Linconl, ένα φίλμ που δεν μας έπεισε.

24grammata.com/ κινηματογράφος
Ο Μανώλης Δημελλάς είχε την τύχη να γνωρίσει από κοντά τον  Ντάνιελ Ντέι Λούις και να βιντεοσκοπήσει, για λογαριασμό της τηλεόρασης του Μέγκα, τη συνέντευξη που παραχώρησε στο μεγάλο κανάλι. 

  Ο Μ. Δημελλάς εντυπωσιάστηκε από την προσωπικότητα του Ντάνιελ Ντέι Λούις, δεν εντυπωσιάστηκε, όμως, από την ταινία του “Λίνκολν”, του  Στίβεν Σπίλμπεργκ, την οποία είδε στον κινηματογράφο και μας μεταφέρει, παρακάτω, τις απόψεις του

γράφει ο Μανώλης Δημελλάς

Η χτεσινή βραδιά, ξανά, φορτωμένη με θλίψη και θανατικό, αναζητούσε μια διέξοδο, ένα πιο βατό μονοπάτι για την ανθρώπινη αδυναμία, που όταν πάρει φωτιά δύσκολα την μαζεύεις.

Η σκοτεινή αίθουσα του κινηματογράφου, φάνηκε σαν αναπόδραστη λύση, σαν μάνα από τον σκοτεινό, νυχτερινό ουρανό.

Επιλέξαμε εύκολα το φιλμ, η διαφημιστική προβολή της ταινίας από την μια και από την άλλη η περιέργια, μας έβγαλαν στην αίθουσα που ο Ντάνιελ Ντέι Λούις, δίνει στον Λίνκολν την ευκαιρία να ξαναζωντανέψει.

Ίσως και να έπαιξε ρόλο η συνέντευξη που έδωσε στην τηλεόραση του “μέγκα”, ο Ντέι Λούις και κατέγραψα με την κάμερα. Γνώρισα, λοιπόν, τον σπουδαίο, σεμνό και μετρημένο ηθοποιό. Από την πρώτη-πρώτη επαφή μας, τον χαιρετισμός μας, έδειχνε χαρακτήρας μαζεμένος, σοβαρός και ολοκληρωμένος. Φιλέλληνας, με γνώση για τα προβλήματα της παγκοσμιοποίησης, σίγουρος για το χαρακτήρα, το ρόλο που κλήθηκε να ενσαρκώσει, με έπεισε να ξοδεύψουμε μερικά ευρώ για την ταινία. Ήταν και εκείνο το σφίξιμο του χεριού, που εκείνος το πρωτόδωσε και τον έκανε κανονικό άνθρωπο και όχι μια φιγούρα πάνω στο πανί του κινηματογράφου, ψευτοκόμπαζα και εγώ μέσα μου, μέσα στη κρίση μας δεν λες λίγο να τα λες με έναν αστέρα του Χολιγουντ.

Φτάσαμε στην σκοτεινή αίθουσα, λιγάκι καθυστερημένοι, μα μόλις τα μάτια συνήθισαν, άνοιξαν οι κόρες και γέμισαν φως, είδαμε πως την ίδια ακριβώς ιδέα είχαν και πολλοί άλλοι Αθηναίοι.

Η ταινία μιλά, περιγράφει μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο του Αβραάμ Λίνκολν, που φυσικά δεν έχουμε διδαχθεί στα Ελληνικά σχολειά.  Εμείς ακόμη αναρωτιόμαστε εάν ήταν συνωστισμός στο λιμάνι της Σμύρνης στα 1922 ή σφαγή.

Στο φιλμ ο Στίβεν Σπίλμπεργκ σκηνοθετεί τον δύο φορές βραβευμένο με Όσκαρ Ντάνιελ Ντέι Λιούις και σκιαγραφεί τους τελευταίους μήνες του 16ου προέδρου της Αμερικής Αβραάμ Λίνκολν πριν τη δολοφονία του. Η ταινία βασίζεται σε βιβλίο της βραβευμένης με Πούλιτζερ Ντόρις Κερνς Γκούντγουιν «Τeam of Rivals: Τhe Political Genus of Abraham Lincoln” και στο σενάριο βρίσκουμε τον υποψήφιο για Όσκαρ, Τόνι Κούσνερ (Μόναχο).

