Εντύπωση από το Café της Χαμένης Νιότης του Πατρίκ Μοδιανό.

Πατρίκ Μοδιανό. 24γραμματα24grammata.com/ λογοτεχνία

ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ
Εντύπωση από Το Café της Χαμένης Νιότης του Πατρίκ Μοδιανό.

γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος.

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

Η σουηδική ακαδημία, πιστή στις εκπλήξεις, απένειμε πριν από μερικές μέρες το Νόμπελ Λογοτεχνίας του τρέχοντος έτους σ΄έναν Γάλλο δημιουργό. Ο Πατρίκ Μοδιανό, με τις ελληνικές ρίζες όπως έσπευσε να επισημάνει ο εγχώριος και διεθνής τύπος κατόρθωσε να ξεπεράσει τα εμπόδια σημαντικών δημιουργών, κερδίζοντας την ύψιστη διάκριση για την υποτυπώδη άσκηση της τέχνης του. Διάσημος στην Γαλλία, σχετικά γνωστός στο ελληνικό, αναγνωστικό κοινό ο Μοδιανό με τη διάκρισή του επαναφέρει στο προσκήνιο τη συγγραφική εργασία τριάντα και πλέον ετών.Μυθιστορήματα της μνήμης, στα πρότυπα που καθιέρωσε ο Μαρσέλ Προυστ, ικανά να συναρπάζουν, να συγκρατούν το ενδιαφέρον του αναγνώστη και να τον εκπλήσσουν ευχάριστα με τις ξαφνικές εναλλαγές της οπτικής ή του ίδιου του γεγονότος της εξειδικευμένης αφήγησης. Ατμόσφαιρα noir στην πλειοψηφία των έργων του. Μια αισθητική τόσο φανερή και ισχυρή για την παριζιάνικη πρωτεύουσα των χαμένων οδών, των κήπων, των νεοκλασσικών μεγάρων που κάποτε κατοικήθηκαν από τις πιο επιφανείς οικογένειες. Τα βιβλία του Πατρίκ Μοδιανό, μεταφρασμένα εξαιρετικά στην ελληνική έρχονται ξανά να υπενθυμίσουν την εξαιρετική ικανότητα του συγγραφέα ν΄αντλεί και να στοχεύει την ίδια στιγμή στις εντυπώσεις της ανθρώπινης ψυχολογίας. Καλύτερα ποιητής παρά πεζογράφος, μια και η μέθοδος του υπονοούμενου κυρίαρχη στα έργα του παραχωρεί στον αναγνώστη διακριτικούς κώδικες και αλφάβητα διόλου φτωχά, αλλά επαρκή προκειμένου ν΄αναγνωριστούν οι ουσιώδες λεπτομέρειες. Όσα στοιχεία είναι σε θέση δηλαδή να ερμηνεύσουν καλύτερα την πρόθεση και ίσως το εργαστήριο ακόμη του ίδιου του συγγραφέα. Κατά γενική ομολογία η βράβευση του Μοδιανό συνιστά μια έκπληξη. Το κοινό παγκοσμίως καλείται να υιοθετήσει τις γαλλικές συνήθειες και την ατμόσφαιρα μιας συγκλονιστικής, γαλλικής δημοκρατίας προκειμένου να σκιαγραφήσει το ζητούμενο στην εργογραφία του Γάλλου Πατρίκ Μοδιανό. Η ελληνική, λογοτεχνική σκηνή οφείλει να συστήθεί εκ νέου με τον Γάλλο δημιουργό προβαίνοντας σ΄ανανεωμένες μεταφράσεις των έργων του, πάντοτε πρόθυμες να ευθυγραμμιστούν με το βασικό, ιδεολογικό στοιχείο της συγγραφής του Μοδιανό. Την γαλλικότητα των μυθιστορημάτων του, αυτήν την ικανή και εξειδικευμένη αίσθηση, ένα είδος ατμόσφαιρας που ερεθίζει τον δημιουργό θέτοντας τα πλαίσια μες στα οποία θ΄ασκηθεί η μυθολογία του.
Συναντήθηκαν χρόνια μετά, στο café της χαμένης νιότης. Εκείνη δεν είχε σκοτωθεί για πάντα, όπως πολλοί φαντάστηκαν μετά την αυτοκτονία της απ΄τα παράθυρα του συνοικιακού ξενοδοχείου. Είχε επιβιώσει σε πείσμα της παράξενης αυτής ιστορίας και περιόδευε σαν πάντα στις οδούς του γαλλικού διαμερίσματος. Το βιβλιοπωλείο είχε πια κλείσει, η αιώνια επιστροφή παρέμενε μια μυστική υπόθεση και το cafe είχε πια περάσει σε μια αξέχαστη ιστορία.Ακόμη και οι φίλοι είχαν πια χαθεί. Άλλος νεκρή πια βιολογία και κάποιος που ζει πια στο μεξικάνικο πουθενά, τελώντας συγκεντρώσεις με τρυφερούς νέους απ΄όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου. Τελευταίο σύνορο το δάσος στο τέλος του αστικού ιστού και ο ζωολογικός κήπος με τις σκιές των ελεφάντων κάτω απ΄το κατάκοπο και υγρό, γαλλικό φεγγάρι.