Σχόλιο για τη συλλογή “(ων) κι εγώ;”

24grammata.com/ σύγχρονοι λογοτέχνες
«Η ΤΡΥΦΕΡΗ ΩΡΙΜΟΤΗΤΑ»

διαβάστε τη σχολιαζόμενη ποιητική συλλογή  εδώ

γράφει ο Απόστολος Θηβαίος
Η ποιητική λειτουργία οφείλει να παραμένει υπαινικτική. Οφείλει ακόμα να διατηρεί έναν μυστικό κώδικα, μια σήμανση ας πούμε, προκειμένου το αφετηριακό στοιχείο του υποκειμενισμού να μεταβληθεί σε μια σταθερή δυναμική αναπαράστασης του αντικειμενικού. Εκείνου δηλαδή του μεγέθους, το οποίο μπορεί να αποτελέσει ένα ερέθισμα συλλογικό, εκείνου που εσωκλείει τη συνδεσιμότητα με το συναισθηματικό πρωτογονισμό, εννοώντας με τούτο όχι την πιθανή τραχύτητα, μα αντιθέτως την ευθεία αναφορά προς την ενστικτώδη απλότητα. Ένα μέτρο ειλικρίνειας, μια υποψία σοφίας, η οποία καταξιώνει πέρα από οτιδήποτε άλλο το πρόσωπο και τους σκοπούς του. Μέσα από αυτό το όριο της ατομικότητας, πέρα από αυτή την κατάκτηση, η οποία δεν έχει να κάνει σε τίποτε με τη φαινομελογία, αλλά εντείνει την αποκάλυψη με σταθμά προσωπικά όλοι οι υπόλοιποι δείκτες καθίστανται δευτερεύοντες, παρακμάζουν τελικά για να αποδείξουν, διαρκώς εντεινόμενη τη σημασιολογική διάσταση του ίδιου του ανθρώπου και των οραμάτων του. Ο χρόνος, ο χώρος, ο εμπειρισμός δεν επιστρατεύονται για άλλο λόγο παρά για να αποτυπώσουν το ανείπωτο, το είδος εκείνο της συντριβής το οποίο μόνο ως αίσθηση μπορεί να γίνει αντιληπτό, δίχως να υποβάλεται σε ορισμούς και περιγραφές. Αντλώντας τούτα από τη θαρραλέα επισήμανση του Ουνγκαρέττι και με δεδομένη την αδυναμία να εκτιμήσουμε όχι μόνο την πρόθεση μα και το βαθμό επίτευξης μιας βαθύτατα, πηγαίας αισθητικής, οφείλουμε τελικά να θεωρήσουμε την επιβαλόμενη ατμόσφαιρα μιας τεχνικής αρτιότητας, πέρα από ιδεολογήματα και υπονομεύσεις.Στις τελευταίες, ίσως δε να εσωκλείεται και η ίδια η αγωνία να στηριχτεί οριστικά και αμετάκλητα το είδος της αγωνιώδους ελευθερίας με  το οποίο διαμορφώνονται οι στοχοθετήσεις. Και επικαλούμενοι τον όρο «υπονομεύσεις» σε μια λογοτεχνική σπουδή, δεν εννοούμε μια ορθολογική λειτουργία. Η αναπαραγωγή μια ανάλογης κλίσης, μπορεί να συσχετιστεί κυρίως με το μικρό ή το μεγάλο αριθμό δανείων με τα οποία θα εμπλουτιστεί ένα έργο, θίγοντας σε διάφορους βαθμούς τα στοιχεία της καθαρότητας, της πρωτοτυπίας ή της προσωπική ορμής.
Τέτοιες υπονομεύσεις στις οποίες αναφερόμαστε δεν υφίστανται στην περίπτωση της ποιητικής συλλογής με τίτλο «Χρόνιος Ταύτος-ων και εγώ.» Σε τούτη την περίπτωση οι εκτιμήσεις μας μπορούν αποκλειστικά να συνυπολογιστούν μες στην ατμόσφαιρα των ολοκληρωτικά, προσωπικών στιχουργημάτων. Η εν λόγω, ποιητική εργασία δύναται δηλαδή να αξιολογηθεί αντικειμενικά για τη δυνατότητα ή μη σχηματοποίησης της ατμόσφαιρας, μέσω της οποίας θα μπορέσουν ορισμένα αισθήματα της συλλογικότητας να αναδειχθούν και να χαρακτηρίσουν έτσι την ίδια την ποιητική σύνθεση.Οι αναφορές μας δεν σκοπεύουν στην εκμαίευση ετούτου του στοιχείου, αλλά στον τονισμό του, όπου εντοπίζεται και λειτουργεί αυθύπαρκτα, πέρα απ ό την ολότελα αξίωση της ποιητικής λειτουργίας να διατηρήσει σε ισορροπία ένα ιδανικό μείγμα ιδεολογίας,ατμόσφαιρας και ανθρωπιάς.
