4η Αυγούστου και Eικαστικές Tέχνες

24grammata.com/ ζωγραφική
EYΓENIOΣ Δ.MΑTΘIOΠOYΛOΣ
Επίκουρος καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Κρήτης

«TO TOΣO ΔYΣKOΛO πρόβλημα της τέχνης στην Ελλάδα για το οποίον τόσα γράφτηκαν και τόσα εξακολουθούν να γράφονται και από ειδικούς και από ανίδεους, ετέθη, μια φορά για πάντα, εκ μέρους ενός ανθρώπου που, ώς σήμερα, δεν είχε τίποτε το κοινόν με την τέχνην. Ασχολούμενος όμως με την ανωτάτην όλων των τεχνών, την τέχνην του διοικείν, εκείνην που οι Ινδοί φιλόσοφοι αποκαλούν Βασιλικήν Τέχνην, εβρήκε συγχρόνως και την αρμόζουσαν λύσιν στο πολυπλοκότατο αυτό ζήτημα που απασχολεί τις καθ’ εαυτό πλαστικές τέχνες». Με αυτή την αμετροεπή παραδοχή ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ένας νεωτεριστής -πρωτοπόρος για τα ελληνικά δεδομένα- καλλιτέχνης, γόνος μιας ισχυρής οικογένειας ταυτισμένης πολιτικά με τους βενιζελικούς, εκθείαζε, το 1938, την παρέμβαση του Ιωάννη Μεταξά στον καλλιτεχνικό χώρο και αποδεχόταν ουσιαστικά την πολιτισμική θεωρία του των τριών πολιτισμών1. Δεν ήταν ο μόνος. aμεσα ή έμμεσα εκείνα τα χρόνια, ένα ευρύτατο φάσμα καλλιτεχνών, όλων των ιδεολογικοπολιτικών πεποιθήσεων και τεχνοτροπικών τάσεων είχαν είτε εργαστεί για λογαριασμό του καθεστώτος, είτε αποδεχθεί την αμέριστη εύνοιά του. Σημαίνοντα στελέχη των Φιλελευθέρων και προσωπικοί φίλοι του Βενιζέλου, όπως ο διευθυντής της ΑΣΚΤ Κώστας Δημητριάδης και ο διευθυντής της ΕΠΜΑΣ Ζαχαρίας Παπαντωνίου, ανακηρύχθηκαν διαδοχικά, το 1936 ο πρώτος και το 1938 ο δεύτερος, ακαδημαϊκοί. Ο Μιχάλης Τόμπρος, ένας άλλος «πρωτοπόρος» του Μεσοπολέμου, εκλέχτηκε καθηγητής στην ΑΣΚΤ το 1937 χάρη στην υποστήριξη του καθεστώτος. Ο Τόμπρος, μαζί με τους Κωστή Παρθένη και aγγελο Θεοδωρόπουλο, επιλέχθηκαν για να εκπροσωπήσουν την Ελλάδα στην Μπιενάλε της Βενετίας του 1938. Οι Φώτης Κόντογλου και Γιώργος Γουναρόπουλος δέχθηκαν, ύστερα από ανάθεση, να φιλοτεχνήσουν τις γνωστές τοιχογραφίες τους στο Δημαρχείο των Αθηναίων, το 1938-1939. Στην Γ΄ Πανελλήνια του 1940, βραβεύθηκαν μεταξύ άλλων οι Γιάννης Μόραλης, Γιάννης Παππάς και Τάσσος. Φιλελεύθεροι και αριστεροί καλλιτέχνες, όπως οι Γιώργος Λυδάκης, Νίκος Καστανάκης, Φ. Κόντογλου, Ηλίας Φέρτης, Κώστας Ηλιάδης, Δημήτρης Γιολδάσης, Αντώνης Πολυκανδριώτης, Απόστολος Γεραλής κ.ά., φιλοτέχνησαν τις είκοσι μνημειακών διαστάσεων ζωγραφικές συνθέσεις με θέματα «τη ζωή του εργάτη και τα κρατικά και ιδιωτικά μέτρα για την προστασία και ψυχαγωγία των εργαζομένων», που εκτέθηκαν στην προπαγανδιστική έκθεση «Χαρά και Εργασία» το 1938 στο Ζάππειο, την οποία επισκέφθηκαν 140.000 επισκέπτες2. Oταν ο Περικλής Βυζάντιος έγραψε στις σελίδες του Νέου Κράτους ότι «εξαιρέσει δεκάδος αιωνίως διαμαρτυρομένων καλλιτεχνών ολόκληρος ο καλλιτεχνικός κόσμος είναι σύμφωνος με το πρόγραμμα της Κυβερνήσεως», εξέφραζε μια ευρύτερη συμφωνία πολλών συνάδελφών του που με τον έναν ή τον άλλο τρόπο είχαν ευνοηθεί ή έλπιζαν να ευνοηθούν από το καθεστώς3.

