Τα σημαντικότερα ποιήματα του Ν. Καρούζου

 

καρουζος 24γραμματαΔιαβαστε τα σημαντικότερα ποιήματα του Νίκου Καρούζου στο 24grammata.com

24grammata.com/ free ebook
[κατέβασέτο]

 

Εβγάτε όξω, εβγάτε όξω από τις λέξεις

Νίκος Καρούζος

Απόστολος θηβαίος

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

Τα καλοπιάσματα του έαρος.Ερωτευτείτε
Νίκος Καρούζος,
Επιδεινώσεις του Ορατού

Την πρώτη φορά που μου συστήθηκε ο ποιητής, ήταν ήδη νεκρός. Αποθανατισμένος στο εξώφυλλο μιας ποιητικής συλλογής. Τίποτε σχετικό με τη διαφημιστική πόζα των καινούριων καλλιτεχνών που επιμελούνται διεξοδικά την εικόνα τους. Δεν γύρευε όνομα καινούριο δηλαδή. Ο ποιητής ανέπνεε στα πόδια της πόλης, μια ολόκληρη ζωή ταγμένος στο μεγάλο άγαλμα της θεάς. Μετά από καιρό ξανασυνάντησα την ίδια θέα στην ανθρώπινη βιολογία του Γιώργου Χρονά. Έτσι φαντάζονται οι ποιητές είπα την ταπεινοφροσύνη.
Όμως εγώ πιστεύω ξεκάθαρα, πως ο ποιητής της φωτογραφίας, αθεράπευτα μόνος και υπερήφανος, ένας του είδους του, μας κοιτάζει ειρωνικά. Επειδή έχει γυρίσει χιλιάδες φορές απ΄άλλους τόπους, χώρες μεταφυσικές που ταξιδεύουμε εντός μας. Ας πούμε πως η ρήση του Νίκου Χουλιάρα για το χώμα που λιγοστεύει μέσα μας βρήκε στην περίπτωση του Νίκου Καρούζου την αίσθηση που υπολειπόταν.

Ερχόταν μέσα από το θάλαμα 605 με σχεδόν συρόμενα βήματα, σα να ρχόταν μέσα από μεγάλη Σιωπή και αυτή να ήταν η αληθινή του πατρίδα.

Ο Νίκος Καρούζος έρχεται από μια πατρίδα απλησίαστη. Μετέωρος ανάμεσα στο μέλλον και το παρελθόν, μετέωρος σ΄ότι συνέβη και ό,τι θα συμβεί, παραδομένος στ΄απλά και φυσικά πράγματα. Κάποιος είπε πως ο θάνατος θα ναι ότι καλύτερο έχει συμβεί. Ο Νίκος Καρούζος ανάβει μες στο χρόνο που διαρκώς εξαντλείται, συμφιλιωμένος μ΄όσα οι ποιητές και οι προφήτες αντικρίζουν.Είναι η παρατήρηση της ποίησης, η αγωνία του θανάτου, το ανεξήγητο εκείνο μερίδιο της ουσίας.Γι΄αυτό και ορισμένες φορές είναι παράφωνος ο Καρούζος, ίσως γι΄αυτό να ταν αδέξια η μιλιά και η στάση του. Επειδή δηλαδή δεν θα ήταν ποτέ σε θέση να λάβει μια συγκεκριμένη κατάταξη σ΄αυτές τις μέρες του εμπορίου που μας έτυχαν.
Αυτός ο ποιητής της φωτογραφίας, λοιπόν, υπήρξε πάντα ο πρεσβευτής ενός κόσμου ωραίων, πνευματικών θανάτων και εαρινών συμφωνιών, όπως του Λειβαδίτη, όταν συμμετέχουν στο ανθρώπινο δράμα βράχοι, ανεμώνες και βουνά. Τοπία μες στα οποία οι ζωντανοί δεν κατέχουν άλλη θέση από εκείνη των εραστών του ωραίου. Αν ποτέ αντικρίσεις αυτόν τον ποιητή, να θυμάσαι πως με δυσκολία θα τον αναγνωρίσεις αν ποτέ σου δεν έχεις δει αυτά τα τεράστια πλοία των εορτασμών που καθελκύονται με πυροτεχνήματα στα αμερικανικά λιμάνια και για τα οποία έκλαψε ο ίδιος ο Τσέζαρε.

