Αφιάρτης. Το Gemar και η καλύ(β)α του Τούρκου…

 

Mallofti af 24grammatajpgΑφιάρτης. Το Gemar και η καλύ(β)α του Τούρκου…

 γράφει ο Μανώλης Δημελλάς 

Διαβάστε όλη την εργογραφία του Μανώλη Δημελλά  στο24grammata.com κλικ εδώ

φωτογραφία Καλλιόπη Μαλλόφτη

Στην κάτω άκρη από το Λύκι, στον Λιανό κάβο του Αφιάρτη, εκεί που μια ευθεία βγάζει στο Λύκιο πέλαγος,δύο Τούρκικα απομεινάρια μας  γυρνούν πολλά χρόνια προς τα πίσω.

Πρώτη η καλύ(β)α του Τούρκου, eκείνη η περίεργη πέτρινη χαλασμάα, που οι περαστικοί ψαράδες λένε ότι πρόκειται για το σπιτάκι ενός άγρυπνου φρουρού.

Εκεί ήταν του  Αλατιού ο φύλακας!

Πολλά χρόνια πίσω, όταν λευκός χρυσός ήταν το χοντρό θαλασσινό αλάτι.  Και τότε οι αλυκές, στον κάβο του Αφιάρτη, ήταν φορτωμένες από αυτό το Θεϊκό δώρο, που αν το τρυγίσεις κατά το Μάη είναι το πιο γλυκό αλάτσι όλου του κόσμου. Όμως από τότε τα δώρα της φύσης κάποιοι τα ήθελαν δικά τους.

Παραδίπλα ένα άλλο Τούρκικο κουφάρι είναι το Gemar 1,το φορτηγό βαπόρι που ξέπεσε από τη πορεία του πάνω στα βράχια, στις 19 Νοέμβρη 1982.

Ήταν νύχτα, ο καιρός είχε φρεσκάρει, και το βαπόρι με χαραγμένη πορεία για κάποιο Ιταλικό λιμάνι, επέστρεφε από την Ανατολή. Είχε παραδώσει τα φορτωμένα φωσφάτο (λίπασμα), από αμπάρια του και πήγαινε για να ξαναφορτώσει.

Ο Γιάννης Γεραπετρίτης ζούσε τότε στον Αφιάρτη και από το ξημέρωμα να είδε το σκαρωμένο πλοίο. Τέσσερις-πέντε Τούρκοι ναυτικοί και ο καπετάνιος, με ένα όπλο, δεμένο σε μια θήκη πάνω στη ζώνη του. Όλοι τουρτούριζαν από το κρύο και τη πείνα, είδαν τους Καρπάθιους φορτωμένους με  νερό και φαγητά, και ησύχασαν.

Στην αρχή πίστεψαν ότι  έπεσαν μεσοπέλαγα πάνω σε κάποια ξέρα, φόρεσαν σωσίβια και πέταξαν μια βάρκα για να σωθούν. Το βαρκάκι όμως έσκασε με φόρα στα βράχια του κάβου και ξεφούσκωσε, τότε πια οι ναυτικοί κατέβηκαν φοβισμένοι και την έβγαλαν σε μια σπηλιά μέχρι που ξημέρωσε.

Το βαπόρι, δεν ήταν εκεί που σκουριάζει σήμερα, ήταν λίγο παραμέσα, πιο βαθιά.

Ο καπετάνιος είχε ελπίδες, πίστευε πως ένα ρυμουλκό θα τα κατάφερνε να ξεκολλήσει το γατζωμένο Gemar 1, που έμοιαζε με λαβωμένο  στρείδι.

Λίγες μέρες μετά έφτασε ο “Άτλας”, ένα μικρό στο μάτι ρυμουλκό με μια μηχανή λιοντάρι, έτσι είναι αυτά τα διαολεμένα βαποράκια. Έφτασε ένα πέρασμα του γύρω από το πλοίο, για να εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια και να γυρίσει άπραγο στον Πειραιά.

