Μαρίνους Βαν Ντερ Λούμπε, ένας ακόμη Τσαφέντας ή ένας μουρλός προδότης;

24grammata.com- ιστορία

για τον Τσαφέντα κλικ εδώ

γράφει ο Μανώλης Δημελλάς

Το πηγάδι της μνήμης ανακατεύεται συχνά, έτσι μοιραία ανεβαίνουν προς τα επάνω εκτός από τα αρώματα των γλυκών στιγμών,
οι δύσοσμες  μυρωδιές μιας ανεξιχνίαστης σύνθεσης .
Πάνε περίπου 80 χρόνια, ούτε πολλά ούτε και λίγα, θα έλεγε ένας ηλικιωμένος, μα ο ενεργός πολίτης που βλέπει να χάνει τον χρόνο ψάχνοντας, του φαίνεται σαν αστρικός αυτός ο χρόνος, όταν η Γερμανία που τώρα μας παίρνει οικονομικά φαλάγγι, έπαιζε με όπλα και αγωνιζόταν να ξεχωρίσει την αρία φυλή από τους υπόλοιπους, τα κατακάθια.
Ήταν η εποχή που στα βιβλία που δεν έκαψαν, έγραφαν πως ακόμη και τα σκουμπριά, τα ψάρια που τριγύριζαν στη θάλασσα τους δεν τους ταίριαζαν  οι επαφές με τα είδη που κολυμπούσαν εκτός των δικών τους νερών.
Είναι μια στιγμή που κυβερνά ένας πρώην στρατιωτικός που τα λέει ωραία, (Χίτλερ), ένα μορφινομανή (Γκαίριγκ), μαζί και με έναν αποτυχημένο συγγραφέα (Γκαίμπελς), μα και ένα τσούρμο «εθνικοσοσιαλιστές»,  που παλεύουν για «νέα αρχή» και να βάλουν την Γερμανία σε «τάξη και οργάνωση».
Στις πρώτες μέρες του 1934, που οι κινηματογράφοι στην Αθήνα προβάλλουν το φιλμ «Μάτα Χάρι», μια μυθική ταινία με την Γκρέτα Γκάρμπο που ενσαρκώνει την απίθανη κατάσκοπο που με όπλα την ομορφιά και τον έρωτα τα μυστικά και τα ψέμματα αλλάζουν χέρια. Η ίδια τελικά καταλήγει στο εκτελεστικό απόσπασμα  που σταματά την δράση και την μοιραία ζωή της.
Το υπόλοιπο καστ απαρτίζεται από τον Λάιονελ Μπάριμορ στο ρόλο ενός Ρώσου στρατηγού συνεπαρμένου από τη γοητεία της, τον Λιούις Στόουν, που υποδύεται έναν ψυχρό και κυνικό κατάσκοπο και τον Ραμόν Ναβάρρο στο ρόλο ενός γοητευτικού αεροπόρου, που κατακτά την καρδιά της Μάτα Χάρι. Σ’ έναν κόσμο μέσα στη βία και τον πόλεμο, το «όπλο» της Μάτα Χάρι ήταν ο παθιασμένος έρωτας.
Μα ένα πραγματικό εκτελεστικό απόσπασμα γνώρισε ο Μαρίνους Βαν Ντερ Λούμπε, ακριβώς την ίδια περίοδο, στις 14-1-1933 που αποκεφαλίστηκε. Ήταν ο άνθρωπος που μαθαίνονταν από την μια, την άνοδο του εθνικοσοσιαλισμού στην Γερμανία και από την άλλη την  σιωπηρή αποδοχή των κομμουνιστών συντρόφων του, αποφασίζει μέσα στην παράνοια του να πάει να τους ξεσηκώσει.
Ένας περίεργος Ολλανδός που ξεκίνησε την ζωή του ταραγμένα και πριν κλείσει τα 25του γενέθλια έκλεισε βίαια τον κύκλο της ζωής σε αυτό τον πλανήτη.