Και στα μικρά μου όρια συνάκουσα εννέα πετεινούς χαϊδεύοντας το κρύο μάρμαρο της αυγής.

Κάτω απ΄τα παράθυρα, σαν τα ποτάμια του Κέρουακ ζουν οι ποιητές. Γράφουν αργά τη νύχτα, ακολουθώντας την αρίθμηση των συμφωνιών ή την αυγή, δεσμεύουν σαν τους φωτογράφους τον τελευταίο σπασμό μιας νύχτας. Ένας θάνατος τίποτε δεν σημαίνει μες στην ομορφιά των χρωμάτων, το μυστήριο της ζωής και τους διασταυρωμένους ανέμους όταν αυτοί προκύπτουν ξαφνικοί στις γωνιές των δρόμων, πάνω από θαμμένα ποτάμια. Άλλωστε άλλο πιο σημαντικό δεν υπάρχει από τον καιρό μας, από την παλιά απλωσιά του στήθους μας. Να μην περνούσαν λέει οι μέρες να μην φθάναμε κοντύτερα στο θάνατο. Αυτό είναι γραμμένο στο πρόσωπο του ποιητή που κάτι άφησε να εννοηθεί όταν ψιθύρισε τη δεύτερη εποχή.
Υπάρχουν πολλές εκδοχές και κανείς αξίζει να βιώνει όλες ανεξαιρέτως τις εποχές μ΄έναν ρυθμό εσωτερικό και εξωφρενικό, αναλύοντας το σφυγμό του σε χρόνους μουσικούς και παύσεις. Ας πούμε, μια τέχνη που πιστεύει στις προσευχές του βαγκνερισμού και στις φωταγωγίες του μπαρόκ, με την ουσία του τελευταίου όμως ν΄αντέχει αδιαμφισβήτητη, μεσσιανική και αυθεντική. Όλον τον κόσμο, ο Νίκος Καρούζος τον ερμηνευσε με ομολογίες, σ΄όλους τους τόνους και σ΄ότι ποτέ σήμαινε η χαμένη του καρδιά. Στο φως αντικρίζει τις πληγές, καθίσταται μάρτυρας του εαυτού του. Μια πόλη γκρεμισμένη ο ποιητής, γκρεμισμένη ολοένα και περισσότερο, με υπομνήματα της μεταφυσικής φιλοδοξίας. Η αφαίρεση του Νίκου Καρούζου ήταν ο διαχωρισμός αυτής της έκτασης σ΄όλες τις υποδιαιρέσεις. Άραγε σε ποια μονάδα μετριέται ο φόβος και πώς κλιμακώνεται πάντα η πίκρα της άνοιξης, εκεί κοντά στον καιρό των σκοτωμένων; Είναι στ΄αλήθεια κήποι, γκρεμισμένα θερμοκήπια όπως το εννόησε και το γραφε κάποτε ο Θανάσης Κωσταβάρας. Τα πιο απλά πράγματα και τα πιο ρομαντικά αυτού του κόσμου αφήνει ο ποιητής ως φορτίο των ημερών που αναλογεί σ΄εκείνον και στον καθένα μας. Κάτι σαν ιδεολογίες δηλαδή. Μια σκάλα από το υπόγειο εκείνο του εξωφύλλου οδηγεί ψηλά στο φεγγάρι. Όχι, αυτός ο ποιητής δεν ανήκει στο ποίμνιο των πιστών. Οι πεποιθήσεις του αναγνωρίζουν ως αγίους γρύλλους, εκθαμβωτικά πρωινά, τη στιγμή που ερωτεύεσαι την Μαίρη ξανά απ΄την αρχή, σε μια τρομερή επανάληψη του ίδιου μουσικού κρεσέντο. Ο Ιταλός Φελίνι τους είπε Αργοναύτες. Αυτούς που τολμούν να πάνε εκεί που άλλοι δεν κατορθώνουν.
Ο Νίκος Καρούζος στέλνει σήματα εδώ και δεκαετίες. Βρίσκεται κάπου στις πόλεις, γνωρίζει ολόκληρη την ατμόσφαιρα ανάμεσα στην Αργολίδα και την πόλη της Αθήνας. Δεν γράφει απ΄ανάγκη. Τις λέξεις τις μίσησε επειδή τίποτε δεν εξηγούν και άλλες γέννησε, καινούριες και αδόκιμες. Σε εκείνο που σπέρνει η φωνή σου στον άνεμο, σ΄εκείνο προσεύχεται ο Νίκος Καρούζος, τελευταίος από τη μεγάλη αγέλη των ερώτων.
Οι παραμορφώσεις του νερού, οι σχεδόν φωτογραφίες στους καθρέφτες τόσων και τόσων σπιτιών, οι παγίδες των ματιών τον αφήνουν ασυγκίνητο. Ο Καρούζος εξαντλείται σ΄όλες ανεξαιρέτως τις πιθανότητες.

