Stephen Duck – Mary Collier: δύο αμοιβαία ποιητικά και όμως… ασύγκριτα μεγέθη.

priba gianna 24grammata24grammata.com- ιστορία της λογοτεχνίας

γράφει ο Γιώργος Πρίμπας

Διαβάστε όλη την εργογραφία (άρθρα, επιφυλλίδες, επιμέλεια ebook) του Γιώργου Πρίμπα στο 24 grammata.comκλικ εδώ

Παραμερίζοντας το αυστηρά γλωσσικό μέρος των δυο ποιημάτων [The Thresher’s Labour του Stephen Duck και The Woman’s Labour της Mary Collier], το οποίο δυστυχώς δεν μπορεί να αποδοθεί χωρίς απώλειες σε καμία μετάφραση [ποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι απέδωσε πλήρως ή έστω με ελάχιστες απώλειες το γλωσσικό πλούτο του Παπαδιαμάντη όχι μόνο σε άλλη γλώσσα, αλλά και στην σημερινή μας καθομιλουμένη;], που μόνο βαθιοί γνώστες της αγγλικής θα μπορούσαν να απολαύσουν στο πρωτότυπο, θα επικεντρωθούμε, επιγραμματικά, στο παρόν κείμενο στο ποιητικό σημαινόμενο ρίχνοντας ματιές στα βιογραφικά στοιχεία των δημιουργών τους και σε γνώση πάντα πως αυτό τελικά αφορά τον εκάστοτε αναγνώστη, εν προκειμένω τον υπογράφοντα το παρόν κείμενο.
Διαβάζοντας το The Thresher’s Labour του Stephen Duck αυτό που μπορούμε να διαπιστώσουμε είναι πως θυμίζει πολλούς σύγχρονους μας «ποιητές» στο ότι τελικά ο κόσμος τους τελειώνει εκεί που τελειώνει η πέτσα τους και που όταν αποφασίζουν να επεκταθούν σε κοινωνικά προβλήματα τα αντιμετωπίζουν αφενός με μια ρηχότητα και ανικανότητα εμβάθυνσης αφετέρου κλείνοντας το μάτι, επιδιώκοντας την φιλοφρόνησή της και τα βραβεία της, στην εξουσία, στα γραφεία και σαλόνια της οποίας διαρκώς θα τους βρεις. Και η αλήθεια είναι πως η βιογραφία του Stephen Duck δικαιώνει πλήρως αυτή τη θέση.
Στον αντίποδα ακριβώς βρίσκεται η Mary Collier. Έζησε, όπως και ο Stephen Duck, στην Αγγλία λίγο πριν τη βιομηχανική επανάσταση και βίωσε στο πετσί της όλη την καταπίεση και εξαντλητική κόπωση του εργάτη στο χωράφι και στις υπηρεσίες των μεγαλοκυράδων μαζί με αυτήν της γυναίκας δούλας στο σπίτι της. Η Mary Collier, σε εκπληκτική για εργάτρια γλώσσα, δεν ενδιαφερόταν να γίνει ποιήτρια, ως εργάτρια έζησε όλη της τη ζωή, αλλά μπρος στα αναξιοπρεπές ποίημα του Duck όρθωσε τον ποιητικό της λόγο. Αυτή τη φορά δεν ήταν το παιδί που φώναξε: ‘ο βασιλιάς είναι γυμνός’, αλλά η εργάτρια: ‘«αξιότιμοι» κύριοι ο ευνοούμενός σας ποιητής είναι ψεύτης’. Μετά την απάντηση της Collier το ποίημα του Duck φαντάζει ως μια αστεία καρικατούρα ενός κόσμου που έπρεπε να αλλάξει και ιδίως ως προς τη θέση των γυναικών που ήταν τα μεγαλύτερα θύματα του. Αδιάφορο αν η Mary Collier ήθελε να ουρλιάξει την αλήθεια ζητώντας αυτή η αλήθεια να αναγνωριστεί ή μέσα της δεν έπλαθε και επανάσταση. Αυτό που μετράει είναι πως αυτή η ποιητική κραυγή, τεράστια και σταθερά παραγνωρισμένη ακόμα και σήμερα, μέτρησε στη γέννηση του φεμινιστικού κινήματος και μας παραδίνει μαθήματα σπάνιου ήθους.