Πρόκειται για τις τελευταίες μέρες του Αμερικάνικου εμφυλίου, ημέρες που ψηφίστηκε έπειτα από πολιτικό παρασκήνιο, το περίφημο, άρθρο 13, αυτό που έδινε ελευθερία στους έγχρωμους.

Μαύροι δούλοι, άσπροι αφέντες, αγαπημένο θέμα που καταφέρνει να ενώσει τους Αμερικάνους κάτω από μια κοινή σημαία.

Αν κάτι ξεχωρίζει από την αρχή είναι η φωτογραφία του πολύ μεγάλου Γιάνους Καμίνσκι, αναπαριστά την εποχή με την χρήση ψυχρού ημερήσιου φωτισμού, τα μεγάλα παράθυρα, δείχνουν το key light, ενώ τα μισοφωτισμένα πρόσωπα, βγάζουν την δραματικότητα που ο ακαδημαϊσμός διδάσκει σε όλες τις σχολές κινηματογράφου.

Πλάνα χειμωνιάτικα με μια μονάχα φωτιστική πηγή, δίχως φόβο ή έπαρση, κάνουν τον σπουδαίο, μάστορα Καμίνσκι, να θυμίζει τον ατελείωτο Νίγκβιστ, στα καλύτερα του.

Μα η παραγωγή ενός ιστορικού φιλμ, όσο περίτεχνο κι αν είναι το σενάριο, όταν προβάλλεται σε χώρες που δεν έχουν συναισθηματική εμπλοκή, σου θυμίζει τον Παπαφλέσσα στα καλύτερα του.

Πράγματι ο Ντέι Λούις είναι απίθανος, μοιάζει με το δολάριο, από εκεί γνωρίσαμε και το πονέσαμε, είναι αλήθεια, το μουτράκι του Λίνκολ.

Μα και για τον δικό μας, τον εξαιρετικό Παπαμιχαήλ, όταν έπαιζε τον Παπαφλέσσα τα ίδια λέγαμε, πόσο του μοιάζει και πόσο πάει γάντι στο ρόλο.

Μα ούτε ο κεντρικός ηθοποιός, ούτε η φωτογραφία, ούτε το ιδιαίτερο, με μαεστρία μοντάζ του γάτου Σπίλμπεργκ, δε με πείθει, για τον τρόπο που η παγκοσμιοποίηση θέλει να χορέψει πάνω στην ιστορία, να βγάλει συναισθήματα και να χαράξει την μελλοντική ρότα.

Το φιλμ κλείνει με  μια φράση, «όλα έγιναν για την ειρήνη, την ειρήνη για όλο τον κόσμο», πόσο οξύμωρο μπορεί να ακούγεται, η αυτοκρατορία που κόβει κάθε διαφορετική μύτη, μας παρουσιάζει μια διαφορετική προσέγγιση της παγκοσμιοποίησης.

Λοιπόν χαλάσαμε μερικά από τα λιγοστά ευρώ μας, για μια ξένη ιστορία, που πιθανόν θα την φορτώσουν όσκαρ  και θα την κάνουν μάθημα στα σχολειά τους. Σίγουρα ο Σπίλμπερκ θα τη χαρίζει στα τηλεοπτικά συνεργεία, που θα πηγαίνουν για συνέντευξη.

Όμως δεν αντικατοπτρίζει την αλήθεια που ξέρουμε, εμείς, οι απέναντι από τον ατλαντικό και πιο κοντινοί συγγενείς στους δούλους. Δίχως χρήμα, ούτε ιστορία, ούτε μύθους διατηρείς πια, αλλά με αυτό κάνεις ακόμη και μεγάλες ιδέες που διαλύεις και καταπατάς να φαίνονται λογικές δράσεις.