Ο Γιάννης Γεραπετρίτης θυμάται τον γέρο Τούρκο καπετάνιο, όταν έβγαλε το πιστόλι κι έκανε να παίξει μια, όμως ακόμη και το όπλο άργησε πολύ να πάρει μπροστά.

Πέρασαν 32 χρόνια, και το πλοίο παραμένει πάντα εκεί, ένα αναγκαστικό σύμβολο της μοίρας στην αγκαλιά του Αφιάρτη.

Με την προσγείωση του αεροπλάνου στο νησί ή την αναχώρηση με το πλοίο, και με κατεύθυνση προς τη Κάσο, ο ταξιδιώτης της Καρπάθου περνά πολύ κοντά, μια ανάσα από το επιφανειακό ναυάγιο του Αφιάρτη.

Ακόμη περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ονομασία της περιοχής που ακούμπησε για πάντα το Gemar 1. Σύμφωνα με τους ιστορικούς ερευνητές, είναι μια παράφραση του ονόματος ενός τρομερού και αδυσώπητου Γίγαντα, του Εφιάλτη.

Οι Γίγαντες δεν ήταν παίξε-γέλασε, πρόκειται για όντα τρομακτικά, θεόρατα και υπερφυσικά. Κατοικούσαν στις δυτικές ακτές του Ωκεανού, μάλλον λίγο κάτω ή πιο πάνω από τη Κάρπαθο, όπου συχνά τους επισκέπτονταν οι θεοί και έπαιρναν μέρος στα συμπόσια τους.

Η μυθολογία θέλει τον Δία κάποια στιγμή να ξεμπερδεύει με τους παμπάλαιους θεούς, τον γέρο Κρόνο και τους Τιτάνες.

Τότε η Γαία, γριά παμπόνηρη,  σιχάθηκε τον Δία και τους υπόλοιπους νέους θεούς και ημίθεους του Ολύμπου. Ξεσήκωσε τα παιδιά της, τους Γίγαντες, και αυτοί με αρχηγό τον Ευρυμέδοντα πετούσαν προς τον ουρανό τεράστιες κοτρώνες και φλεγόμενα βελανίδια.

Ο πόλεμος αυτός κράτησε πολύ καιρό, αλλά με την βοήθεια των θνητών, δεν έμεινε ρουθούνι από τις παλιοσειρές των Θεών.

Με τον Εφιάλτη, τα πράγματα δεν ήταν πολύ εύκολα, υπήρχε χρησμός, που δεν άφηνε περιθώρια. Αυτός ο Γίγαντας, έλεγε η μάντισσα, θα ψόφαγε μόνο αν του κατάφερναν δύο χτυπήματα ταυτόχρονα, ένα από θνητό, και ένα από χέρι Θεϊκό. Δεν θα γινόταν αλλιώς!

Ο Εφιάλτης είχε κακό τέλος, με το αίμα να τρέχει σαν ποτάμι πάνω στο πρόσωπο και το τεράστιο σώμα του ξεψύχησε τυφλωμένος, από τα βέλη του Ηρακλή και του Απόλλωνα.  Η Γη για να εκδικηθεί τον Ηρακλή και το ανθρώπινο είδος, άρχισε από τότε να στέλνει τη μορφή του Εφιάλτη στα όνειρα των θνητών. (Να κι απαντήσεις, που ψάχνει ο Φρόυντ και η παρέα του)! Μήπως, όπως γράφουν άλλοι μύθοι, τελικά τον σκότωσε ο δίδυμος αδελφός του, ο Ώτος;

Ας επιστρέψουμε στον Νότιο κάμπο της Καρπάθου. Στοιχεία για την ονοματοδοσία αυτής της περιοχής ουσιαστικά δεν υπάρχουν, με τη καλοκαιρινή φαντασία να καλπάζει, μπορούμε να προβάλλουμε την πιθανή εκδοχή που να μας ταιριάζει περισσότερο. Τον άνεμο που σαρώνει ή τους Τριμμάτιες πειρατές που εδώ κάτω, στο Μακρύ γιαλό, ήταν τα πονηρά λημέρια τους.

