Ο αστεϊσμός στον Γ. Σκαρίμπα

skarimpas-24γραμματα

24grammata.com/Σκαρίμπας -αφιέρωμα

Διαβάστε το αφιέρωμα του 24grammata.com στον Γ. Σκαρίμπα (έργα, μελέτες) κλικ εδώ

«Η ΝΥΧΤΑ ΣΤΟ ΚΑΣΤΡΟ»
Η λογοτεχνική συνδεσιμότητα του Γ. Σκαρίμπα
Με την έννοια της ανατροπής, καθώς αυτή πραγματώνεται
Με τη χρήση του αστεϊσμού ως μέσου.

γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος.

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

Με τα νευρόσπαστα, τον πικραμένο ψαρά της «κουλουριώτικης τράτας», την Μαίρη Δεπάνου και τον Μαριάμπα, συμφωνήσαμε να ανεβούμε στο κάστρο. Είναι ένας παλαιός, ανηφορικός δρόμος που ανέρχεται αντιθέτως της εκκλησίας της Ευαγγελίστριας και απομακρύνεται αργά της πόλεως της Χαλκίδας. Συμφωνήσαμε να βρεθούμε ύστερα από πολλές παρακλήσεις, μια και η Δεπάνου, αλλά και ο Μαριάμπας φέρουν εμφανή τα σημεία του γήρατος, καθώς τόσα έτη επέρασαν από τον καιρό που ετέθησαν επί το φως του κόσμου. Περπατήσαμε λοιπόν με ησυχία, δίχως να μιλούμε, διότι μια τέτοια ώρα μπορείς αν ησυχάσεις να ακούσεις το παίδεμα των νερών, μπορείς να ακούσεις τον κυρ Γιάννη να γελά μες στην κάμαρή του στο σπίτι της ομώνυμης οδού. Μα εμείς το γνωρίζουμε, εμείς ετούτο το γέλιο το λογίζουμε βαθύτερο και ουσιαστικό και καμιά απολύτως σχέση δεν κατέχει με τις ρηχές οικειότητες και τους εφήμερους αστεϊσμούς των εποχών μας. Σιγά, ανεπαίσθητα κάπως, απομακρυνθήκαμε ολότελα από την πόλη της Χαλκίδος και έτσι καθώς πορευόμαστε ακούγαμε μόνο τον ήχο του ανέμου, ακούγαμε ξέθωρο, σβησμένο το στακάτο χτύπο των τακουνιών της Μαίρης, ακούγαμε και αισθανόμαστε αυτούσια και γερή την τραγική μας ρίζα που πάλλεται εντός μας, την ίδια εκείνη επισήμανση με την οποία μας εσήμανε η σκέψη του αγοριού από τη νήσο Αμοργό.
Έπειτα νυχτωθήκαμε στο κάστρο ψηλά και απλωνόταν με ευχαρίστηση και νωθρότητα ο Ευρίπος. Κάποιος είπε, ίσως ήταν ο Μαριάμπας, ίσως πάλι η απόκοσμη φωνή του ίδιου του ποιητή, λιπόσαρκου από το σύνορο της μοναξιάς. Ακούστηκε σαν χαρά, σαν γέλιο ακούστηκε η φωνή του, ανακατεύτηκε η φωνή του με τα νερά και θυμηθήκαμε τις Πλάτρες και το σπαραχτικό σφυροκόπημα των πουλιών, ακόμα τις κάριες θυμηθήκαμε που χτυπούν τις στέγες και έρχονται από τις χαράδρες της Πρέβεζας, κατάμαυρες και διαχρονικές. Δεν επιμείναμε όμως στη σιωπή, παρά τη διακόψαμε με τα νευρικά μας γέλια, καθώς παρατηρούσαμε τη συμπλοκή των σκιών μας που αποκτούσε επικίνδυνες και ανεπανάληπτες γεωμετρίες. Η Δεπάνου τότε παρατήρησε πόσο δίκιο είχε ο Ραφαηλίδης όταν ετόνιζε πως το κωμικό διαθέτει μια τάση προς το τραγικό και αντιστρόφως. Όλοι, λοιπόν ακόμη και οι διαφωνούντες προστρέξαμε στον   Goleman και τον δικαιώσαμε επειδή υποστήριξε πως είναι στην έκπληξη, -διατηρείται αναλλοίωτο το όραμα των σκιαγραφήσεων καθ΄όλη τη διάρκεια της διαλλεκτικής μας-, που φύεται το κωμικό και παύουν οι στερεότυπες θεωρήσεις για να αναδειχθεί διαυγής και ακηλίδωτη, καθώς το φως και η ποίηση εκτιμημένα από τον Χατζημιχάλη Γκίκα. Μάλιστα, η σκέψη μας προχώρησε, περπάτησε τα τρυφερά διανύσματα της μνήμης μας, μια μνήμη στοργική, σαν λύπη, ειρηνική πια η λύπη της βεβαιότητας. Θυμηθήκαμε, καθώς πελώριες ορθώνονταν οι σκιές, εκ νέου τον ποιητή Σκαρίμπα, ο οποίος και αποτελούσε το επίκεντρο της συναντήσεώς μας και αναδείξαμε ο καθένας με παρόμοιους ισχυρισμούς πως στις κινέζικες σκιές του Καραγκιόζη επιβίωσε το όραμα του Χαλκιδαίου δημιουργού περί της ανθρώπινης, δραματικής φύσεως, προσωποποιημένο στη μορφή της αντιηρωικής, καραγκιοζικής μορφής. Τέτοια ήταν η ακρίβεια του σχολίου μας, ώστε θυμηθήκαμε πως ο Σκαρίμπας ξόδεψε πολλή από την τρυφερότητά του για να στελεχώσει το θέατρο των σκιών με μηχανικές, απλούστατες μορφές, πρωταγωνιστικές στο όλο