Οι λαθρόψυχοι (1): “Ιταλικό όνειρο”, Γ. Δαμιανός

Εmigration 24grammataΟι λαθρόψυχοι (1)

Λαθραίων έργα

Μικρές ιστορίες για φανερούς μετανάστες

Δοκιμές αναζήτησης για τα λαθραία όνειρα, τις λαθραίες ελπίδες, τα λαθραία συναισθήματα ολοφάνερων ανθρώπων

Περιμένουμε και τις δικές παρόμοιες σύντομες ιστορίες (650 – 1000 λέξεις). Στο τέλος θα εκδοθεί ένα συλλεκτικό ψηφιακό και έντυπο βιβλίο (το 24grammata.com διατηρεί το δικαίωμα να μη δημοσιεύει ιστορίες που δε συνάδουν με τις υπόλοιπες. Έναρξη συλλογής: 18/02/2014)

Διαβάστε και τα άλλα μικροδιηγήματα της ίδιος σειράς: εδώ

  1. Γιώργος Δαμιανός, Ιταλικό όνειρο, εδώ

  2. Γιώργος Νικ. Σχορετσανίτης, Το ταξίδι σαν απόδραση – αλλά από πού; εδώ

  3. Τίνα Κουτσούμπου, Ο Καινούριος, εδώ

  4. Σωτήρης Αθηναίος, Η βουβή μούμια, εδώ

  5. Στέλιος Μοιρας, True story, εδώ
  6. Θεοχάρης Παπαδόπουλος,   Η ανηφόρα μιας ζωής εδώ
  7. Γαβριήλ Παναγιωσούλης, Απατηλά Όνειρα, εδώ
  8. Γιώργος Μάντζιος, Κόκκινα νύχια, εδώ
  9. Μ.Τασάκος, Αγριόχορτα εδώ
  10. Γ. Πετρέλλης, Σεργκέι, εδώ
  11. Γ. Πρίμπας, Προηγούνται οι ντόπιοι, εδώ
  12. Απ. Θηβαίος, τα πρόσωπα της ελληνικής νομαρχίας, εδώ
  13. Χρ. Βατούσιος, Μια θέση στον ήλιο,  εδώ
  14. Βαγγ. Μαυροδής, Γιάννης, ο Ρώσσος εδώ
  15. Δημοσθένη Μιχαλακόπουλο, Η Ελπίδα, εδώ

1ο

Ιταλικό όνειρο

 

γράφει ο Γιώργος Δαμιανός

Άνδρας, όψη βαριά άρρωστου, σκεπασμένος με κουβέρτα έχει ρίγη, βρίσκεται ανάμεσα σε σκουπιδότοπο

     Ήμουν ανήσυχο πνεύμα από μικρός. Ήμουν ο μικρότερος στην οικογένεια, ο μοσχοχαϊδεμένος όλων, της γιαγιάς, της μάνας και των αδελφών μου. Ήμουν το πείσμα όλων. “Ένας να ξεχωρίσει” έλεγε η γιαγιά και όλοι αθόρυβα συμφωνούσαν. Δεν ήθελα με κανένα τρόπο, σχεδόν με τρόμαζε η δουλειά στο εργοστάσιο, αν και δούλευα, αναγκαστικά, τα καλοκαίρια. Αλλά, ευτυχώς, μόνο τα καλοκαίρια. Ήθελα τα γράμματα. Ήμουν ο μόνος στο χωριό που τέλειωσε την υποχρεωτική παιδεία, μου άρεσε το διάβασμα, είχα ευχέρεια στις ξένες γλώσσες, μου άρεσε η ποίηση αλλά ο μεγάλος αδελφός μού έλεγε να μην το λέω παραέξω, μη με παρεξηγήσουν. Το καμάρι της μάνας μου ήμουν και η μάνα μου και η γιαγιά ονειρεύονταν ότι σίγουρα θα ξεχωρίσω, ήμουν φτιαγμένος για μεγάλα, “πέρα από την κοιλάδα του χωριού υπάρχει ο κόσμος ο δικός σου κόσμος”, “ανάμεσα στους ανθρώπους, που ξέρουν να εκτιμάνε τα ανθρώπινα δικαιώματα” έλεγε και ξανάλεγε η γιαγιά μου και είχε καταφέρει να τους πείσει όλους μέσα στην οικογένεια. Τον πατέρα μου δεν τον γνώρισα. Πέθανε λίγο μετά τη γέννα μου, γι αυτό και φέρω το όνομα του. Πέθανε στα τριάντα του, αφήνοντας έξι παιδιά, τέσσερα αγόρια και δυο κορίτσια. Οι άνδρες στο χωριό πεθαίνουν νέοι. Ίσως είναι από τη φύση, ίσως και να φταίει το αμερικάνικο εργοστάσιο ελαστικών. Στο χωριό λειτουργεί το παγκοσμίου φήμης εργοστάσιο ελαστικών Pneumatic International. Κάποιοι λένε ότι είναι τα καλύτερα λάστιχα στον κόσμο και βγαίνουν από τα χέρια των συγχωριανών μου και των αδελφών μου. Και τα τρία μου αδέλφια από μικρά παιδιά εκεί δουλεύουν. Τρία δολάρια τη μέρα από την Ανατολή μέχρι τη Δύση του ήλιου. Μικρό το μεροκάματο αλλά στο σπίτι ακόμα είναι τρία τα μεροκάματα και δίνουν εννιά δολάρια τη μέρα, δεν είναι και λίγα. Η γιαγιά, όμως, ήθελε να φύγω, να σωθώ, να μην πεθάνω στα τριάντα. Να κάνω μια μικρή περιουσία εδώ στην Ιταλία και να βοηθήσω τα αδέλφια μου. “Μακριά – μακριά από τα λάστιχα” έλεγε. “Ζήσε καλά, ζήσε με αξιοπρέπεια, μακριά από τα λάστιχα”