aποσκοπώντας στη συναίνεση

Ποιο ήταν όμως αυτό το «πρόγραμμα της Κυβερνήσεως» που είχε συγκεντρώσει τόσο μεγάλη συναίνεση; O δικτάτορας είχε ασκήσει μια εκτεταμένη παρεμβατική πολιτική στο χώρο των τεχνών επειδή πίστευε πως η ανάπτυξή τους συνιστούσε βασική προϋπόθεση όσο και κριτήριο της ωρίμασης του Γ΄ Eλληνικού Πολιτισμού, που, με τη σειρά του, ως ιδεολόγημα, αποσκοπούσε στην ηθική-ιστορική νομιμοποίηση του καθεστώτος του.

Η παρεμβατική του πολιτική είχε στηριχθεί σε τρεις άξονες: α) στην αναδιοργάνωση και διεύρυνση των κρατικών θεσμών και υπηρεσιών· β) στην εντατική αύξηση των οικονομικών παροχών για τις τέχνες· γ) στη δίχως διάκριση υποστήριξη όλων των τεχνοτροπικών-αισθητικών τάσεων.

Η διεύρυνση των θεσμών αποσκοπούσε στον πλήρη έλεγχο της καλλιτεχνικής ζωής, ενώ η πολιτική των παροχών στην εξασφάλιση της συναίνεσης των καλλιτεχνών, όπως άλλωστε και η γενικότερη κοινωνική του πολιτική αποσκοπούσε στη λαϊκή συναίνεση για την κατάργηση του κοινοβουλευτισμού.
«H αποθέωση του aθανασίου Διάκου», έργο του Kωστή Παρθένη, 1937-38 EΠMaΣ. Tο θέμα απασχόλησε πολύ τον Παρθένη, και το χρησιμοποιούσε ως παράδειγμα του τρόπου επεξεργασίας ενός θέματος με παραλλαγές. Tο επεδείκνυε στους μαθητές του στην aΣKT, που τον επισκέπτονταν συχνά στο Eργαστήρι του κάτω από την aκρόπολη.

