Τζακ Κέρουακ

.jpgΤζακ ΚέρουακΤ ΄ΑΓΟΡΙ ΤΗΣ ΜΑΓΚΙ
Τζακ Κέρουακ (12/3/22-21/10/69)

γράφει ο  Απόστολος Θηβαίος.

Διαβάστε όλες τις επιφυλλίδες του Απόστολου Θηβαίου στο 24grammata.com κλικ εδώ

Ο αλήτης του Ντάρμα ήταν ένας γνήσιος άνθρωπος. Πάντα στους δρόμους, ν΄αφήνει κείμενα οδοδείκτες. Μικρές, αχνές λυχνίες στο πουθενά της διαδρομής. Ο Τζακ Κέρουακ περπατά την Αμερική. Μες στην ενδοχώρα, μιμείται τους ανθρώπους και τους παρατηρεί. Στα διηγήματά του κυριαρχούν ασθενικά κορίτσια από τη Νέα Αγγλία που όμως τηρούν την ηρωική αρετή του ανθρώπου. Ή πάλι μοναχικοί ταξιδιώτες στο δρόμο για το ψηλό βουνό. Ο Κέρουακ πάντα στους πιο ακραίους σταθμούς, μια αναλαμπή στη μεγάλη ησυχία του δρόμου.
Ο Τζακ έχει ανάγκη από έναν Θεό. Η Μάγκι Κάσιντι, η αγαπημένη μητέρα, η πόλη ένα πρωινό, τα ξύλινα κουλουάρ των κολεγιακών αγώνων, είναι πεδία. Σ΄αυτά ασκείται επίμονα ο Κέρουακ, συνθέτοντας ανθρωπογεωγραφίες. Χάρτες λύπης και μοναξιάς που οδηγούν κατευθείαν στην ψυχή είναι τα πεζά του Αμερικάνου συγγραφέα. Ένας ιθαγενής των καιρών του, με όλη τη σοφία του κόσμου και όλη τη δίψα να τη συγκρατήσει. Μες στις ερημικές καφετέριες της νύχτας, σε σταθμούς αυτοκινήτων, σε παγωμένα σπίτια, αγκαλιά με τον Ίντυ μες στα χιόνια, ο Κέρουακ φτιάχνει ανώνυμες γέφυρες. Το υλικό του τα ξεσκισμένα, ανθρώπινα φτερά, μια επικίνδυνη εξέλιξη, μια υποτιμητική, εξελικτική πορεία του είδους που απομένει καρφωμένο στα χώματα και εξαντλείται μες σε αυτά. Ο Τζακ στους δρόμους και όμως καμιά ανάγκη για τη σοφία εκείνου θα συμβεί. Οργανωμένος με τα θεωρήματα και τα ένστικτά του σέρνεται ανάμεσα στα μεταλλικά σπίτια του «Ντάρμα.» Ο κόσμος σώμα πεσμένο, γυμνό μες στη νύχτα και οι πρώτες αυγές στις πλευρές του. Ο Τζακ στους δρόμους να χαιρετά τους άγιους εργαζόμενους και τις κόρες του θεού. Ο Τζακ έξω στην παγωνιά του κήπου, αργά τη νύχτα, πιο πέρα από το πάθος της Μάγκι, πιο πέρα ακόμη και από το θάνατο και το κέρδος του νεαρού Αρθούρου. Ο Τζακ ένας από εκείνους τους παράξενους, νεαρούς νεκρούς που κατέχουν πολλά περισσότερα από τις απλές διεκπεραιωτικές διεργασίες της ζωής. Ο  Τζακ ανάμεσα στα λευκά σπίτια, με μια λυσσαλέα ανάγκη για φύση και άνθρωπο και ερμηνεία.Ο φωτορεαλιστής Τζακ Κέρουακ που αντικρίζει τον πατέρα και η όψη του είναι μονάχα μια αναπαράσταση του δικού του κόσμου. Ένα ιδιόμορφο κολάζ, καμωμένο από ανθρώπους, αισθήσεις και τοπία περήφανης ενδοχώρας. Μια επαναστατική μορφή, ένας προφήτης που κοινωνεί τα ωραία χρώματα και τα χαοτικά στόματα, όπως ένα βουνό ανατιναγμένο που χωρεί όλο τον ουρανό.