     Δυο χρόνια τώρα ζω στην Ιταλία, δίχως χαρτιά. Και η αξιοπρέπεια καθώς και τα δικαιώματα πάνε μαζί με τα χαρτιά, βλέπεις. Δεκαπέντε ολόκληρα ευρώ με πληρώνουν, όταν βρίσκω μεροκάματο και βρίσκω σπάνια, είναι αλήθεια. Με πονάνε οι άνθρωποι εδώ. Η ματιά τους είναι αλάτι στην πληγή μου. Και τελευταία έχω πολλές, πάρα πολλές πληγές. Δε μιλάνε, ούτε προσπαθούν να εξηγήσουν. Δείχνουν με τα χέρια, δυο – τρεις χειρονομίες, κάποιο επιφώνημα και ίσως κάποιες λέξεις, κατά λάθος. Από δέκα χρονών μιλώ Ιταλικά. Στο χωριό μου, πριν κοιμηθώ, διάβαζα Δάντη από το πρωτότυπο, αλλά εδώ στην Ιταλία ακόμα δεν βρήκα άνθρωπο, για να με ακούσει.

    Έφυγα από το Μιλάνο, γιατί φοβήθηκα τη Λέγκα. Κυνηγάνε όλους τους ξένους, αν δεν έχεις χαρτιά δεν μπορείς να σταθείς εύκολα και όσοι έχουν σε λίγο θα πρέπει να μετακινούνται σε ειδικά βαγόνια στο μετρό μόνο για τους μετανάστες. Ήρθα στο Νότο. Εδώ, τουλάχιστον, δε σε κυνηγά και τόσο πολύ η αστυνομία. Δουλεύω στις ντομάτες. Δέκα – δεκαπέντε μεροκάματα το μήνα βγαίνουν δε βγαίνουν και απ αυτά τα μισά κινδυνεύεις να μη στα πληρώσουν. Με το έτσι θέλω, έτσι γουστάρω. Ο Δήμαρχος μάλιστα έχει και ειδικό λεωφορείο για να μετακινούνται αποκλειστικά οι μετανάστες. Δεν τα γράφω αυτά στη γιαγιά. Δε γράφω πια σε κανέναν…

    Είμαι με πνευμονία τρεις εβδομάδες. Ο πυρετός δε λέει να πέσει και πως να πέσει; Με τι φάρμακα; με ποια φροντίδα; Αλλά εδώ που φτάσαμε, ποιος νοιάζεται;

    Το μόνο που με κάνει να νοιώθω καλύτερα είναι να βρίσκομαι εδώ ανάμεσα στα σκουπίδια. Τις προάλλες είδα, σε παρκαρισμένα αυτοκίνητα, λάστιχα της Pneumatic International. Tα χάιδευα, όπως χαϊδεύει η νιότη τα όνειρα. Ίσως και να τα είχαν φτιάξει τα αδέλφια μου, ίσως και εγώ ο ίδιος, σκέφτηκα. Ίσως και να υπήρχαν αποτυπώματα από τα χέρια μας . Δρόσισε την ψυχή αυτό το “μας”. Το χάιδευα και το φίλαγα με τις ώρες. Μακάρι να έβρισκα ανάμεσα σε αυτά τα σκουπίδια κανένα λάστιχο της Pneumatic International.

    Να το ‘χω δίπλα μου, τώρα που ο θάνατος πυρώνει τα μάτια μου. Τουλάχιστον, να μην πεθάνω μόνος…