς αναγωγές στην πολιτική και την κοινωνική επικαιρότητα. Η τάση την οποία ανέδειξαν δεν αποτελεί πρωτοπορία δίχως καταγωγή. Ήδη από τους ελληνιστικούς χρόνους, αλλά και αργότερα κατά τη δεύτερη, ιστορική ακμή του ελληνισμού διακεκριμένοι δημιουργοί διαμόρφωσαν τους όρους και την ατμόσφαιρα. Τα συνθετικά δηλαδή στοιχεία τα οποία θα αναδείκνυαν στο μέλλον την καλλιτεχνική αυτή εξειδίκευση σε βασικό εργαλείο της κριτικής. Ύφος το οποίο αναδεικνύεται και μέσω του θεάτρου σκιών και του ανατολίτη Καραγκιόζη ο οποίος με τα προβλήματα και τις επινοήσεις του εικονογραφεί και ζωντανεύει ως τις μέρες μας τα πιο αντιπροσωπευτικά από τα ψυχολογικά στοιχεία του διαχρονικού ελληνισμού. Ο Μποστ, ο Κυρ και ο Αρκάς πολύ αργότερα θα επικαιροποιήσουν την γελοιογραφία και εντείνοντας την αποτελεσματικότητά της θα την αναδείξουν ως πρώτου ενδιαφέροντος τέχνη για την εντόπια, κοινωνική πραγματικότητα. Με αντιπροσωπευτικές φιγούρες που καθίστανται σήματα κατατεθέντα αλλά και με μια ταυτόχρονη και δομική εκτίμηση των συνθηκών που διαμορφώνουν τις κοινωνικές σχέσεις στην Ελλάδα των προηγούμενων δεκαετιών αλλά και τη σημερινή, οι εκφραστές του κωμικού που αναφέρθηκαν πιο πάνω καταθέτουν δείγματα μιας τέχνης στρατευμένης, έξω και πέρα από τις πολιτικές μονομέρειες και τις κοινωνικές αγκυλώσεις ενός έθνους με επαρχιακή συνείδηση και ταραχώδες, ιστορικό παρελθόν. Με κείμενα και σκίτσα ο Μποσταντζόγλου αλλά και ο κατά κόσμον «Κυρ» εκφέρουν την κριτική τους γνώμη , υπερβαίνοντας περιορισμούς πολιτικής και κοινωνικής φύσεως, επιτυγχάνοντας ένα καλλιτεχνικό αποτέλεσμα περισσότερο ενωτικό και ουσιαστικό. Ο Αρκάς με τις αντιπροσωπευτικές μορφές των μικρών, ανθρωπόμορφων ζώων του θα καταστήσει σύγχρονη την καλλιτεχνική, γελοιογραφική δημιουργία αντικαθιστώντας στα σταυροδρόμια της Αθήνας τους παλιούς βωμούς της Εκάτης με τα εύστοχα και ανεπανάληπτα σχόλια του Καστράτου, του Κόκορα, εκείνου του πιστού συντρόφου που δεν παύει να εκπλήσσει με τις τοποθετήσεις του τον περίφημο Ισοβίτη. Αυτό το είδος της πνευματικότητας που διαιωνίζεται μέσα από τα κείμενα της αρχαίας τραγωδίας, αυτό το είδος της ατμόσφαιρας το τόσο οικείο για την ελληνική παράδοση σίγουρα έθρεψε με τις σημάνσεις και την υφολογική του ελευθερία τους Έλληνες δημιουργούς, αποδεικνύοντας τις πιο δημιουργικές όψεις της κοινωνικής αμφισβήτησης.