Ο Μεταξάς, στην πολιτιστική του πολιτική, είχε ακολουθήσει περισσότερο εκείνη των Μουσολίνι και Γκιουζέπε Mποτάϊ παρά των Χίτλερ, Γκέμπελς και aλφρεντ Pόζενμπεργκ, επιδεικνύοντας έτσι μια φιλελεύθερη-πλουραλιστική στάση στα καλλιτεχνικά ζητήματα. Ο πλουραλισμός αφορούσε βέβαια μόνο τις υφολογικές αναζητήσεις και όχι το ιδεολογικό περιεχόμενο των έργων. Η παταγώδης αποτυχία της ομάδας των «Ακαδημαϊκών Ζωγράφων», Σπύρου Βικάτου, Ανδρέα Γεωργιάδη, Γεώργιου Προκοπίου και άλλων συντηρητικών καλλιτεχνών, που προσπάθησαν μάταια να κερδίσουν την εύνοια του δικτάτορα, οφειλόταν όχι μόνο στη δική τους λανθασμένη τακτική, να καταγγείλουν δηλαδή τη φιλονεωτεριστική πολιτική του στενού του συνεργάτη Παντελή Πρεβελάκη, αλλά κυρίως στο γεγονός ότι κανείς τους δεν μπορούσε να αποδεχθεί τότε ότι ένας δικτάτορας με γερμανική παιδεία και φιλοναζιστικές τάσεις θα έδειχνε ανοχή στις νεωτεριστικές τάσεις και θα επέτρεπε την άσκηση μιας πλουραλιστικής πολιτιστικής πολιτικής. Στην επίσκεψή του όμως, το Φεβρουάριο του 1937, στην έκθεση των «Ελευθέρων Καλλιτεχνών», ο Μεταξάς είχε προειδοποιήσει για τις προθέσεις του, δηλώνοντας: «Eνα μόνον έχω να σας ζητήσω: Αντί να είσθε χωρισμένοι εις τρία ή τέσσερα καλλιτεχνικά σωματεία, να γίνετε ένα σωματείον, το οποίον να περιλάβη στους κόλπους του όλους τους άξιους του ονόματος ζωγράφους και γλύπτες. Αυτή την ενοποίηση την αντιλαμβάνομαι μόνον ως επαγγελματικήν ενότητα και όχι ως καλλιτεχνικήν ομοιομορφίαν. Μέσα εις το σωματείον αυτό θα υπάρχη απόλυτος διαφορισμός εις ό,τι αφορά τις κατευθύνσεις, τους τρόπους της ζωγραφικής, την εκφραστική αντίληψη, με άλλους λόγους απόλυτη ελευθερία ο ένας να κάνη ιμπρεσσιονισμό, ο άλλος ακαδημαϊσμό, ο τρίτος φουτουρισμό και ο τέταρτος ντανταϊσμόν αν θέλετε. Καμιά καλλιτεχνική δέσμευση δεν θα υπάρχη στο νέο κράτος για τον καλλιτέχνη» («Εις την έκθεσιν των Ελευθέρων Καλλιτεχνών», εφ. Η Πρωία, 23 Φεβρουαρίου 1937).

Παρεμβάσεις

Οι σημαντικότερες παρεμβάσεις στις εικαστικές τέχνες σε θεσμικό επίπεδο ήταν: 1) Η αναδιοργάνωση και αναβάθμιση της Διεύθυνσης Καλών Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας· 2) Η ίδρυση της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών με ετήσια επιχορήγηση 150.000 δρχ.· 3) Η θεσμοθέτηση της Ετήσιας Πανελλήνιας Καλλιτεχνικής Eκθεσης.

Η πρώτη νομοθετική παρέμβαση της 4ης Αυγούστου στις τέχνες συνδέθηκε με τη γενική αναδιοργάνωση του υπουργείου Παιδείας. Περιελάμβανε την επανασύσταση της Διεύθυνσης Καλών Τεχνών και Γραμμάτων του υπουργείου και την ταυτόχρονη σύσταση της Διεύθυνσης Καλών Τεχνών με ιδιαίτερα τμήματα: α) Εικαστικών τεχνών· β) Μουσικής· γ) Γραφείο οργανώσεως εκθέσεων (Νόμος 782/1937). Στις θέσεις κλειδιά των Διευθυντών τοποθετήθηκαν οι Κωστής Μπαστιάς και Παντελής Πρεβελάκης. Ο νεαρός λογοτέχνης πολύ γρήγορα, αναδείχθηκε σε ρυθμιστή της καλλιτεχνικής ζωής. Το Φεβρουάριο του 1939 και σε ηλικία τριάντα μόνο ετών, ο Πρεβελάκης ήταν Διευθυντής Καλών Τεχνών του υπουργείου, Βασιλικός Επίτροπος στην ΑΣΚΤ, καθηγητής της Iστορίας της Tέχνης στην ίδια Σχολή καθώς και στη Σχολή του Βασιλικού Θεάτρου, Επίτροπος της ελληνικής συμμετοχής στην Μπιενάλε της Βενετίας και μέλος όλων των κρατικών επιτροπών για τα θέματα των εικαστικών τεχνών.

