Τάσος Λειβαδίτης: Γιατί ο έρωτας είναι ο πιο δύσκολος τρόπος να γνωριστούν

pribas 24grammataΧρόνια μετά είναι σημείο αναφοράς. Είναι εκείνο το σύνθημα που ανάβει σ’ όλους τους τοίχους του σπιτιού. Έτσι εξηγείται η τόση μοναξιά, εδώ και δεκαετίες, μια ίδια ζωή, απαράλλαχτη που έσπαζε μονάχα με θανάτους και γέννες. Είναι σκληρός ο δρόμος της ζωής. Όμως είναι στίχοι που θα ‘καναν καθένα ν’ αγαπήσει τα ποιήματα. Μιλώ για το συμπέρασμα που κλείνει τους στίχους του Λειβαδίτη. Έτσι ήσυχα λοιπόν αποκαλύπτεται η ζωή. Σε ποιήματα, γνωριμίες, πίνακες ζωγραφικής, τοπία. Σε κάθε του αμαρτία ο άνθρωπος φτιάχνει μια καινούρια τέχνη. Είναι τρέλα αρσενική, όπως γράφει ο ποιητής, πριν τολμήσει και ακουμπήσει στις ζωές μας το μεγάλο μυστικό, τη βαθιά συνείδηση που όλοι κατανοούμε μια ορισμένη στιγμή, δίχως καμιά διάθεση αμφισβήτησης, νικημένοι και ευτυχισμένοι μαζί, στα μικρά κρεσέντο της νύχτας.
Δεν ήταν κατάσταση ψυχολογική. Ήταν οι πρώτες συστάσεις, κάτι σαν τον ερωτικό θρίαμβο του Δημήτρη Λάγιου, στην άκρη της θάλασσας. Όσους θυμάμαι σήμερα έχουν αποκτήσει το κύρος του κλασσικού. Τίποτε σαν την ανώφελη εξέταση των σεναρίων, τίποτε σαν δοκίμιο ή είδος άλλο εκφραστικό. Πρόκειται για το κλασσικό που αναγορεύεται στηριγμένο στην αυθεντικότητά του και μόνο. Τίποτε δεν απέμεινε απ’ τα οικόσημα και τα εμβλήματα. Όμως πού καιρός για ντροπή και περισυλλογή. Οι ήρωες ζουν μονάχα στις μάχες.
Πολλά έχουν γραφτεί για τα ποιήματα του Τάσου Λειβαδίτη. Ακόμη περισσότερα πρόκειται να γραφτούν στο μέλλον, δοκιμασμένα απ’ άλλες κατευθύνσεις. Απόψε τον θυμίζει αυτή η φωτογραφία της Αθήνας. Ο αλάθητος βλέπεις κανόνας της αφαίρεσης, όταν απομένει ξεκάθαρη κάποτε η ιδέα. Ένας παρηγορητικός λύχνος για τον κατατρεγμένο των δρόμων, για την καθημερινή αντοχή σ’ αυτό το ξέφρενο παιχνίδι. Είναι τα γυμνά ξύλα, τα τσακισμένα που θα μας σώζουν σε μια δύσκολη στιγμή, όταν τίποτε μα τίποτε στον κόσμο δεν θα έχει απομείνει για να σου πω κρατήσου.
Επειδή είναι ο πιο δύσκολος δρόμος, επειδή άλλος τρόπος δεν υπάρχει να σκύψω μέσα μου, προσεύχομαι απόψε μ’ ένα ποίημα.
Και σου αφιερώνω ακόμη αυτή τη μικρή φωτογραφία που σου ανέφερα πρωτύτερα, απ’ την αυλή της Αλίκης που πάντα νόμιζα ανύπαρκτη. Με πολύχρωμα, μικρά φύλλα ζει τις νύχτες κάτω από φώτα παλιά, κρατώντας τη ζεστασιά των παιδικών ματιών της.

Απόστολος Θηβαίος