δράμα του ανθρώπινου βίου. Ο ίδιος ο ποιητής επισήμανε πως όλα τα πράγματα κοιτάζουν τον άνθρωπο για να αποκτήσουν πρόσωπο και να σωθούν και όνομα για να υπάρξουν. Και έτσι τους παρεχώρησε το πρόσωπο του σατιρικού θεού, διότι μόνο έτσι μπορεί να παρηγορηθεί, όχι μόνο το ελληνικό αίσθημα, αλλά και το πανανθρώπινο που είναι κοινό και υπερεθνικό. Μάλιστα επέβαλε το σαρκασμό σε όλες τις φάσεις της δημιουργίας του και έτσι θεώρησε τον κόσμο και τα όριά του. Έτσι κατορθώνεται η θαυμαστή ισορροπία ανάμεσα στην τραγική βεβαιότητα του θανάτου και την αναγκαιότητα της παρηγοριάς και της ελάφρυνσης του ηθικού βάρους, με το οποίο προικίζεται ο άνθρωπος σε όλη του τη διαδρομή. Ο Κίμων Φράιερ σημειώνει πως μόνο με τούτο τον τρόπο, την εξισορρόπηση δηλαδή της ανθρώπινης αντιφατικότητας, είναι κάποτε εφικτό να προστατευθούμε από την απολιθωτική δυναμική των πραγμάτων, καθώς μας περιβάλλουν με τη μοχθηρή σιωπή της μέδουσας.
Ο Μαριάμπας γελώντας πάντα με τις παραπομπές και τους ακαδημαϊσμούς, -ίσως επειδή γνώριζε την αποστροφή του γέρου Σκαρίμπα-, δοσμένος στη φυτολογική αναγνώριση του περιβάλλοντος, εύστοχα παρατήρησε τη σημασία του ειδώλου, την επάρκειά του, ετούτη τη δαιμονική παράφραση των γεγονότων. Όλοι νιώσαμε τότε πως φέρουμε την παρουσία του ποιητή στο φέρσιμο ή τις συνήθειές μας, μα απομείναμε διστακτικοί και πάλι γελάσαμε υπερρεαλιστικά, καθώς ανασύραμε τον πρωτεργάτη Αντρέ, της γαλλικής ομάδος, ο οποίος κέρδισε για πάντα την αλυγισιά και το στέρεο του δράματός μας με το γέλιο, τη σάτιρα, την αντιστροφή του κόσμου, των πραγμάτων και των προσώπων. Ετούτη η λαλιά, είπαμε όλοι με την αίσθηση μιας ενσυνείδητης σοβαρότητας, η προσωπική και η περιπαιχτική, η αυτοαναφορική, με μόνο σκοπό το σαρκασμό του ίδιου του προσώπου,  προσδίδει στο έργο μια πρωτοτυπία και μια αμηχανία σπουδαία που είναι βεβαίως ίδιον εκείνων που σημειώνουν μια αισθητική απόκλιση από τα καλλιτεχνικά ήθη και τα ύφη του συρμού. Το ζήτημα της κριτικής δεν μας απασχόλησε διόλου, παρά τη μήνη και την ασυδοσία της εχθρότητας προς το πρόσωπο του δημιουργού. Κυρίως, όχι γιατί καθώς είπε ο ερωτοτρόπος Ουάϊλντ, η θετική εκτίμηση συνιστά μια ευθεία υποχρέωση της καλοπροαίρετης κριτικής. Κάτι τέτοιο θα ήταν αδύναμο και ανεπαρκές σχόλιο για έναν ψυχογράφο, έναν πεζογράφο του εσώτερου τοπίου. Μα γιατί, έσπευσε να τονίσει ο αεροναύτης που είναι παιχνίδι και γνωρίζει από την καταπραϋντική δυνατότητα της ηθελημένης χρησιμοποίησής του και είχε μόλις κατακλύσει με την παιδαριώδη στολή του το κάστρο, η ψυχολογία της κριτικής, ταυτίζεται με εκείνη της ποίησης που υπερβαίνει τη μορφή και ενσωματώνει ακόμη περισσότερο το ίδιο το περιεχόμενο. Συμφωνήσαμε όλοι και γελάσαμε, ικανοποιημένοι από την τοποθέτηση του νεαρού αεροναύτη, διότι κάτι τέτοιο θα ταίριαζε ως ανταπόκριση στο αξίωμα, μα και την ίδια τη ροπή του Σκαρίμπα. Η ετερόκλητη παρέα, η οποία αποκτούσε τώρα μια παράδοξη σύνθεση με τον αεροναύτη, αποφάσισε ομοφώνως πως ο δημιουργός επέλεξε να θεραπεύσει την αδράνεια που επιβάλλει το μυστικό μας πένθος, με εκείνη την ανανεωτική επίδραση που συνεπάγεται η σάτιρα σε θεσμούς και ανθρώπινα όργανα. Με τούτο το όραμα θεώρησε την παράδοση, την πραγματικότητα, ως τέτοιον εκτίμησε το ρεαλισμό του περιβάλλοντός του και έτσι κατάφερε να εισάγει την ανανεωτική ισχύ μιας απρόσμενης αγνότητας, πέρα και έξω από την καπηλεία του εθνικού δέντρου που μας περιστοιχίζει πια έρμαιο και νευρώδες, νεκρό εδώ και απέραντους λειμώνες. Η αγνότητά του ετούτη εστράφη ολότελα εναντίον της σοβαροφάνειας που επισήμανε με τόση ευστοχία ο Κοσμάς Πολίτης, εννοώντας την πλήρη υποταγή της αισθητικής και της συλλογιστικής σε έναν δυτικού τύπου πεσιμισμό, ξένο προς την ευτυχή αντοχή του ελληνικού ανθρώπου. Άλλωστε, εστράφη θαμπωμένη η γυναίκα της παρέας από τα τροχισμένα φεγγάρια και τις παραφυσικές σκιές των τοιχίων, άλλωστε η ευτυχία είναι μονάχα όλα εκείνα τα δυστυχήματα που υπομένουμε από αγάπη και εμπρός σε τούτο το φάσμα, γυρεύουμε ένα στήριγμα, μια υποστήριξη ή πάλι μια προτροπή.