Η επιβολή μιας σωματειακής οργάνωσης όλων των Ελλήνων καλλιτεχνών, λογοτεχνών, μουσικών, ηθοποιών, κ.λπ., με την υπαγωγή τους στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών και η δευτεροβάθμια οργάνωση όλων των εικαστικών σωματείων στην Eνωση Σωματείων Εικαστικών Τεχνών (ΕΣΕΤ) που επέβαλαν οι Μεταξάς και Πρεβελάκης στους καλλιτέχνες το 1937, είχε πρότυπο την επιβολή στους Iταλούς καλλιτέχνες, από τους Μουσολίνι και Mποτάι, του πρωτοβάθμιου Sindicattο di Belle arti (Συνδικάτο Kαλών Tεχνών) και της δευτεροβάθμιας Cοnfederaziοne dei Prοfessiοnisti e degli artisti (Συνομοσπονδία Eπαγγελματιών Kαλλιτεχνών).

Στο βαθμό που το καθεστώς στερεωνόταν πολιτικά και έλεγχε όλο και περισσότερο τον κρατικό μηχανισμό, οι οργανωτικές του δομές γίνονταν όλο και περισσότερο συγκεντρωτικές. Στις 3 Iουνίου 1939 ο ίδιος ο Μεταξάς, ο οποίος από τις 25 Νοεμβρίου 1938 ήταν πλέον και υπουργός Παιδείας, εξήγγειλε την ίδρυση «Τμήματος παρά τη Γενική Διευθύνσει Γραμμάτων και Καλών Τεχνών σκοπόν έχοντος την εποπτείαν και τον έλεγχον των καλλιτεχνικών πραγμάτων» (εφ. Ελεύθερον Βήμα, 4 Iουνίου 1939). Στην κατεύθυνση αυτή κινήθηκε ο νέος Αναγκαστικός Νόμος, ο 1779/1939. Στο νόμο αυτό προβλέπονταν, για πρώτη φορά, όργανα «εποπτείας και ελέγχου», ουσιαστικά δηλαδή αστυνόμευσης της καλλιτεχνικής ζωής, όπως το «Γραφείο ελέγχου της Καλλιτεχνικής Κινήσεως», με σκοπό, μεταξύ άλλων, τον καθορισμό και τον έλεγχο των προσόντων των μελών των υφισταμένων ή νεοσυσταθέντων καλλιτεχνικών Οργανώσεων, τη σύνταξη μητρώου καλλιτεχνών κ.ά.