Αυτός ο κόσμος απέμεινε μια ζώνη ουδέτερη, για πρόσωπα χαμένα που προτιμούσαν μια μυστική ζωή στις παρυφές της πόλης. Σ΄αυτές τις μικρές οδούς που οδηγούν τα πλήθη μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως επιζεί κάτι από τη γαλλική μεταφυσική, αυτήν που αποδίδει το χαρακτήρα της επανάστασης σ΄αυτά τα ιδιόμορφα, μεταβιομηχανικά τοπία.Η μεταφυσική είναι πρώτη μνήμη, πίστευε πάντα και μάλιστα υπερασπιζόταν αυτήν της την τοποθέτηση με τρόπο θερμό στις γαλαρίες του café. Τα σύνορα που διαρκώς διευρύνονται οδηγώντας στις αναρίθμητες εκδοχές της μνήμης προσδίδουν το μυστικιστικό χαρακτήρα στη ζωή των ανθρώπων και την ίδια την πόλη. Η μικρή αυτή πόλη της νεότητάς της αποκτά εξωφρενικές διαστάσεις, συνοψίζοντας το πλήθος και την εποχή του. Οι εξομολογήσεις της θ΄αποκαλύψουν αυτή την ειδική ατμόσφαιρα που είχε να κάνει πρώτα με την ίδια της τη ζωή και έπειτα με το σχέδιο αυτής της πόλης και τα χαμένα cafe, τους φίλους και τους οραματικούς στόχους, όπως μια αέναη καταγραφή των θαμώνων, μ΄ακρίβεια των ημερήσιων αφίξεων και αναχωρήσεων. Στις ταπεινές λεπτομέρειες στηρίχτηκε για πάντα η ζωή αυτού του κοριτσιού που μετρά ήδη μισό αιώνα εαρινών ισημεριών μα δεν λησμονεί ποτέ το ψευδέστατο όνομά της, αυτό που της αποδόθηκε μες στην τρομερή ανωνυμία των χαμένων χρόνων.Συχνά η ίδια καταγράφει τους ανθρώπους του παρελθόντος και ιχνογραφεί σε πρόχειρα χαρτιά τις ειδικές σχέσεις που τους συνέδεαν. Τότε, καθώς όλα επανέρχονται στη μνήμη της ορμητικά και ασυγκράτητα, οι ουδέτερες ζώνες που περνούν πια στην ιστορία διευρύνονται, για να επιβεβαιώσουν ένα τοπίο διόλου κοσμοπολίτικο ή με θαυμάσια κοινωνικά χαρακτηριστικά, αλλά σκηνογραφίες που μαρτυρούν το πέρασμα απ΄τη μια μοναξιά στην άλλη.Οι μικροί θάνατοι των ονομάτων που συμβαίνουν δίχως θόρυβο, οι παλαιές διαπιστώσεις του Θεόφιλου Γκωτιέ και άλλων εισβάλλουν στην τωρινή της ζωή. Τώρα που το σχήμα της εμπειρίας ολοκληρώνεται μπορούν να εκτιμηθούν τα μικρά, αναγνωριστικά σημάδια που συνθέτουν τους ανθρώπινους κύκλους.Μιλά σαν αυτούς με το περίσσιο, εσωτερικό ενδιαφέρον. Ερμηνεύει διαρκώς τις πιο απλές και αδιάφορες κινήσεις της, θυμίζοντας την επιστολογραφία που διασώζεται στο ύφος του αυθεντικού, εσωτερικού μονολόγου.Κάπως έτσι όλοι οι δρόμοι του θεάτρου οδηγούν στην καρδιά του καλοκαιριού, έναν αρκούντως, ευτυχή προορισμό που σε τίποτε δεν έχει να κάνει με τις προθέσεις ενός που, ας υποθέσουμε, καταγράφει την υπόθεση, τα πρόσωπα, τους δεσμούς τους. Τα πρόσωπα γύρω της μιμούνται τις συνήθειες και τις εκπλήξεις της ζωής. Χάνονται και επανέρχονται με ξαφνικούς ανέμους, τώρα στην πιο μεγάλη ησυχία που σημαίνει ο διακριτικός αόριστος ενός ημερολογίου, ενός λευκώματος της γαλλικής πρωτεύουσας. Η ίδια συνέπεια με την οποία ανακαλούνται οι μορφές του παρελθόντος και τα σκόρπια χαρακτηριστικά τους, χαρακτηρίζει τις μικρές και τις μεγάλες αλλαγές της ζωής. Όπως τον παρολίγο θάνατό της, μια και ως ιδέα πια περνά στην αθανασία, μαζί με τα café και τις καλλιτεχνικές θεωρήσεις των αστικών όχθεων.΄Η εκείνον τον νέο που θα μπορούσε να ονομάζεται Μοδιανό και εμφανίζεται σε μια ξαφνική εναλλαγή της προοπτικής, αποφασισμένος να εγκαταλείψει για πάντα τις σπουδές στην εθνική σχολή των μεταλειολόγων. Απέμεινε να αιωρείται ανάμεσα στις εποχές, τα περισσότερο ή λιγότερο γνωστά πρόσωπα στο Παρίσι, την Αθήνα ή την Ρώμη, σε παλαιές και νέες πόλεις που διασώζουν ακόμη κάτι απ΄την παλιά και αιώνια νιότη τους. Έπειτα σχεδίασε ένα πολύγωνο, με ελεύθερες και ακαθόριστες άκρες. Σε κάθε σημείο του υπέδειξε ένα όνομα, καθιστώντας την αφήγηση της ζωής της μια υπόθεση πρωτίστως δίκαιη, πολυφωνική.