Μετάπραξη

εάν (ένθετο του 24grammata.com)

Από το βιβλίο της Anna Martine Lucciano “Γιάννης Χρήστου”

Μετάφραση:  Γιώργος Λεωτσάκος

“Κάθε ζωντανή τέχνη εξακολουθεί να γεννά μία καθολική λογική που τροφοδοτείται από ένα σύνολο (αγγλ. collectivity) χαρακτηριστικών δράσεω.
“Κάθε φορά που μία δράση εκτελείται (αγγλ. “performed”) σκόπιμα, για να εναρμονίζεται με την τρέχουσα καθολική λογική που χαρακτηρίζει την τέχνη, η δράση αυτή
είναι μία πράξη, δηλαδή μία δράση σκόπιμη και χαρακτηριστική. Κάθε φορά όμως που μια δράση (επίσης) σκόπιμα αλλά για να προχωρήσει πέρα από την τρέχουσα καθολική λογική που χαρακτηρίζειτην τέχνη, η δράση αυτή είναι μία “Μετάπραξη” (metapraxis) ή μία δράση σκόπιμα μη χαρακτηριστική: μια “μετα-δράση”(αγγλ. meta-action).
Έτσι στις λεγόμενες performing arts:
Κάθε δράση που απαιτεί από τον εκτελεστή της να προχωρήσει πέρα από την
τρέχουσα λογική του μέσου στο οποίο ανήκει, που απαιτεί απ’ αυτόν να
προχωρήσει πέρα από τη λογική του πεδίου δράσης του: η δράση αυτή είναι μία
“μετάπραξη” και είναι σκόπιμα “μη χαρακτηριστική”. Αντίστροφα, μία δράση
που συμμορφώνεται με την τρέχουσα λογική του μέσου αυτού, εφόσον είναι
σκόπιμα “χαρακτηριστική” είναι μία “πράξη”

Για παράδειγμα ένας αρχιμουσικός που διευθύνει σε μία συναυλία, αυτό είναι μία
πράξη. Αν όμως του ζητηθεί επίσης να περπατά γύρω γύρω, να μιλά, να φωνάζει, να ουρλιάζει, να χειρονομεί ή να εκτελεί οποιαδήποτε άλλη δράση που δεν συνδέεται αυστηρά με τη δουλειά του ως αρχιμουσικού, αυτό θα μπορούσε να είναι μία
μετάπραξη. Κάθε εκτελεστής ενός οργάνου σε μία συναυλία παίζει το όργανο αυτό: αυτό είναι μία πράξη. Αν όμως του ζητηθεί επίσης να περπατά γύρω γύρω, να μιλά, να φωνάζει, να ουρλιάζει, να χειρονομεί ή να εκτελεί οποιαδήποτε άλλη δράση μη χαρακτηριστική της τρέχουσας λογικής της κατηγορίας (στην οποία ανήκει), αυτό θα μπορούσε να είναι μία μετάπραξη.
Από την άλλη πλευρά, αν από ένα ηθοποιό ή χορευτή που παίρνει μέρος σε ένα έργο “μικτών μέσων” (αγγλ. mixed media) ζητηθεί να ουρλιάξει, να γελάσει, να κινηθεί ένα γύρω, να χορέψει, να κάνει χειρονομίες ή οτιδήποτε άλλο, τότε ο ηθοποιός αυτός θα μπορούσε να εκτελεί μία πράξη, αλλά όχι μία μετάπραξη.

Το φράγμα του νοήματος

Το τελευταίο αυτό παράδειγμα μας αφήνει να εννοήσουμε ότι μία μετάπραξη δεν
είναι μία από τις λειτουργίες των “μικτών μέσων”. Μία μετάπραξη είναι μία
κατάρρευση, ένα ούpλιαγμα (αγγλ. implosion), μία ένταση (που λειτουργεί) κάτω από την επιφάνεια ενός απλού (εκφραστικού) μέσου (αγγλ. a single medium) και που απειλεί  το ίδου το φράγμα του νοήματος (αγγλ. meaning barrier) αυτού του μέσου.
Μία επίθεση ενάντια στη λογική της σχέσης του εκτελεστή με το ίδιο το εκφραστικό μέσο. Παραβίαση εκ των έσω μίας απλής κατάστασης πραγμάτων. Η μία
εκλεπτυσμένη κι επιδέξια πίεση πάνω από το φράγμα του νοήματος που δημιουργεί
κάθε σύστημα για την ίδια του την αυτοσυντήρηση.