Ο Μαρίνους βαν ντερ Λούμπε (Marinus van der Lubbe) γεννήθηκε στο Ούχστχιστ της Νότιας Ολλανδίας στις 13 ιανουαρίου1909. Με χωρισμένους γονείς μεγάλωσε πλάι στην την πολύτεκνη μητέρα του και όταν αυτή πέθανε, το 1921, πήγε να ζήσει με την οικογένεια της ετεροθαλούς αδελφής του. Ο Μαρίνους  δούλεψε από μικρός χτίστης σε οικοδομές και εξαιτίας της μεγάλης μυικής  δύναμης του κόλλησαν το παρατσούκλι Ντέμπσι, από τον μεγάλο αμερικανό πυγμάχο Τζακ Ντέμπσι.
Κομμουνιστής και πρωτεργάτης σε πολλές δράσεις κατηγορήθηκε για την μεγάλη φωτιά στο κοινοβούλιο της Γερμανία, το γνωστό Ράϊχσταγκ, τον Φλεβάρη του 1933, είπε πως αυτός ήταν ο υπεύθυνος που προκάλεσε τις καταστροφές με στόχο την διαμαρτυρία του για την άνοδο του ναζισμού αλλά και την σιωπή-συνενοχή του κόσμου. Την ίδια στιγμή, μέσα στην νύχτα οι ναζιστές είχαν την ευκαιρία που έψαχναν, συλλαμβάνουν 4000 μέλη του κομμουνιστικού κόμματος Γερμανίας και μεταφέρονται στο στρατόπεδο  Νταχάου. Το ΚΚΓ, ήταν το πρώτο κόμμα που απαγορεύτηκε από τους Ναζί.
Εκδόθηκε επίσης και το γνωστό διάταγμα για τον εμπρησό του Ράιχσταγκ, με την ονομασία Reichstagsbrandverordnung, που καταργούσε επ΄αόριστον κάθε εγγύηση για ατομικά δικαιώματα και πολιτικές ελευθερίες. Με αυτό μπορούσαν πια οι πολιτικοί κρατούμενοι, στην ουσία οι αντίπαλοι του Χίτλερ,  μπορούσαν να κρατηθούν  με συνοπτικές διαδικασίες και για όσο χρόνο έκριναν οι αρχές πως είναι απαραίτητο.
Με πιέσεις από ψηλά και συνεχής ματαιώσεις στην  διαδικασία έγινε η δίκη του, συγκατηγορούμενοι του ήταν τέσσερις «ορθόδοξοι» κομμουνιστές: Ο γερμανός Ερνστ Τόγκλερ και οι Βούλγαροι Μπλαγκόι, Ποπώφ, Βασίλι Τάνεφ και ο πιο γνωστός όλων Γκιόργκι Ντιμιτρόφ, μετέπειτα γραμματέας της Κομμουνιστικής Διεθνούς, μα και μεγάλος κατήγορος του. Οδηγήθηκε μοναχός του στο απόσπασμα και εκτελέστηκε, με αποκεφαλισμό, στις 10 Ιανουαρίου 1934 λίγο πριν τα γενέθλια του, θα γινόταν 25 χρονών. Μα και το κομμουνιστικό κόμμα τον καταδίκασε σε θάνατο αφού κατηγορήθηκε για πως η πράξη του ήταν μια ναζιστική προβοκάτσια. Στην ουσία θεωρήθηκε συνεργάτης των Γερμανών, ψευδοκομουνιστής και όργανο του Χίτλερ, που εξ΄ αιτίας του 1500 σύντροφοι του, κομμουνιστές, συνελλήφθησαν από το ναζιστικό καθεστώς.
Με καθημερινά άρθρα σεντόνια, ο “Ριζοσπάστης” της εποχής έδινε το πορτραίτο και την ιστορική του διαδρομή του Μαρίνους, ταυτίζοντας τον ουσιαστικά με κρυφά αλισβερίσια με το εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα των ναζιστών (κλικ εδώ)
Παρουσίασε στοιχεία για ένα παιγνίδι σχεδιασμένο από τον Γκαίμπελς και τον Γκέρνιγκ που βρήκαν στο πρόσωπο του Βαν Ντερ Λούμπε τον κατάλληλο εκτελεστή. Το διπλό διαβατήριο του, και ως Βαν Ντράγκεν, η πίεση του Γκέριγκ, να τελειώνει η δίκη παρότι  το καλοκαίρι του ΄33 είχε ήδη 7 αναβολές, μα και η αγωνία να δημιουργηθεί σύννεφο διεθνούς συνωμοσίας κατά της τρίτης διεθνούς, έβαλαν ψύλλους στον κόρφο τον κομμουνιστών που ξεσηκώθηκαν σε όλα τον κόσμο διαδηλώνοντας την αντίθεση τους για το ανελέητο κυνηγητό των μελών του κόμματος.