Όμως υπάρχει ο περίτρομος αθώος καίγεται στην κρύα φλόγα των απελπισμών. Αθόρυβα στρέφει τα πόμολα τον ύπνο των άλλων ακούει και την αθρόα λάμψη βλέπει την πλεγμέη γύρω του να πέφτει λέπι λέπι.

Κάθε είδος τέχνης ωφελείται από ένα άλλο μόνο σαν πραγματοποιήσει υποχωρήσεις από την ατομικότητά του, επισημαίνεται με αφορμή την αξία και την ουσία της λογοτεχνικής κριτικής. Κάθε άνθρωπος δοκιμάζει την παρηγοριά όταν υποχωρεί εμπρός στην ομορφιά αυτού του κόσμου, στις διαστάσεις του, στα υπέροχα πυριφλεγή πρωινά των απρόσιτων χρωματισμών. Ακόμη και αν όλα ετούτα ο Καρούζος τα φαντάστηκε ή στ΄αλήθεια στάθηκε εμπρός σε τέτοιες εξειδικεύσεις και ανακοπές μεγάλες, εκείνο που οδηγεί εκ νέου στην ποίησή του είναι πρωτίστως η ουσία της επιθυμίας, της αγάπης με την οποία αποτιμάται η ζωή. Πάντα ως μυστήριο, ως καθημερινότητα με θανάτους, ακμές και στιγμές μοναδικές σε μια ξαφνική σύμπτωση χρωμάτων, πλασμάτων και ψυχών. Είναι στο σχήμα η σωτηρία του ανθρώπου, είναι στην επιλογή της στάσης του η προοπτική και η απαντοχή, σημειώνει ο Καρούζος και άξαφνα ο κύκλος πραγματώνεται ως εμπειρία.
Όταν ερωτήθηκε, δεκαετίες πριν, για τους ποιητές και την αυτάρεσκη συνήθειά τους, την τόσο μοναχική, έγραψε ένα ξαφνικό ποίημα. Σαν τα φαινόμενα που συμβαίνουν αναπάντεχα, μικρά και αδιάφορα θαύματα, κόντρα στην επιστήμη και τα νοήματά της. Μια αγνή,φυσική ροπή στο χώμα και στα ποιήματα, αυτό αντιπροσωπεύει ο ποιητής. Και ακόμη εκείνον που σε πείσμα των καιρών κοιτά πώς θα ξεφύγει από τη φωνή του στοχεύοντας πάντα μακριά από τον κόσμο, υπερασπιζόμενος στη ζωντανή επιθυμία και τα εμπόδια που θίγουν αλόγιστα την ελευθερία . Μια σφίγγα αδελφική, γεμάτη παροξυσμό, σωφροσύνη και μνήμες, αλλά με μια ακούραστη έγνοια των ημερών που φθάνουν.
Το παιχνίδι, -το γνώριζε ο Νίκος Καρούζος-, ήταν από πριν χαμένο. Σαν τους στημένους αγώνες που στοιχίζουν περιουσίες σε πρακτορεία και καφενεία επαρχιακά. Ποτέ οι ποιητές δεν θα φθάσουν την αδιαφορία του χρόνου, την ακινησία του, όταν παραμένει εφιαλτικά αμέτοχος και ανεξάντλητος, οδεύοντας προς κάποιο ανεξιχνίαστο τέλος.
