ΙΕΡΑ ΟΔΟΣ, Άγγελος Σικελιανός

σικελιανος 24γραμματα24grammata.com/ ιστορία της λογοτεχνιας

ΙΕΡΑ ΟΔΟΣ
Άγγελος Σικελιανός (15 Μαρτίου 1884 – 19 Ιουνίου 1951)

γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος.

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

Ένα χνάρι της Ιεράς Οδού κοιμάται πλάι στη λίμνη των Ρειτών. Δίχως γεφυρισμούς, δίχως οδοιπόρους η μυστική οδός του Σκαραμαγκά. Που πεθαίνουν τα πλοία, που συλλέγονται τα σίδερα και βαθαίνει η σκουριά. Η υπόλοιπη οδός κρύβεται κάτω από την Αθήνα και την Ρώμη, κάτω από αιώνες πυρκαγιάς. Τ΄αγάλματα, τα εργαστήρια, οι βωμοί. Τίποτε δε θα ξαναδείς στην ωραία οδό, τίποτε από τα μυστήρια και τα μάρμαρα της Ελευσίνας. Τίποτε απ΄την Ιερά Οδό. Και ακόμη χαμένος εκείνος ο ποιητής που ράγισε κάποτε, ελπίζοντας πως από μια τέτοια ρωγμή θα ΄ρθουν οι νέοι καιροί. Πως θα ΄ρθει ο καιρός που σαν μια ψυχή θα βαδίσουμε τον ίδιο δρόμο. Για τη ρίζα και τ΄όραμα.
Ο Άγγελος Σικελιανός στα ερείπια, στις σκόρπιες πέτρες της οδού, μες στο φως. Είπαν είναι ποιητής, είναι άρρωστος, χωρίς δαιμόνους δεν μπορεί να περπατήσει. Εκείνος όμως ήταν κυριευμένος απ΄τα μνημεία, το παρελθόν, το φως της Δήλου. Η ψυχή του γεμάτη από αμφορείς, ληκύθους και υδρίες, ετοιμόρροπους ναούς και μάτια που εξέχουν απ΄το χώμα. Όπως εκείνη η Υγεία που επιχωματώθηκε στη Στυμφαλία, τα σπασμένα χέρια των κούρων και το προσωπείο της μιας έφηβης που προσεύχεται. Η ψυχή του γεμάτη από την ιεροσύνη της οδού. Αυτός ο άνθρωπος δεν γνώρισε ποτέ τη γλώσσα των γεφυρισμών. Ευθύς, ωραίος και θεατρικός εθεάθη στους Δελφούς, τ΄αρχαία θέατρα. Κάποτε τα κόκκινα άνθη στους βωμούς, μες στους πυκνούς ελαιώνες της Επιδαύρου και αλλού. Κάποτε πελώριος, θαρραλέος όπως κανείς, εκφωνητής των ύμνων και των στίχων, ενδεδυμένος με τ΄ολόλαμπρο φόρεμα της ελευθερίας, τιμώντας τις ελληνικές εντολές, το δωδεκάλογο, εκείνον που ονειρεύτηκε τα ποιήματα τραγούδια στο στόμα του λαού. Και άλλοτε εμπρός στις θηριωδίες του αιώνα, ενώπιον του εθνικού μαρτυρίου. Εκείνος μάρτυρας των φυλών και των μητέρων όταν αντικρίζουν τον παλμό και τη θλίψη των παιδιών.
Ο Άγγελος Σικελιανός γράφει ένα ποίημα για την Ελλάδα. Πρόκειται ίσως για ένα απ΄τα σπουδαιότερα δείγματα της ελληνικής, συμβολιστικής ποίησης. Η Ιερά Οδός συνιστά έναν δεσμό με το παρελθόν, μια μνήμη που ανακαλείται, ένα δείγμα της λαϊκής οδύνης που χαρακτηρίζει εδώ και αιώνες τούτο τον τόπο και κοινωνείται από γενιά σε γενιά. Το ποίημα είναι χορός ελληνικός σ΄άδειο θέατρο. Είναι οι αληθινές εικόνες της παράδοσης, η τραχιά, ελληνική ζωή μας. Η νατουραλιστική Ελλάδα των ηθογραφιών και της χριστιανοσύνης δεν αποτελεί παρά τη συνέχεια εκείνων των ανθρώπινων δραμάτων που στοίχισαν τόσο στην Αργολίδα και αλλού. Ο Άγγελος της Ιεράς