Τον Αύγουστο του 1933, δημοσιεύεται το περίεργο “καφέ βιβλίο”, που εκδίδεται από τον Otto Katz, στο οποίο ο Marinus κατηγορείται για “μικροαστισμό” μα και ένα “θρησκευτικό παραλήρημα”. Επίσης  περιγράφεται ως “ημι-τυφλός νέος και παιδεραστής” και τον κατηγορούν ότι για την φωτιά στο Ράιχσταγκ  ήταν  συνεργάτης των Ναζί.
Η κομμουνιστική διεθνής ξεκαθάρισε, αν και υπήρξαν ισχυρές αντιδράσεις, πως έπρεπε να καταδικαστεί σε θάνατο μετά τον θάνατο του.
Είναι ο αδελφός του, Γιαν βαν Ντερ Λούμπε που πάλεψε καιρό για το όνομα του Μαρίνους. Οι προσπάθειες τους ευοδώθηκαν στις  10/1/2008, 74 χρόνια από την εκτέλεση του, όταν το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Καρλσρούης ανέτρεψε τη δικαστική απόφαση του 1934, με βάση νόμο του 1998, μέσω του οποίου αποκαθίστανται η μνήμη όλων εκείνων που καταδικάστηκαν από  τους ναζιστές.
Η απορία εξακολουθεί να στοιχειώνει και τις δικές μας μέρες, άρθρα, βιβλία και μελέτες, ξεψαχνίζουν προσεκτικά την προσωπικότητα του Ολλανδού, στοιχεία και λεπτομέρειες από την στιγμή της μεγάλης φωτιάς στο κοινοβούλιο, τα τέσσερα πακέτα τσιγάρα και τα σπίρτα που αγόρασε πριν, η παραφροσύνη του όταν τον έπιασαν ημίγυμνο μέσα στο φλεγόμενο κτήριο ακόμη και οι περαστικοί μάρτυρες κάνουν την ιστορία να μιλά μα να μην αποκαλύπτει τίποτε.
Μα και η προσωπική διαδρομή του τα περασμένα χρόνια, τα ταξίδια ονειρικά και πραγματικά, στην τότε Σοβιετική Ένωση, στα Καρπάθια, και η αλήθεια που μπλέχτηκε με τον μύθο, βόλευε τις διαφορετικές ομάδες να στήνουν πάνω στον άνθρωπο σενάρια που οδηγούσαν σε διαφορετικούς δρόμους την ιστορία.
Ο Λούμπε, σπρωγμένος από εσωτερικές φωνές, είναι που έβαλε τη φωτιά στο Ράιχσταγκ; ένας άλλος Τσαφέντας; ή οι ίδιοι οι Ναζί τον έσπρωξαν, για να δώσουν το πρόσχημα στον Χίτλερ να μιλήσει για κομμουνιστική συνωμοσία και να αναστείλει τις ατομικές ελευθερίες των Γερμανών.
Ακόμη και σήμερα απαντήσεις δεν έχουν δοθεί, η πλευρές ανάλογα με την οπτική ματιά τους στην ιστορία φωτίζουν και τα σημεία εκείνα που φέρνουν την ιστορική αλήθεια προς το μέρος τους.
Οι μαρτυρίες της εποχής, όπως του πρώτου ανακριτή του ντε Λούμπε, Ρούντολφ Ντίελς, μιλούν για έναν παράφρονα πυρομανή αντίθετα τα στοιχεία των κομμουνιστών δείχνουν έναν θεόμουρλο συνεργάτη του Χιτλερικού καθεστώτος.

Ο Μαρίνους Βαν Ντερ Λούμπε είναι ακόμη ένα πρόσωπο που κλώτσησε την ιστορία, κύλησε πιο γρήγορα τις εξελίξεις και έμεινε στην ιστορία αλλά στις πίσω γκρίζες, σκοτεινές και ανεξιχνίαστες, σελίδες της.