Καμιά κριτική θεώρηση για τον Κέρουακ δεν μπορεί να περιοριστεί στις τεχνικές ιδιομορφίες και το αξιακό, λογοτεχνικό σύστημα του συγγραφέα. Η γραφή του δεν είναι αυτόματη, μα βιωματική.Θαυμάσια ένταση και πρωτοτυπία και φυσικότητα στις σελίδες του τηλεγραφικού ρολού. Ο Τζακ διαβάζεται με τις αισθήσεις, οι λέξεις του αξίζουν γιατί τραγουδιούνται απ όλες τις φωνές, με την ίδια ευκολία. Τα πάθη και η μοναξιά είναι η πρώτη μας περιουσία. Οι έρωτες, οι αισχρότητες της εποχής, οι καινούριες μεγαλουπόλεις που εξελίσσονται με εξωφρενικούς ρυθμούς δεν γελούν τον Κέρουακ. Καθώς τις αποστρέφεται χάνεται μες στα χωράφια του καλαμποκιού, δοκιμάζεται από το χαλάζι, οι άνθρωποι της πεδιάδας αδειανά σακάκια πάνω στα καλαμπόκια, σαν τα χριστιανικά φανάρια των αυτοκινητιστικών δυστυχημάτων.Ο Τζακ Κέρουακ είναι συνειρμικός, επιβάλοντας μια συνειδησιακή, αναμνησιακή γραφή. Η μοναδικότητα του εγχειρήματος είναι πως το βίωμα που προύποθέτεται, καθιστά ολοσδιόλου αληθινές τις μαρτυρίες του. Η μπίτνικ κουλτούρα, στην καθιέρωση της οποία ο ίδιος συνέβαλε αποφασιστικά, στάθηκε μονάχα ένα θεωρητικό και κατατακτήριο σχήμα. Μια αυστηρή φόρμα, στα πλαίσια της οποίας δικαιολογείται, ερμηνεύεται και διασώζεται η καλλιτεχνική και ανθρωπολογική δράση. Θα μπορούσε κανείς όμως να ισχυριστεί πως ο όρος δεν ανακαλύφθηκε παρά για να εκφράσει τον ίδιο τον Κέρουακ. Η πρόωρη αποδημία του, προσέδωσε την απαραίτητη γοητεία, ώστε η τάση να καταστεί γοητευτική ή συναρπαστική.
Ο Τζακ Κέρουακ κοιτάζει τον κόσμο σαν μέσα από την οπτική ενός Χόπερ. Η θέση του είναι ανάμεσα στις φιγούρες της ηλιόλουστης, χαμηλής εξέδρας ή μια ερωτική όψη στα τυφλά σημεία του πίνακα, πίσω ακριβώς από τη γυναίκα που καπνίζει και ανοίγει την πόρτα του ήλιου. Η θέση του Κέρουακ είναι στα άχρονα βουνά ή μες στην απροσδιόριστη ηλικία των βροχών. Η θέση του είναι πάντα ανάμεσα στους νικημένους ήρωες και τους ταπεινούς. Το έργο του είναι ένα τέτοιο έργο και ο ίδιος απέχει πολύ από τους  ταπεινωμένους των αιώνων. Η σχέση του Χόπερ με τον Κέρουακ και ίσως με ποιητές όπως ο Παβέζε είναι η σύμπλευσή τους σε μια ζωή μοναχικής παρατήρησης, δίχως ποτέ να λησμονούν αξιώματα όπως ο έρωτας, ο θάνατος, η απόσταση, η ενηλικίωση, το σκοτάδι. Ο Τζακ με άλλους εκεί έξω στυλώνουν ακόμη στον κόσμο τα κουρέλια άγραφων κανόνων. Ένα δίκαιο εθιμικό, σιωπηρό έξω και πέρα από τις πολιτείες και τα συντακτικά. Ο λόγος ως μνήμη και μόνον, συγκρατημένη από τις συνέπειες. Τον πόνο, την κρυφή χαρά, τα καθαρά βλέμματα, ετούτα γυρεύει ο Τζακ Κέρουακ μες στο έργο του και σε τούτα αφθονεί ο βίος του. Ανακατεύει το αίμα του με μια αχανή καταραμένη Αμερική που ποτέ δεν θα βιώσει το συναίσθημα της πατρίδος. Σκόρπιες ατομικότητες κάτω από ίδιους νόμους και ίδια χρόνια.