Η φευγαλέα φύση της μετάπραξης

Φυσικά κάτι τέτοιο προϋποθέτει ότι εφόσον η λογική του μέσου εξακολουθεί να
αλλάζει σύμφωνα με τις δυναμικές των παγκόσμιων ιστορικών παραμέτρων, οι τρόποι με τους οποίους η μετάπραξη θα μπορούσε να εκφράζεται πρέπει να αναπροσαρμόζονται αδιάλειπτα. υτό όμως δεν είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο τα παραδείγματα που αναφέραμε πιο πάνω απλώς “θα μπορούσαν” να είναι παραδείγματα μετάπραξης, ενώ σαφώς δεν τα αναφέραμε ως τέτοια.Πολύ απλά η ίδια η
ουσία της μετάπραξης είναι στην ουσία φευγαλέα. Π.χ. ο ίδιος τύπος δράσης που σε ένα έργο λειτούργησε ως μετάπραξη σε ένα άλλο μπορεί να μην λειτουργήσει έτσι.
Η ακόμα και στο ίδιο έργο, μέσα στα πλαίσια του ίδιου χρονοδιαγράμματος (αγγλ. within the same overal period) και των ίδιων συμβατικοτήτων αλλά υπό συνθήκες διαφορετικές. Όταν μία μετάπραξη “λειτουργεί” δεν υπάρχει καμμία (έτοιμη) φόρμουλα που να καθορίζει το γιατί λειτούργησε.

Τα αντίθετα

Το ζήτημα μπορεί να τεθεί με διαφορετικούς τρόπους. Π.χ. η σχέση ανάμεσα στη
πράξη και στην μετάπραξη αντιστοιχεί σεη σχέση ανάμεσα στη φυσική και στην μεταφυσική. Αυτό δεν σημαίνει πως μία μετάπραξη είναι “μεταφυσική” αλλά ότι ακριβώς όπως δεν μπορούμε να προσεγγίσουμε την μεταφυσική με τη λογική της φυσικής, κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορούμε να βιώσουμε μία μετάπραξη με την λογική της πράξης. Μία μετάπραξη είναι “πέρα” από την πράξη αλλά όχι ανεξάρτητη από αυτήν.
Κι αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ακριβώς όπως η μεταφυσική , αν έχει καν
κάποιο νόημα, αυτό σημβαίνει εξαιτίας της “αντίθετης” αντίληψης, δηλαδή της φυσικής, έτσι και η μετάπραξη έχει νόημα μόνο και μόνο σε συνάρτηση με το “αντίθετό” της, την πράξη. Και να ένα ακόμα παράδειγμα αντιθέτων που το ένα φωτίζει το άλλο ή, τουλάχιστον το ένα εξυπακούει το άλλο.
Εδώ θα μπορούσε κανένας, να προσθέσει και το εξής: έτσι όπως και η φυσικ΄, όταν υποβάλλεται σε μία πρόκληση, τείνει να εισβάλει στο χώρο της μεταφυσικής, με τον ίδιο τρόπο και η πράξη, όταν υποβάλλεται σε μία πρόκληση, τείνει να εισβάλει στο χώρο της μετάπραξης.

Αν εξακολουθούσαμε τον παραλληλισμό, μία έσχατη συνειδητοποίηση θα μπορούσε να είναι η ταύτιση της πράξης με την μετάπραξη σε μία ένωση αντιθέτων, έτσι ώστε μία μετάπραξη να μην έχει κανέναν επιπλέον λόγο για να διαφέρει από την “πράξη”. Εννοείται ότι η πρόταση αυτή δίνει φανερά στόχο σε ερωτήσει του είδους: “Μα τότε, καταρχήν προς τι όλη αυτή η ιστορία της μετάπραξης; Όμως είναι εξίσου φανερό πως η μόνη απάντηση στις ερωτήσεις αυτές είναι η σιωπή.

πηγή