Νάτια Χαραλαμπίδου, «Η ειρωνεία στις Ακυβέρνητες Πολιτείες του Στρατή Τσίρκα»

24grammata.com – Στρατής Τσίρκας

…Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η δομή του κειμένου της τριλογίας στους δύο πρώτους τόμους είναι κατά κάποιο τρόπο παρόμοια ή παράλληλη με τη δομή ενός Bildungsroman, όπου το πέρασμα από μια κατάσταση σε μιαν άλλη είναι η σταδιακή εξισορρόπηση ορισμένων αξιών (πολιτικής ιδεολογίας και ηθικής), με την επιφύλαξη ότι στην προκειμένη περίπτωση το υποκείμενο της πορείας προς την ωριμότητα (ή της μαθητείας σε κάποιες αξίες) δεν είναι ένας νεαρός έφηβος, όπως είθισται στα κλασικά Bildungsroman, αλλά ένας νέος τριανταδύο τόσο χρονών. Το πέρασμα αυτό ακολουθείται στο τέλος του δεύτερου τόμου και σ’ όλο τον τρίτο από τη σύγκρουση αυτών των αξιών με τις αντίθετές τους, με ενδιάμεσα τα πρόσωπα που τις αποδέχονται.
Το κείμενο, δηλαδή, προβάλλει με μια κλιμακωτή, εξελικτική πορεία, την πολιτική δράση, αφού την ενέταξε πρώτα σ’ ένα ιδεολογικό/αξιολογικό πλαίσιο. Προκύπτει το εξής ερώτημα: πώς συμβιβάζεται η ατυχής έκβαση των προσπαθειών τους με αυτό το αξιολογικό σύστημα; Η τελική καταστροφή και η καταδίκη τους από το ίδιο τους το κόμμα αντιστρέφει το κείμενο, υπονομεύει δηλαδή τις αξίες με βάση τις οποίες προβλήθηκε η πολιτική τους δράση και οι οποίες προβλήθηκαν σταδιακά, αλλά σταθερά, σ’ όλο το κείμενο; Πόσο ειρωνική είναι αυτή η τελική έκβαση; […] Στο κείμενο του Τσίρκα ακολουθείται μια αντιστικτική τεχνική, σύμφωνα με την οποία τα άτομα φωτίζονται και προσδιορίζονται από την αντιπαραβολή τους με τους άλλους χαρακτήρες της τριλογίας. Τα άτομα αντιπαραβάλλονται και αξιολογούνται ως προς την εμφάνιση, τον κοινωνικό τους προσδιορισμό (status), τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν την πραγματικότητα, το χώρο και το χρόνο, ως προς τη δράση τους, ως προς τον ψυχικό και ιδεολογικό τους κόσμο, τη διανοητική τους κατάσταση, τα πολιτιστικά τους ενδιαφέροντα, τον τρόπο και την ικανότητά τους να εκφράζονται (που φαίνεται ίσως σ’ ένα βαθμό και από το είδος της αφήγησης και αφηγηματικής εστίασης που αποδίδεται στο κάθε άτομο. Δεν είναι τυχαίο π.χ. ότι στην ενστικτώδη και αισθαντική Έμμη «προσιδιάζει» ο αφηγηματικός μονόλογος, ενώ στον Μάνο, που είναι διανοούμενος και άνθρωπος της δράσης, το πρώτο πρόσωπο κι ένας μονόλογος που χαρακτηρίζεται από τάξη και συνοχή), κ.λ.π.
Ο αισθησιακός χαρακτήρας της Έμμης σημαίνεται και φωτίζεται σε σχέση και σε αντίθεση με τον στεγνό, τακτικό, παλαιών αρχών, θρησκόληπτο Χανς, όπως και σε αντιπαράθεση με τους άλλους χαρακτήρες. Η ταραγμένη προσωπικότητα της συναισθηματικά και σεξουαλικά στερημένης Φράου Άννας σημαίνεται από την αντιπαράθεση της συμπεριφοράς της με τη συμπεριφορά της Έμμης, της Ραπέσκου και της Ρόζας. […] Δεν υπάρχει η ντοστογιεφσκική πολυφωνία του Μπαχτίν. Η πολυφωνία που φαίνεται να υπάρχει, είναι μόνο φαινομενική. Τα πρόσωπα έχουν το δικαίωμα να έχουν διαφορετικές κοσμοαντιλήψεις, αλλά μόνο ορισμένες από αυτές θεωρούνται σωστές από το αξιολογικό σύστημα του κειμένου, με αποτέλεσμα να αποκλείεται κάθε δυνατότητα πραγματικής διεπίδρασης των συνειδήσεων. Δεν υπάρχει πραγματικός διάλογος ανάμεσα στους εσωτερικούς κόσμους των προσώπων. Το κείμενο είναι στην τελική ανάλυση μονολογικό. (Παρ’ όλα αυτά, αν δούμε το κείμενο μέσα στο πλαίσιο της εποχής του, ακόμα και φαινομενική, η περιορισμένη πολυφωνία του ήταν μια σημαντική ένδειξη για την εποχή της αναγνώρισης της ύπαρξης του άλλου ανθρώπου, της άλλης φωνής). […] Ειρωνεία όμως υπάρχει. Όχι στο ότι η δράση των συντρόφων δεν καρποφόρησε, αλλά στον τρόπο με τον οποίο τους αντιμετώπισε το κόμμα τους. […] Η ανάδειξη του Ανθρωπάκι σε υψηλή θέση στο Κόμμα, του μόνου «κακού» συντρόφου της ομάδας της Μέσης Ανατολής, λειτουργεί ειρωνικά και υπαινίσσεται το στοιχείο που επικρίνεται μ’ αυτήν την ιστορική ειρωνική αντιστροφή: Επικρίνονται οι συγκεκριμένες κομματικές διαδικασίες που εκπροσωπεί το Ανθρωπάκι και όχι η κομμουνιστική ιδεολογία για την οποία ο Μάνος και ο Φάνης, παρ’ όλη την πίκρα τους με τη στάση που το κόμμα κράτησε απέναντί τους, επέλεξαν να πολεμήσουν μέχρι τον τελικό θάνατο.
Στον κόσμο που κατασκευάζει το κείμενο του Τσίρκα, η ανθρώπινη γνώση είναι περιορισμένη και τα τελικά συμπεράσματα είναι πάντοτε καταδικασμένα να ανατρέπονται από ένα άλλο επίπεδο γνώσης που μπορεί να τα φωτίσει διαφορετικά. […] Όλα τα πρόσωπα είναι ανδρείκελα σ’ ένα θεατρικό έργο, του οποίου ο σκηνοθέτης και οι θεατές είναι άγνωστοι. Όπως για τον Καβάφη έτσι και για τον Τσίρκα είρων-θεατής/κατασκευαστής είναι η Ιστορία. Και οι δύο προσπάθησαν, ο καθένας με το δικό του τρόπο, χρησιμοποιώντας την ειρωνεία ως την πιο κατάλληλη μέθοδο, να αποδώσουν το παιχνίδι των φωτοσκιάσεων με το οποίο χρωματίζει τα «αδύναμα» πιόνια της, μέσα στη διάρκεια του χρόνου.

Νάτια Χαραλαμπίδου, «Η ειρωνεία στις Ακυβέρνητες Πολιτείες του Στρατή Τσίρκα», Διαβάζω, τχ. 171/1987, σσ. 42-55. http://www.ekebi.gr