Η σύντομη, όσο και ελλιπέστατη αναφορά μας στην πορεία και τις αναγωγές της ελληνικής γελοιογραφίας δεν συνιστά παρά μια πρώτη, ιστορική αναδρομή στην ιστορία του ελληνικού κόμικ. Της καλλιτεχνικής τάσης η οποία πέρα από τη γελοιογραφική απεικόνιση της πραγματικότητας σμίγει σήμερα μ΄άλλες τέχνες, όπως ο κινηματογράφος και η λογοτεχνία. Οι χολιγουντιανές υπερπαραγωγές, κοινός παρονομαστής των ετήσιων βραβεύσεων στο υψηλότερο μάλιστα επίπεδο, αλλά και η ανάδειξη εκ νέου του υλικού της Μάρβελ στη μεγάλη οθόνη αλλά και τον ημερήσιο, ηλεκτρονικό και έντυπο τύπο συνιστούν αποδείξεις της ποιοτικής έντασης με την οποία εισάγεται η τέχνη του κόμικ στον καινούριο αιώνα. Η ελληνική, αντίστοιχη παραγωγή δεν θα μπορούσε να μην ακολουθήσει αυτήν την πορεία άνθησης, πάντα λαμβάνοντας υπόψη τις αναλογίες δυναμικής αλλά και το βαθμό πρόσληψης ενός τέτοιου υλικού στους κόλπους ενός κοινού βαθύτατα συντηρητικού όπως το ελληνικό. Ο αυθάδης τρόπος με τον οποίο αντικαθιστούνται οι μεγάλες, φοβερές λέξεις που τόσο φοβήθηκαν οι Έλληνες διανοούμενοι τις προηγούμενες δεκαετίες με ατομικούς μύθους, οι πρωτότυπες πλοκές που ξεπερνούν την παθητικότητα της ελληνικής τέχνης και καταργούν την ιδιάζουσα, αρχαιοπρεπή της παθητικότητα καταδεικνύουν έναν αέρα αλλαγής για την ελληνική τέχνη. Αλλαγή και ανανέωση, όχι μόνο στα μέσα και τις ιδέες, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο οι καλλιτέχνες αποπειρούνται να προσεγγίσουν ένα κοινό περισσότερο νεανικό και δυναμικό. Το ελληνικό κόμικ σμίγει την επιστήμη με την τέχνη και τη λογοτεχνία, όπως πολύ εύστοχα μας υπέδειξε ο Απόστολος Δοξιάδης. Ο ελληνικός μοντερνισμός που μόλις σήμερα ξεπερνά την περίφημη γενιά του 1930 στοχεύει σε ιστορίες ψυχής, υποθέσεις γνήσιες με χαρακτήρα κείθε απ΄αυτό που καθορίζεται και ταυτοποιείται εδώ και χρόνια ως «ελληνικό.» Το ελληνικό κόμικ,σ΄αυτήν την πετυχημένη σύμπραξη ζωγραφικής και ρεαλισμού έρχονται να ανανεώσουν και πάλι τις πόλεις μας που έχασαν την καλλιτεχνική τους αισθητική και απώλεσαν τη σχέση τους με την έννοια του λαϊκού. Του στοιχείου που αντλεί απ΄την επικαιρότητα, είτε ως λόγος, είτε ως εικόνα και σύμβολο. Φάρσα, μυστήριο, τρόμος και φαντασία συνοψίζουν τις κατευθύνσεις προς τις οποίες κινείται το ελληνικό κόμικ. Η ουδετεροποίηση της φύσης που τερματίζεται αφού κάθε τι γύρω μας πάσχει από ζωή, η ζωντάνια της ποίησης που επαναφέρει την πρόθεση, η τέχνη που εντείνει το μεγαλείο της ως κατασκευή και όχι πια ως ερμηνεία. Η σύγχρονη «θεολογία» του κόμικ, τόσο του εγχώριου όσο και των διεθνών παραγωγών, αντλεί από κάθε εθνική τέχνη, από κάθε παγκόσμια συνθήκη ενώ καταργεί τις θεωρητικές αναζητήσεις, επικεντρωμένη στον άνθρωπο, την πράξη, την εικόνα και την παγκόσμια δυναμική της εντύπωσης.
Η κινηματογραφική εκδοχή του ελληνικού κόμικ απέχει ίσως πολύ από την πραγμάτωσή της. Η οικονομική δυσπραγία των τελευταίων ετών, η οργάνωση σε εμβρυακό ακόμη επίπεδο των φορέων εκείνων που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν αντίστοιχες παραγωγές αλλά και ο δισταγμός του εντόπιου κοινού σε νέα, κινηματογραφικά είδη και καινοτόμες μορφές παρουσίασης δρουν προς το παρόν αποτρεπτικά στην ποιοτική ανόρθωση του είδους και τη διάδοσή του. Ο λόγος και η εικόνα στα αυστηρά πλαίσια του βιβλίου συνιστούν προς το παρόν τη μόνη διέξοδο στη δημιουργική ανανέωση του κόμικ. Νέοι καλλιτέχνες ανανεώνουν το κληροδοτημένο υλικό μεταφράζοντας εμπνευσμένα την εποχή και την παράδοση. Σκοποί εκπαιδευτικοί και στοιχεία πρωτοπορίας διαμορφώνουν το πνεύμα στα πρότυπα του οποίου προκύπτουν οι νέες προτάσεις.
Κάτι ανάλογο χαρακτηρίζει και το δημοσιευμένο στα 24 Γράμματα βιβλίο της Κατερίνας Προκοπίου. Σ΄αυτή τη μοντέρνα εκδοχή της αρχαίας, κλασσικής γνώσης η συγγραφέας στοχεύει στην αποτελεσματικότερη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών. Την ίδια στιγμή όμως επιτυγχάνει ένα είδος ανανέωσης της παράδοσης, καθιστώντας ελκυστικότερο το αρχαίο, ελληνικό υλικό για τις καινούριες γενιές. Η ηλεκτρονική εκδοχή του βιβλίου της Κατερίνας Προκοπίου με σιγουριά θα εξασφαλίσει τη δημοσιοποίησή του σε ένα ευρύτερο κοινό πέρα απ΄το μαθητικό και διδασκαλικό κοινό. Παρόμοιες εργασίες είναι δυνατόν να αναζωπυρώσουν το ενδιαφέρον της ελληνικής παραγωγής αλλά και του κοινού που παραμένει δέσμιο των μεγάλων δημιουργών του παρελθόντος. Του κοινού που ζητά όσο ποτέ την επανασύνδεσή του με το παρελθόν αλλά και το συσχετισμό του με τις νέες τάσεις και τις καινούριες, καλλιτεχνικές προτάσεις και τεχνικές. Η εκπαιδευτική κοινότητα οφείλει να αγκαλιάσει ολόψυχα τη δημιουργία της Προκοπίου που με τόσο εύγλωττο τρόπο επισημαίνει την πρωτοπορία, την έννοια και τη δύναμη του καινούριου.