Με στίχους ο Μαντιναδόρος Αριστείδης Παπουτσάκης δίνει την ιστορία:

…Ποδώ περνούσα πιρατέ στο δεύτερο αιώνα και

η ζωή γινότανε μαρτύριο ακόμα

εκλένα ελυστένανε το παν λεηλατούσα

και ανθρώπους στο Αλγέριο για σκλάβους

επουλούσα.

Εκλένα τα υπάρχοντα, το σύκο το σταφύλι και

ψύνα εις τους κάτοικους το ψάρι εις τα χείλι…

Σήμερα τον Αφιάρτη θα τον λατρέψει και θα σου παραδωθεί ή δεν θα σε συμπαθήσει και θα σου γυρίσει νευρικά τη πλάτη!

Ας δούμε πως περιγράφει ο Μιχαηλίδης Νουάρος την περιοχή:

“Αν αρχίσωμεν από τα νοτιώτατα της νήσου θα συναντήσωμεν την αξιόλογον από απόψεως μεγέθους και ευφορίας πεδιάδα του Αφιάρτη (πάνω και κάτω Αφιάρτης) ήτι σπειρομένη κυρίως δημητριακά ανήκει κατά το πλείστον εις τους κατοίκους της πλησίον κώμης των Μενετών, αλλά και εις τους, τέσσαρας ώρας και πλέον, απέχοντας κατοίκους της κώμης του Όθους”.

Ο Αφιάρτης έχει μπόλικους θαλασσινούς εραστές, κυρίως είναι οι παθιασμένοι σέρφερς, που τρελαίνονται με τον άνεμο, αφού τέτοια εποχή τους κάνει όλα τα χατήρια. Αν και δεν είναι λίγοι οι ψαράδες, που γνωρίζουν τα περάσματα των μποεμ Σκάρων, των πρωταθλητών γυαλιστερών Σαργών ή των σκληροτράχηλων Γερμανών και στήνουν στρατηγικά καρτέρια.

Από τα Δυό βουνιά, το Βρούλλο, το Λευκαντρίτη τη Πούντα, του Μιχαλιού το Κήπο και τον Ψωράρη, γυρνάμε στο Μέσα και Έξω Ελαάρη και το Μαύρο Αυλάκι. Έπειτα πιάνουμε το Λύκι, το Μακρύ γιαλό, το Καρβουνόλακο, το Περιστερώνα, τη Πούντα και το Βώλακα μέχρι το Αμουάκι. Στη πάνω μερά, εκεί στον Άη Γιάννη, ένας άλλος  ξεχασμένος πια Αφιάρτης. Η Σπινομέλισσα, ο Μολυάς, ο Τσίγκουνας και ο Βαληάς. Και τόσες άλλες κρυφές γωνιές, που τις κατέγραψε στο βιβλίο του ένας άλλος φανατικός λάτρης του Αφιάρτη, ο γιατρός-συγγραφέας Γιώργος Μ. Γεωργίου.

Εκείνοι που γνωρίζουν  δεν αλλάζουν τη μουρμούρα του αέρα και το περίεργο κάψιμο του ήλιου. Μάλλον ακόμη σεργιανούν πέρα-δώθε, φαντάσματα από ξεχασμένους Γίγαντες, που κρατούν αγκαλιά τρυφερές Αναράες, και δεν έπαψαν ποτέ να σιγομουρμουράνε μαντινάδες πάνω στις ακτές του. Αν πάντως δείτε κεχριμπαρένια ματάκια να σας παρατηρούν τη νύχτα,  μη τρομάξετε, κάποιος λαγός του Αφιάρτη πάλι ξαγρυπνά!

 

Πηγές-Αφήγηση

Γιάννης Γεραπετρίτης

Σύλλογος Μενεδιατών Καρπάθου, Ο Ιερός Βράχος Μόντρεαλ Καναδά.

Καρπαθιακά, Γ.Μ.Γεωργίου, 1958.

Τοπωνυμικό Καρπάθου, Κων. Μηνάς, Εξάντας 2000.

Ιστορία της Νήσου Καρπάθου. Μ.Γ. Μιχαηλίδου-Νουάρου. Σερμπίνη, 1940.

defencenet.gr

theancientweb.wordpress.com