Είναι στ΄αλήθεια σπαραχτικό και τραχύ να λες πως γεννιόμαστε και πως πρέπει να ζήσουμε. Πάντα στη ράχη μας ο θάνατος. Είναι από φθορά φτιαγμένες οι ζωές μας και είναι πέτρες οι μικρές και οι μεγάλες επιβολές. Πέτρες στις μέσα τσέπες της ψυχής μας. Τώρα πέφτει το τραγούδι εκείνο που λέει πως κοντά στη θάλασσα θα φτιάξω το παλάτι μου και πως μες στη θάλασσα θα ρίξω το κρεββάτι μου. Στο πάτωμα, στα υπόγεια, στα πολύ μεγάλα βάθη κοιμούνται οι ποιητές και και κάτι ακούραστα φεγγάρια που θριαμβεύουν τις νύχτες και πάντα μας καθηλώνουν. Εκείνο που τους καταξιώνει τελικά δεν είναι άλλο απ΄τη θεωρία των ιδεών και την εικονολατρεία αυτού εδώ του κόσμου. Έχοντας νικήσει για πάντα την απεραντοσύνη, την αιωνιότητα, καταργώντας κάθε τι το αντιθετικό, αγέννητοι και ξένοι πια για το θάνατο, λάμπει μες στα φυλλοκάρδια τους η ελευθερία, ακριβώς όπως αποκαλύπτουν οι φοβερές παρουσίες.
Κρατούμε τ΄ακόλουθα. Πως η εγκοσμιότητα έχει κατακλύσει τη ζωή μας, πως κάθε τι το μεταφυσικό χάσκει εξαντλημένο και εξηγημένο. Μια αίσθηση νικημένη, κάτι απ΄τα παλιά που ΄χουν όμως πια πεθάνει. Και ας θεωρήσουμε πως παντού, στους στίχους και στων λέξεων τις ερμηνείες κρίνεται η παρουσία τους. Όλες οι γραμματικές και οι χρόνοι καταργούνται εμπρός στις υπερσυντέλικες μέρες μας. Αναγνωρίζουν τις ενοράσεις και την ελληνική ηθογραφία που περιφρονήθηκε επιτέλους για πάντα. Ο Νίκος Καρούζος επιβεβαιώνει τους τριγμούς, τους δισταγμούς και τη φοβερή ορμή όταν κανείς πια βρίσκεται στο τέλος της μοναξιάς του, στην πιο ενσυνείδητη κατάσταση που υπήρξε ποτέ. Με λαμπρό ενδιαφέρον απέναντι στους στίχους και τον εαυτό του τον ίδιο, ασώματος, μιλά για τον κόσμο, καταργώντας την ορθοδοξία των ποιητών για πάντα.
Ο Νίκος Καρούζος διακατέχεται από χαρωπό πένθος. Η πιο ευλογημένη απ΄τις ώρες είναι γι΄αυτόν η Αποκαθήλωση, καθώς χυμούν τα πουλιά της χαράδρας και λάμπουν περήφανα και ωραία τα άμφια του χρόνου. Απαγορεύει το μέλλον ολόκληρο και παρεξηγημένος με το σώμα του ζει έξω απ΄τις ανθολογίες, εναλάσσοντας τους ορισμούς για τους μεγάλους ποιητές. Επεκτείνοντας μια διάρκεια δίχως φως, δίχως εποχές και αέρα.
Κάθε τέτοια εποχή, επειδή η άνοιξη αποτελεί τη μόνη μας ελπίδα, λαμβάνουν χώρα τα εισόδια του ποιητή Νίκου Καρούζου μες στο κέντρο της καρδιάς μας. Ενώ πίσω μας, εμπρός μας, οπουδήποτε, δίχως εμάς ως κέντρο, λάμπει η πραγματικότητα και ακούγονται καθαρά τ΄απόφωνα του ποιητή, όταν μας καλούν.

Εβγάτε όξω ρε μανάρια από τις λέξεις, εβγάτε όξω δίχως πουκάμισα, στους μεγάλους αγώνες της ορατότητας.