Goran Schildt, «Ένας Έλληνας Σταντάλ» –

24grammata.com – Στρατής Τσίρκας
…Σ’ αυτό το επίπεδο, το βιβλίο του Τσίρκα είναι εντελώς ίσο μ’ εκείνο του Ντάρρελλ, αλλά ο Τσίρκας είναι ανώτερός του σε δύναμη για δυο ακόμη πλεονεκτήματα.
Το πρώτο είναι η οικειότητά του με το περιβάλλον. […] Ο άλλος παράγων που δίνει στο βιβλίο του Τσίρκα την υπεροχή είναι η πολιτικο-ηθική του στράτευση, που τον ανυψώνει πολύ πάνω από τον κουρασμένο κυνισμό και τον αισθητικό σχετικισμό. Ένα κύριο πρόσωπο συνδέει τους τρεις τόμους της τριλογίας, ο νέος ανθυπολοχαγός Μάνος Σιμωνίδης, αριστερός διανοούμενος που πέρασε τα φοιτητικά του χρόνια στο Παρίσι. Είναι ο μόνος με πανεπιστημιακή μόρφωση ανάμεσα σ’ αυτή την κομμουνιστική ομάδα των αγωνιστών, που η πάλη, τα βάσανα, και η συντριβή της κατέχουν το προσκήνιο της διήγησης. Δεν χωρεί αμφιβολία πως ο Στρατής Τσίρκας συμμερίζεται τις πολιτικές γνώμες του πρωταγωνιστή του καθώς και την πείρα του από τις αντιθέσεις ανάμεσα στις φιλελεύθερες τάσεις και τις σταλινικές μέσα στις οργανώσεις όπου κυριαρχούσαν οι κομμουνιστές στα χρόνια του πολέμου. Πρέπει αμέσως να υπογραμμισθεί πως το βιβλίο του δεν είναι κανένα προπαγανδιστικό φυλλάδιο της άκρας αριστεράς. Η στάση του και το μήνυμά του μπορούν μάλλον να παραβληθούν με του [φιλανδού] Βάϊνο Λίννα: κι οι δυο τους είναι αλληλέγγυοι με τους νικημένους στους εμφυλίους πολέμους στις αντίστοιχες χώρες τους, αλλά κι οι δυο βασίζουν την κριτική τους στην κακή χρήση των αξιών από την εξουσία, αξιών που ισχύουν ή θα έπρεπε να ισχύουν και για τους δυο αντιπάλους. Γι’ αυτό και παρακινούν τους αναγνώστες τους να στοχαστούν μάλλον και να επανεξετάσουν από ηθική σκοπιά, και όχι να μισήσουν ή να εκδικηθούν˙ εκφράζοντας έτσι έναν ανθρωπισμό απέναντι στον οποίο κανένα καθεστώς δεν θα έπρεπε να αισθάνεται ξένο. […] Η εξωτερική ταινία του βιβλίου παρουσιάζει τον Τσίρκα σαν έναν Έλληνα Φώκνερ˙ αν όμως ήθελε κανείς ν’ αναφέρει κάποια πνευματική συγγένεια ή έναν οδηγό της σκέψης του, μάλλον το όνομα του Σταντάλ θα ερχόταν στο νου. Έχουν κι οι δυο τους το ίδιο κέφι σαν αφηγητές, τον ίδιο έρωτα για τις λεπτομέρειες και το ίδιο καταπληκτικό μείγμα από ορθολογισμό του δεκάτου ογδόου αιώνα και νεανική ρομαντική ονειροπόληση. Οι μηχανορραφίες των αλητηρίων είναι τόσο λεπτές και διφορούμενες στον Τσίρκα όσο είναι στο Μοναστήρι της Πάρμας εξοντωτική η κυριαρχία του πρωταγωνιστή πάνω στις ευαίσθητες καρδιές των γυναικών, και η περιγραφή των γεγονότων είναι και στους δυο το ίδιο άμεσα ζωντανή. Η διαφορά είναι μόνο πως ο Τσίρκας δεν εξυμνεί τις τολμηρές περιπέτειες του ατόμου, αλλά μάλλον την ευθύνη του και το χρέος του απέναντι στην ολότητα. Η δυσκολία για τον κομμουνιστή διανοούμενο να ενταχθεί στην ομαδικότητα, να υπηρετήσει δίχως ποτέ ν’ απαρνηθεί την ελευθερία της κρίσης του, και να υπερνικήσει τις αστικές προκαταλήψεις, εμφανίζονται πάντοτε καθαρά. Αλλά ποτέ δεν συζητάει αυτά τα ζητήματα με αφηρημένα σχήματα˙ παίρνονται πάντοτε μέσα στη συγκεκριμένη και έντονη υφή της αφήγησης, και μόνο ύστερα βγάζει κανείς τα δικά του συμπεράσματα.

Goran Schildt, «Ένας Έλληνας Σταντάλ», μτφρ. Φ. Μ., Ηριδανός, τχ. 2-3/1973, σσ. 147, 148, 150. (Πρώτη δημοσίευση στην εφημερίδα SvenskaDagbladot της Στοκχόλμης, 16/9/1972).

http://www.ekebi.gr