Ύστερα σχολιάσαμε ποικιλοτρόπως την προσκόλληση του κοινού στη συνοφρυωμένη, λογοτεχνική παραγωγή, καθώς τόνιζε ο Μπαστιάς και γαληνέψαμε που έστω και έτσι, με καθυστέρηση, σχεδόν προκλητική, είχαμε ανακαλύψει την κάβα του αλχημιστή, τα ρόδινα όνειρά του, την ευστάθεια του ισχυρισμού του Σκαρίμπα πως «το παραδοξολογείν είναι η μητέρα της σάτιρας» και πως εν τέλει, εντοπίζεται στην τρυφερή ανοχή μας, η μόνη ελπίδα να σταθούμε κοντύτερα στην επιβεβαίωση της αλήθειας. Συμφωνήσαμε όλοι πως ετούτο είναι το καίριο και το αποφασιστικό και περιεργαστήκαμε τα νευρόσπαστα που τώρα κατακλύζουν τους σταθμούς και τα καφενεία και αμφισβητούν καθ΄ολοκληρίαν πια την πραγματικότητα, συμβολίζοντας με επιμονή το κίβδηλο, συστατικό της στοιχείο. Ο Σκαρίμπας αντιπροσωπεύει την εξιστόρηση του μέτριου και του ταπεινού διότι μες σε τούτο επιζεί η μόνη δυνατότητα να καταστεί η ζωή μια μορφοποιημένη παραπλάνηση, η οποία περιέχει την αθωότητα και το ονειρικό που πάντα επιθύμησε ο άνθρωπος. Η ελληνική ηθογραφία, ο βουκολισμός, η ρηχότητα, χαρακτηριστικά τα οποία αποδίδει ο Γιώργος Αριστηνός στην ελληνική διηγηματογραφία, μας απασχόλησαν καθώς ξημέρωνε και όλοι μαζί, περισσότερο από μια κοινή θέρμη, γελούσαμε και είχαμε πλάι μας τις μάσκες, ειρωνευόμενοι παρίες του καιρού. Πάει να πει αποκαλυπτόμενοι πιερότοι στεκόμαστε στην άκρη του βράχου και ήταν λιγότερη η πίκρα μας και ο φόβος μας πάλι μετριασμένος και ήσυχος, συνηθισμένος. Εγκαταλείψαμε το ρεαλισμό και στεφθήκαμε άπαντες με τη γαλήνια ζεστασιά του φανταστικού, το οποίο με τόση τεχνητότητα εισήχθη στο λόγο του Σκαρίμπα και επέζησε, κατέχοντας ως μέσα του τη σάτιρα και την απόκλιση, τη γλωσσική ιδιαιτερότητα, την προφορικότητα εκείνη που συντηρεί το μύθο, διαδίδει τον καημό ενός τραύματος και αναπαράγει το γελοίο και το γκροτέσκο.
Ξημέρωνε αργά, η μέρα μας τριγύρναγε σαν λύκος. Αισθανθήκαμε καθώς οι ιθαγενείς που τους αφιερώνεται ο λυρισμός του καινούριου κόσμου. Θέσαμε τη ζωή στο επίκεντρο αντί της ανεξερεύνητης ηπείρου, είμαστε οι αργοναύτες που επιδιώκουν με ψυχή ό,τι οι άλλοι αρνήθηκαν. Λίγο από ετούτο, από ψυχή, καθώς επισήμανε ο Λάκωνας ποιητής χρειάστηκε ο Σκαρίμπας για να πλάσει τις εκπληκτικές, τις πρωτόγνωρες αναλαμπές του.
Με την υπερβολή, αναφωνήσαμε εμείς, τις έπλασε, καθώς επιτέλους εντοπίζαμε το αντίπαλο δέος της τραγωδίας, της τέχνης εκείνης που είναι αφοσιωμένη στην αφύπνιση και την εγρήγορσή μας. Αναγνωρίζαμε τώρα το έρεισμά της στην ανθρώπινη αδεξιότητα και δίχως ενοχές, συλλογιστήκαμε την άλλοτε κακή μας μοίρα που είχε απωλέσει οριστικά την ενοχή. Προτού αποχωρήσουμε, ο Μαριάμπας που είχε ως τότε πολύ ησυχάσει εκφώνησε το λόγο και έδειξε την οδό.
«Ανοίγει πορτοπαράθυρα στο παλιό, ολόφωτο παλάτι του εθνικού μας βίου και μπάζει μέσα το φως και τον αγέρα», την παρερμηνεία, τη φρεσκάδα που παρηγορεί το βίο μας και προτείνει το νέο και το αδοκίμαστο.Ύστερα αγκαλιαστήκαμε, υποσχεθήκαμε να ανταμώσουμε ξανά στο κάστρο, ίσως έπειτα από χρόνια, με άλλους μαζί στην πόλη της Χαλκίδος. Αγαπήσαμε δε πολύ περισσότερο τον Γιάννη Σκαρίμπα και γελάσαμε ανακουφισμένοι για το καινούριο σύμπαν που μας πρότεινε. Σύμπαν διαφορετικό, τόσο στη λεπτομέρεια, όσο και την ολότητά του. Γελάσαμε, καθώς οι μακρυσμένοι φίλοι και η αγωνία μας σήμαινε ξανά ελευθερία, ήθος και πραγματικότητα. Πράγματα ιδωμένα στο έργο του Γιάννη Σκαρίμπα.