Με τον όρο «χρόνος ταύτος» πραγματοποιείται η αντιστοιχίαμε την απόδοση στο μέσο του λόγου μιας ανάλογης ιδιότητας. Ο χρόνος παραμένει ως τέτοιος,υφίσταται και ασκεί μια διαμορφωτική επίδραση στο ποιητικό έργο. Ο ίδιος ο ποιητής υπάρχει μες στο χρόνο με όλη του ροή και την ένταση, ενεργητικός. Σημαίνει και υπολογίζεται μες στα όρια του χρόνου. Δεν αφορά δηλαδή μια στείρα φαινομενολογία η αναφορά του τίτλου, αλλά ένα περιβάλλον ζωντανό και υπαρκτό, το οποίο επεμβαίνει στην εκτίμηση του γεγονότος και του αισθήματος. Ειδικά για τη δεύτερη τούτη, θεματική κατηγορία, η οποία είναι και η κύρια για το ποιητικό έργο,θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως ο χρόνος μεταβάλεται σε χώρο ώστε να υπάρξουν κατά συνέπεια τα συναισθήματα, ως φαινόμενο νέο, ως αποκαλύψεις παραλλαγών της πραγματικότητας, βααισμένων σε συμβολικής δυναμικής όρους. Το ζήτημα του χρόνου, η τραγικότητα και ο εμπειρισμός με τον οποίο προικίζονται τα ποιήματα της συλλογής μπορούν να ερμηνευτούν ως μια υπαρξιακή θεώρηση της ζωής και του έρωτα, όπως ο τελευταίος διατρέχει το σύνολο των ποιημάτων.Και είναι ακριβώς ετούτο το ζήσιμο, του έρωτα το ανυπολόγιστο βίωμα, που θα συστήσει το βασικό, αξιακό σύστημα του «Χρόνου.» Τα ποιήματα της συλλογής θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτελούν το απόσταγμα μιας εμπειρίας, επιβεβαιώνοντας εκείνο το οποίο ο Roy αναφέρει σχετικά με τον Σταντάλ. Η παρελθοντική αύρα, η οποία τα διατρέχει δεν σημαίνει παρά ένα γεγονός συντελεσμένο, ικανό να αποδώσει όλα εκείνα τα μεγέθη, με τα οποία εμπλούτισε τον ίδιο το βίο. Ετούτη είναι η εμπειρία για την οποία κάνουμε λόγο, στοιχείο το οποίο προσδίδει στο παρελθόν μια διακριτική ένταση, το καθιστά ίσως θλιβερό, μα περισσότερο χρήσιμο, πράο και συντηρητικό. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση σηματοδοτεί τη θέληση πριν το θάρρος που με βεβαιότητα εκάμφθηκε και τράφηκε από την ανθρώπινη παρουσία.
Αν θα θέλαμε να χαρακτηρίσουμε την ποιητική συλλογή του «Χρόνου» τότε θα μπορούσαμε με ασφάλεια να συμπεράνουμε την καλλιτεχνική αίσθηση μα και την αισθητική του συμβολισμού ή του υπαινιγμού, η οποία προσδίδει στην ατμόσφαιρα έναν σημαντικότατο βαθμό ποιητικότητας. Αντλώντας δε από το θέμα της συλλογής, παραφράζοντας  τον Απόστολο Μπενέτση και τη συμπερασματική αναπαράσταση της ποίησης του Τάσου Λειβαδίτη επισημαίνουμε πως οι διαψευσμένοι ή ανεκπλήρωτοι έρωτες διαθέτουν τη χάρη θερμών ανθρώπων και όχι την αποκρουστική και μικροπρεπή όψη της πικρίας. Σε τούτη την τελευταία διαπίστωση υφίστανται και τα στοιχεία, τα οποία δικαιώνουν την παρούσα ποιητική συλλογή, για μια αναπάντεχα ώριμη και τρυφερή ωριμότητα.