Το βιβλίο της Κατερίνας έρχεται να συμπληρώσει μια ευχάριστη συγκυρία για την οποία οφείλουμε δυο λόγια. Το ανανεωμένο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης τιμά στη φετινή του παρουσίαση επτά δεκαετίες ελληνικού κόμικ. Έλληνες δημιουργοί, όπως ο Πολενάκης και άλλοι επιβεβαιώνουν μια διαρκώς αυξανόμενου ενδιαφέροντος καλλιτεχνική τάση. Τα πρώτα, μικρού μήκους φιλμ με σχέδια Ελλήνων δημιουργών, τα οποία και θα προβληθούν έπειτα από πολλά χρόνια στον φιλόξενο χώρο του παλιού λιμανιού επιβεβαιώνουν το ενδιαφέρον του καλλιτεχνικού κόσμου για ένα είδος τέχνης που μόλις στις μέρες μας γνωρίζει την άνθηση που δικαιούται σε διεθνές επίπεδο. Η «Γραμμή» των Κουτσούρη και Μυρμιρίδη, «Ο Ντούτσε που αφηγείται» και αντλεί όπως και η Προκοπίου από τις αξιακές στιγμές του ελληνισμού, τα σύγχρονα «Modern Life» και «My stuffed granny» των Κωνσταντίνου Πέππα και Έφης Παππά αντίστοιχα πιστοποιούν μια νέα τάση για την ελληνική, καλλιτεχνική σκηνή. Δικτατορία, ανελευθερίες, μοναξιά, ιστορική μνήμη, οικονομική κρίση αποτελούν μερικές μόνο απ΄τις θεματολογίες που θρέφουν την καλλιτεχνική ανησυχία παλαιών και νέων δημιουργών. Το ελληνικό σχέδιο δεν παύει να σημειώνει την ακμή του , συνέπεια της δεινής, καλλιτεχνικής ικανότητα των δημιουργών.
Αυτή η περιεκτική αναφορά μας στο ελληνικό κόμικ και τη γελοιογραφική του αφετηρία συνιστά μια συνοδευτική και μόνο ένδειξη ενός καλλιτεχνικού τομέα με τεράστιες δυνατότητες και διακριτική, προς το παρόν παρουσία στα ελληνικά πράγματα. Το βιβλίο της Κατερίνας Προκοπίου που σήμερα κοσμεί τη σειρά του Εν Καινώ, στέκει ως μια αφορμή για την περεταίρω εμβάθυνσή μας σ΄ένα είδος δημιουργίας με βασικό χαρακτηριστικό την πλήρη και ανεμπόδιστη ελευθερία στα τεχνικά μέσα και τις προτάσεις. Όλα τα παραπάνω που με τόσο περιεκτικό τρόπο και μ΄ολοφάνερες ελλείψεις παρουσιάστηκαν σ΄αυτό το κείμενο, δεν συνιστούν παρά αφορμές για εκείνους που θα θελήσουν, συλλέγοντας σηματοδοτήσεις για να εμβαθύνουν σ΄ένα νέο και αδοκίμαστο για τους πολλούς είδος της σύγχρονης, ελληνικής τέχνης.
Τελειώνοντας, ο γράφων καταθέτει μια σκέψη προσωπική. Το ελληνικό κόμικ, παλαιό και νέο, στην εκδοχή του βιβλίου ή μεταφερμένο αριστοτεχνικά στην μεγάλη οθόνη, εξασφαλίζει εκείνο που ο Νίκος Καρούζος έτσι απρόσμενα κατέθεσε στους φίλους του. Τη δυνατότητα στο πρόσωπο να σκέφτεται σαν φιλόσοφος, να παρατηρεί ως ζωγράφος μες στην τόση ελευθερία του σχεδίου, να αισθάνεται πρωτίστως σαν παιδί. Με όχημα αυτήν την ίδια ελευθερία αλλά και την πρωτοτυπία στο χρώμα και το σχήμα και σ΄όλους τους κανόνες του σχεδίου που επιτρέπει η τέχνη του κόμικ μπορεί κανείς να πει πως μιλούμε για μια εξειδίκευση τόσο συγγενική προς την ελεύθερη και αμετάφραστη φαντασία της ποίησης.