“μαμά μου”, Ελένη Γκόρα

cover24-eg(1)“μαμά μου”
Ελένη Γκόρα

24grammata.com/ free ebook
[download]

ISBN: 978-960-93-6872-8
Επίλεκτες Ψηφιακές Εκδόσεις: 24grammata.com
Σειρά: εν καινώ, Αριθμός σειράς: 127
Τόπος και Χρονολογία πρώτης έκδοσης: Κοζάνη, 2015
Μέγεθος Αρχείου: 1,2 Mb
Σελίδες: 32
Μορφή αρχείου: pdf
Γραμματοσειρά: bookman old style
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση δίχως την έγγραφη άδεια του δημιουργού ή του εκδότη

 

 

οι ιστορίες μου είναι
σαν τα μαλλιά μου

Τι κρίμα

Για μέρες ολόκληρες δεν έκλεινα μάτι, αν πρώτα δεν καθόμουν να κοιτάξω το ταβάνι. Απ΄ άκρη σ’ άκρη. Απ΄ τη μια γωνιά ως την άλλη. Ξάπλωνα ανάσκελα, με τους αγκώνες ανοιχτούς, τα χέρια πίσω απ΄ το κεφάλι και τα δάχτυλα πλεγμένα μεταξύ τους. Έπλαθα και ξανάπλαθα ιστορίες μέχρι να με πάρει ο ύπνος. Και το πρωί δεν θυμόμουν τίποτα.
Μαμά μου, τι κρίμα!

 

Όνειρο παγερής νυκτός

Ένα μικρό ρυάκι κυλούσε ορμητικά από τη μία άκρη του δωματίου μου ως την άλλη και έπεφτε απ’ το μπαλκόνι. Κάτω βρισκόταν ένας τσομπάνης με καπέλο από κουνάβι, παλτό από χοντρό μαλλί και τσαρούχια από λαγό. Γέμιζε τα γκιούμια νερό και τα κρεμούσε στο γομάρι. Από δίπλα μέσα σ’ ένα καφάσι από βυσσινάδες μία μπλε γάτα με κόκκινες, κίτρινες και πράσινες βούλες καθάριζε με την πορτοκαλί γλώσσα της το μοβ νεογέννητο παιδί της. Μια νεαρή κοπέλα φύτευε στις γλάστρες της αστέρια, μισοφέγγαρα, πανσέληνους. Τα νερά πια έτρεχαν στο κεφάλι μου. Άλλες φορές ψαχούλευα στο πάτωμα για να βρω τα γυαλιά μου, τώρα όμως ήξερα ότι το νερό θα τα ‘χε παρασύρει. Έβλεπα θολά. Δυο καφετιά φτερά πετάριζαν μπρος στο πρόσωπό μου και έκρυβαν τη θέα από μπροστά μου. Μια μυρωδιά καμένου υφάσματος άρχισε να απλώνεται στο δωμάτιο. Μέσα στο καλάθι για τα περιοδικά και τις εφημερίδες καίγονταν τα τζιν μου. Από κάποιο άλλο δωμάτιο ακουγόταν ένα ακορντεόν. Κι ύστερα ο τοίχος δίπλα μου έγινε ένας πελώριος καθρέφτης. Έκανα να κοιταχτώ. Δεν μπόρεσα να δω τίποτα. Είχε θολώσει απ΄ την καπνούρα. Ένα γκρίζο χέρι βγήκε από τον καθρέφτη. Μου πλάκωνε το στήθος-βαρύ πολύ βαρύ. Ήθελα να φωνάξω και φωνή δεν έβγαινε. Προσπάθησα ξανά και ξανά. Τίποτα. Παραδόθηκα. Ο ήχος του ακορντεόν ακουγόταν πιο καθαρά. Χάθηκα στα χιόνια της τηλεόρασης.
“Ακόμα δεν ξύπνησες; Μεσημέριασε, άντε έχεις να πας στο ταχυδρομείο”, μου είπε η μαμά μου. Ξύπνησα μέσα στο κρεβάτι φορώντας τη φούτερ που είχα βγάλει πριν κοιμηθώ, και με την αίσθηση διάφορων εικόνων. Και της είπα: “Μη σβήνεις τελείως τα καλοριφέρ!”.

 

θα θα θάλασσα

Θα στριφογυρνάω αδιάκοπα σαν αρνί στη σούβλα, θα σκέφτομαι πόσο μου λείπει η θάλασσα και δεν θα καταφέρνω να κοιμηθώ. Βασικά, δεν θα μπορώ να κοιμηθώ γιατί θα πεινάω. Θα πει-νά-ω! Τι θα μου κάνει ένα κεσεδάκι γιαούρτι με ψωμί;
αλλιώς
Θα φάω πίτσα, θα φάω μία ολόκληρη πίτσα μόνη μου και θα πιω μισό λίτρο κόλα, θα δω και μια ρομαντική ταινία και θα σκουπίζω τα μάτια μου με πολύχρωμα χαρτομάντιλα, ροζ, κίτρινα, γαλάζια και από πάνω θα φάω και λίγο παγωτό. Μαμά μου μην φωνάζεις ότι ο κώλος μου θα γίνει ίσα με τον καναπέ! Κι ύστερα θα πέσω στο κρεβάτι και ο ύπνος θα με πιάσει αμέσως. Θα ξυπνήσω και το κύμα θα σκάει στην ψάθα μου και θα σκέφτομαι όλους εκείνους τους δύσμοιρους που προτιμούν άλλη μια μέρα δουλειάς/ δουλείας ακόμα κι αν είναι αργία. Γιατί είναι και εκείνες οι αργίες που, επειδή δεν είναι πια παιδιά, μόνο μελαγχολία τους φέρνουν.

Καλοκαίρι αργείς;

“μαμά μου”
Ελένη Γκόρα

24grammata.com/ free ebook
[download]