Έργα του Γιάννη Σκαρίμπα

  1. Το θείο Τραγί, Γ. Σκαρίμπα εδώ

  2. Τράτα Κουλουριώτικη, Γ. Σκαρίμπας (διήγημα) εδώ

  3. Ο καπετάν Σουρμελής, ο Στουραϊτης, Γ. Σκαρίμπας (διήγημα) εδώ

  4. Πάπια του γιαλού, Γ. Σκαρίμπας (διήγημα) εδώ

  5. Ούλοι μαζί και ο Έρωτας, Γ. Σκαρίμπας (διήγημα) εδώ

  6. Σκλάβος στην Χαλκίδα, Γ. Σκαρίμπας (διήγημα) εδώ

  7. Ο Βοϊδάγγελος, Γ. Σκαρίμπας (διήγημα) εδώ

Μελέτες για το έργο του Γ. Σκαρίμπα

  1. Παραδοξολογίες και γλωσσικές ακροβασίες στο πεζογραφικό έργο του Γιάννη Σκαρίμπα, Χαρά Νικολακοπούλου εδώ

  2. Οι απηχήσεις του Ε.Α. Πόε στο έργο του Γιάννη Σκαρίμπα, Χριστίνα Ντούνια εδώ

  3. Το σόλο της Χαλκίδος, Γιάννης Σκαρίμπας Α. Θηβαίος εδώ

  4. Ο αστεϊσμός στον Γ. Σκαρίμπα, Α. Θηβαίος εδώ