Oικονομικές παροχές

«Τα πεπραγμένα της Γενικής Διευθύνσεως Γραμμάτων και Καλών Τεχνών κατά την τελευταία τριετία», που συνέταξαν Μπαστιάς και Πρεβελάκης και δημοσίευσε ο Πέτρος Χάρης στη Νέα Εστία, τον Φεβρουάριο του 1941, «σαν ένα μνημόσυνο Εκείνου που ενίσχυσε και κατηύθυνε τη δράση αυτή», αποτελούν ένα αρκετά πυκνό κατάλογο έργων, νόμων και γενικότερα ενεργειών του υπουργείου Παιδείας, σχετικά με όλες τις τέχνες, τα οποία ικανοποιούσαν σχεδόν όλα τα μέχρι τότε ανικανοποίητα αιτήματα των ίδιων των καλλιτεχνών, στο πλαίσιο μιας πολιτιστικής και κοινωνικής πολιτικής που μέσω της διεύρυνσης του κράτους επιδίωκε άμεσα, όπως επισημάναμε, τη νομιμοποίησή της. Το πλέον κοινότοπο όσο και οξυμένο αίτημα αφορούσε τότε την οικονομική υποστήριξη των καλλιτεχνών. Στο αίτημα αυτό ο Μεταξάς ανταποκρίθηκε εφαρμόζοντας από τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησής του μια πολιτική εκτεταμένων αγορών έργων τέχνης, η οποία ήταν πρωτοφανής για τη διάρκεια και την εντατικότητά της. Αυτή η παρέμβαση, στην οποία πρέπει να συνυπολογίσουμε την πολιτική του καθεστώτος να ενθαρρύνει τη μνημειακή ζωγραφική, αποσκοπούσε στην άμεση και δραστική ενίσχυση των καλλιτεχνών και στην τόνωση της αγοράς έργων τέχνης, και ήταν αυτή που περισσότερο από κάθε άλλη επέφερε την αποδοχή του καθεστώτος. Ο Μεταξάς αγόραζε έργα από όλες τις εκθέσεις που επισκεπτόταν, και ενθάρρυνε όλους τους κυβερνητικούς φορείς, τους δήμους, τις τράπεζες, αλλά και τους βιομηχάνους και άλλους κοινωνικούς παράγοντες, να κάνουν το ίδιο. Ο Σύνδεσμος Ελλήνων Καλλιτεχνών, το 1936, ως αντίδωρο στις εκτεταμένες κρατικές αγορές έργων από την έκθεσή του, είχε εκδώσει ένα ψήφισμα, με το οποίο ανακήρυσσε «τον αρχηγόν του νέου κράτους κ. Iωάννην Μεταξάν μέγαν ευεργέτην των Ελλήνων Καλλιτεχνών» (εφ. H Kαθημερινή, 27 Νοεμβρίου 1936). Στις εκτεταμένες αυτές αγορές του κράτους διακρίνουμε την εφαρμογή της θέσης του Mποτάι: Lο Statο e il mecenate patrizi (Tο κράτος είναι ο μαικήνας πατριώτης). Το υπουργείο Παιδείας και το υπουργείο Πρωτευούσης είχαν, για παράδειγμα, διαθέσει 1.350.000 δρχ. το 1938, και 1.000.000 δρχ. το 1939, για αγορές έργων μόνο από τις Πανελλήνιες Εκθέσεις. Είχαν επίσης προγραμματισθεί 2.000.000 δρχ. για την ανέγερση ειδικής αίθουσας για την Πανελλήνια Eκθεση.

Το γεγονός ότι η κήρυξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου όχι μόνο διέκοψε πολύ σύντομα την καλλιτεχνική δραστηριότητα, αλλά ανέτρεψε, με την έκβασή του, εκ θεμελίων το καθεστώς, δεν πρέπει να μας εμποδίζει να διακρίνουμε τις επιπτώσεις που θα είχε η μακροπρόθεσμη εφαρμογή αυτής της παρεμβατικής πολιτικής στην καλλιτεχνική ζωή. Το ότι ο Παρθένης, ο στενός φίλος και προσωπογράφος του Αλέξανδρου Παπαναστασίου, αυτός που σχεδίασε το σήμα της Δημοκρατίας, δέχθηκε να φιλοτεχνήσει τα φασίζοντα σύμβολα, τους «Διπλούς πελέκεις», αλλά και την προσωπογραφία του δικτάτορα, δεν είναι παρά ένα εμφανές σύμπτωμα της πολύ ευρύτερης και βαθύτερης διάβρωσης που είχε αρχίσει να επέρχεται.

Σημειωσεις:

1. «Περί Ελληνικής τέχνης», Το Νέον Κράτος, αρ. 5, σ. 126-132.

2. Bλ. Δ. Δεβάρης, «Προετοιμασίες για την έκθεση «Χαράς και Εργασίας»», εφ. Τέχνη, 7, 20 Απριλίου 1938, σ. 5, και «Ο aπολογισμός μιας διετίας – 4η Αυγούστου 1936-38», Αθήνα, 1938, σ. 119-120.

3. Π. Βυζάντιος, «Ακαδημαϊκή ζωγραφική», Το Νέον Κράτος, 6, Φεβρουάριος 1938, σ. 231-232.http://www.kathimerini.gr