Ο κόσμος του Κέρουακ για τούτο μονάχα αξίζει να είναι ατόφιος, επίκαιρος και ακέραιος. Ο κόσμος του εκτείνεται φυσικά σε πολλαπλά επίπεδα κάτω από την επιφάνεια του λόγου. Όμως οι ευτυχείς ηττημένοι, λυτρωμένοι από φιλοδοξίες δεν παύουν να προσδίδουν στη γραφή μια αίσθηση αποφασιστικότητας και περηφάνιας. Ο Τζακ Κέρουακ γράφει για τους ταπεινούς και όχι για τους ταπεινωμένους. Δεν πρόκειται παρά για μια παρηγοριά, γραμμένη από τον Τζακ Κέρουακ για όλους τους ύστερους. Οι εξειδικεύσεις και οι αφορμές για την έρευνα δεν μπορούν να μειώσουν την αξία της πρόσληψης. Ο Τζακ Κέρουακ θυσία στην αμερικανική ενδοχώρα, βαδίζει μες στο λιοπύρι, απ΄όπου περνά αναγνωρίζει ανθρώπους. Τα χρόνια του Τζακ είναι μονάχα εκείνοι, κάτι κερένιοι τύποι εμπρός από κάτωχρες πηγές και δηλητηριώδη νερά. Ο Τζακ Κέρουακ δεν πιστεύει σε θεούς και θεσμούς. Η ιερότητά του δράματός του είναι κάτα κάποιον τρόπο φυσική. Μια συνέπεια της εμπλοκής με τον κόσμο και της βαθιάς συνειδητοποίησης εκείνου που επισήμανε ο Γερμανός Έσσε με το αναντικατάστατο των θεών.
Ο Τζακ Κέρουακ πονά για τους αμερικανούς μεταφορείς, την ενδοχώρα, την Μάγκι Κάσσιντι, τον Ίντυ και τις τελετές. Η γραφή του Τζακ είναι ανθρώπινη, ως την ψυχή της. Ο συγγραφέας του «Δρόμου» είναι ένας αυθεντικός κριτής της εποχής του. Δίχως να βλέπει το πράγμα όπως είναι, γυρεύει τη μεταφυσική δυνατότητα στην ανθρώπινη διάσταση της παρακμής.
Αν τα έργα του Χόπερ είναι μεταφορές σιωπής, καθώς σημειώνει η κριτική και αν στην περίπτωση του Μπέικον η αποτυχία μας σπάζει τους χρωστήρες, ο Κέρουακ υπερασπίζεται το όνειρο και τη μνήμη. Τις μόνες, ευτυχείς προοπτικές που περιέχονται εντός μας. Ο Τζακ γεμάτος από τον καιρό του και όλους εμάς. Η ροπή του αφορά τη μίμηση της μεγαλόψυχης περιπέτειας και της γενναιοδωρίας που σώζει τον κόσμο. Μια ζωή και ένας θάνατο δίχως προσευχές, μια ευεργεσία, όπως το φιλί της έφηβης Μάγκι Κάσιντι.