Οδού είναι ο Ορέστης που γυρεύει το νόμο των ανθρώπων, είναι ο κλέφτης των ελληνικών βουνών που πολέμησε, χάνοντας το βιος του και τώρα ασθματικός, γεμάτος τσιμέντα και βροχή γυρνά στο ισόγειο σπίτι της Ελευσίνας. Είναι εκείνη η σκιά της αγέλαστου πέτρας, μια μοναχική ταυτότητα ανάμεσα στ΄αρχαία και τις κεντρικές, αστικές λεωφόρους. Είναι ο γεμάτος αγωνία άνθρωπος της νέας χιλιετίας που συλλαμβάνει μια εικόνα απ΄το παρελθόν για να παραχωρήσει και εκείνος με τη σειρά του τη μεγάλη προσευχή, τον όρκο για τον κόσμο και το μέλλον του. Είναι ένα αγέννητο παιδί ακόμα, μια γενιά που μέλλεται, ακέραιοι άνθρωποι που θα βαδίσουν πάνω στα δικά μας ερείπια. Ο Άγγελος Σικελιανός είναι ποιητής φτιαγμένος από το ίδιο, εκείνο υλικό που δούλευαν οι πελασγοί τεχνίτες στ΄άδυτα του Αιγαίου. Είναι μια υπενθύμιση και ένας τρόμος για μας τους νεότερους. Τρόμος επειδή ακόμη χορεύει το ζώο στο ρυθμό του ζουρνά και ακούγεται το σύρσιμο της αλυσίδας και όλο φέγγουν  μάτια απ΄αλδαία.
Τίποτε δεν απέμεινε πια Άγγελε. Η Ελευσίνα θυμάται κάπου κάπου τον Αισχύλο, οι γυναίκες πάντα την Περσεφόνη, πάντα τη θλιμμένη Δήμητρα. Η Ελευσίνα μετρά ακόμη τους νεκρούς της. Εκείνοι που περνούν έξω απ΄την πόλη θα αισθανθούν ένα δέος. Αν αναλογιστούν πως εδώ στάθηκες εσύ, πως εδώ βρέθηκε ένας απ΄τους επτά των Θηβών, πως ποτέ δεν σβήστηκε ο μοναχικός δρόμος και πως εσύ Άγγελε υποσχέθηκες κάποτε για το φως και τις καρδιές μας.
Η μνήμη για το θάνατο του Άγγελου Σικελιανού δεν μπορεί παρά να υπάρχει σ΄όσους τόπους υφίσταται ψυχή ελληνική.Αυτή η μνήμη συναντά άλλα μεγέθη. Όπως εκείνο του Νίκου Εγγονόπουλου, του Φιλέλληνα Ανδρέα Εμπειρίκου, του Νίκου Γκάτσου όταν ελπίζει σε Θεό και όταν σ΄αντικρίζει Ελλάς με τ΄αρχαία σου στολίδια, όπως το υπάκουο ζώο της Ιεράς Οδού. Ετούτο το τελευταίο με το θαρραλέο δράμα του που μοιάζει τόσο στους καιρούς μας, ετούτο και μόνο μπορεί να καταστήσει τις πορείες ιερές. Ο Άγγελος Σικελιανός μαρτυρά το δράμα της φυλής του και μαζί ολόκληρη την ανθρώπινη δυστυχία, ακέραια, πέρα από σύνορα, σημαίες και αφίσες. Ο ποιητής στην ακτή της λίμνης θα μπορούσε να θεαθεί ακόμα στ΄άδειο πρακτορείο, σ΄εκείνη τη θολή και κρύα ατμόσφαιρα. Ή πάλι στον κήπο της Γεσθημανής. Έτσι θα ονομάζεται πάντα η επιστροφή στο φως της κοιτίδας και της αθωότητας, έτσι πάντα τ΄όνομα μιας δεύτερης ευκαιρίας για τη σωτηρία της ιστορίας. Η σκηνογραφία του Άγγελου Σικελιανού απαντάται μες στο πολύπτυχο θέατρο της ψυχικής, ελληνικής ποίησης. Ετούτο το ποίημα είναι ένας χαιρετισμός και μια υπόσχεση. Μια ελπίδα για τ΄αγέννητα παιδιά. Μια ταυτότητα για να θυμηθείς ποιος είσαι, είπε ο Νίκος Γκάτσος.
Το μόνο καταφύγιο σ΄όλο το μήκος της Ιεράς οδού είναι εκείνο το κοιμητήριο των ψυχών. Και οι πέτρες Άγγελε και οι πέτρες.