Ο Δημήτρης Τσαφέντας στις σελίδες των βιβλίων. Μια ένδειξη ατολμίας

24grammata.com /απόδημος ελληνισμός / αφιέρωμα: Τσαφέντας / Tsafentas (κλικ εδώ)

γράφει ο Απόστολος Θηβαίος

δείτε και το σχετικό άρθρο κλικ εδώ

Η ιστορία γράφεται από τα πρόσωπα. Αυτό ας εκληφθεί ως ένα αμετάκλητο δεδομένο. Η ιστορία πάλι καταγράφεται, διδάσκεται, κοινοποιείται και επιζεί μέσα από την καταγραφή. Με τούτο το δεύτερο στοιχείο ως ένα ακόμα δεδομένο δεν μπορούμε παρά να καταλήξουμε στη σημασία και την αξία της καταγραφής αυτής, όπως διαπιστώνεται μέσα στα βιβλία και το συντεταγμένο λόγο. Ίσως η ιστορία και η επιβίωσή της να αρκεί ώστε να καθίσταται ο λόγος σημαντικός και να αποκτά, ταυτόχρονα λόγο ύπαρξης το μέσο, με το οποίο αυτός διαδίδεται, δηλαδή το βιβλίο.
Στην περίπτωση του Δημήτρη Τσαφέντα η αξία της ιστορικής μνήμης έθρεψε το ενδιαφέρον των συγγραφέων και εκείνοι παρουσίασαν στο κοινό μια ευρύτατη ποικιλία συγγραμμάτων, καλούμενων να απαντήσουν σε καίρια ερωτήματα για αυτή την παράξενη και μυθική πια προσωπικότητα. Μέσα από τη γραφή, ιστορικοί και μη, άνθρωποι όλων των εξειδικεύσεων στην οπτική τους προσπάθησαν να πλησιάσουν την αντιφατική αυτή περίπτωση. Ο Τσαφέντας, παράφρων για άλλους, αθεράπευτα ρομαντικός ή μορφή ηρωική για ορισμένους προσωπογραφείται μέσα από πλήθος μελετών, κυρίως ξενόγλωσσων.
Αν και σε τούτη την αναφορά μας η περίπτωση της ελληνικής αδιαφορίας δεν μπορεί να μας απασχολήσει στο απαραίτητο βάθος, εντούτοις μπορούμε να συμπεριλάβουμε εκείνη την εκτίμηση, η οποία θέλει τον σύγχρονο Έλληνα, όχι μόνο ανεπαρκή απέναντι στην ιστορική γνώση μα και εμφανώς αδιάφορο εμπρός σε περιπτώσεις ομοεθνών του, οι οποίοι μπορεί και να ξεχώρισαν για τον οποιοδήποτε λόγο. Ίσως τούτο να συνιστά ένα αποτρόπαιο ιδίωμα της ίδια της φυλής μας.
Μια πρόχειρη αναζήτηση των βιβλίων τα οποία καταπιάνονται με την περίπτωση Τσαφέντα θα οδηγήσει τον ενδεχόμενο ερευνητή εμπρός σε πλήθος επιλογών. Παρατηρώντας εκείνες της βιβλιοπαραγωγής δεν μπορούμε παρά να καταλήξουμε σε ορισμένα συμπεράσματα, τα οποία αποδεικνύουν τον τρόπο κάτω από την επίδραση του οποίου αποπειράθηκε η διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης εικόνας για αυτόν τον αινιγματικό άνθρωπο που τελικά δεν δικαιούταν παρά ένα τριγωνικού σχήματος λίθο στο σημείο ταφής του. Οι συγγραφείς, οι οποίοι εκδήλωσαν έμπρακτα το ενδιαφέρον τους για τον Δημήτρη Τσαφέντα δεν μπόρεσαν παρά να δώσουν μία λεπτομερή και ίσως ακόμα περισσότερο εμπλουτισμένη ερμηνεία του ανθρώπινου φαινομένου. Σε καμία περίπτωση δεν φαίνεται πως τα βιβλία αυτά μπορούν να φωτίσουν με επάρκεια την προσωπικότητα του Έλληνα δολοφόνου. Συνιστά ίσως μοναδική περίπτωση αυτή του Τσαφέντα, κατά την οποία μία πράξη αυτοθυσίας, όπως συνιστά η δολοφονία του εμπνευστή του «απαρτχάιντ» δεν αποτελεί έρεισμα για μια απλόχερη εκθείαση της ίδιας της πράξης. Τούτο θα μπορούσε να σχετίζεται με ζητήματα σεβασμού της ανθρώπινης ζωής, όποια και αν είναι η στόχευσή της, ή ακόμα να αφορά μία γενικότερη στάση απέναντι σε ζητήματα, τα οποίο άπτονται της πολύπαθης, αφρικανικής ηπείρου και των κλονισμένων, δυτικών συμφερόντων, μιας παλαιάς, παγιωμένης κατάστασης.
Κορυφαίο ίσως βιβλίο για την περίπτωση του Δημήτρη Τσαφέντα, ενταγμένου πλήρως μες στο νοτιοαφρικανικό περιβάλλον των περιθωριοποιήσεων και των ακροτήτων, αποτελεί η ιστορική καταγραφή του «Tragedy of Apartheid in South Africa: Hendrik F. Verwoerd and Dimitri Tsafendas Meet at the Crossroads», μια ολοκληρωμένη απεικόνιση των γεγονότων, τα οποία οδήγησαν σταδιακά στην κορυφαία, αντιρατσιστική πράξη του Τσαφέντα και την αφετηρία για μια δραστική, πολιτική αλλαγή στον πολύπαθο τόπο της Νοτίου Αφρικής.  Ο συγγραφέας, γεννημένος στη Ζιμπάμπουε, καθηγητής επί σειρά ετών στο «Nothern University of Arizona», κατόρθωσε με το πόνημά του, όχι μόνο να αναδείξει την πράξη του Τσαφέντα, αλλά και να περιοριστεί στην κοινωνική σημασία της, περιορίζοντας κατά πολύ τις αναφορές σε προσωπικότερα θέματα της αυτοσυγκρασίας του θύτη. Παρατηρώντας με την ψυχραιμία ενός ενσυνείδητου ακαδημαϊκού ολόκληρη την υπόθεση και τον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκε, κατέχοντας παράλληλα την εμπειρική γνώση όσον αφορά τη θεώρηση της αφρικανικής, εσωτερικής πολιτικής ο Mungazi, ο οποίος κατέληξε στην ηλικία των 78 ετών το 2008, πέτυχε να συντάξει την πιο εμπειριστατωμένη μελέτη, αντικρίζοντας με νηφαλιότητα και αντικειμενικότητα όλες τις παραμέτρους της υπόθεσης.
Ο Ενκ Φαν Βούρντεν, Ολλανδός με ιδιαίτερα σημαντικό, συγγραφικό έργο συνιστά ακόμα έναν δημιουργό, ο οποίος παρά την εθνικότητά του, δεν καταθέτει μια συγκρατημένη γνώμη, αλλά καταδικάζοντας έμεσα τις δυτικές πρακτικές και την ανάμειξη των συμπατριωτών του στη διαμόρφωση μιας ζοφερής, πολιτικής πραγματικότητας στη Νότιο Αφρική πράττει αυτό, το οποίο υποδηλώνει ο τίτλος του έργου του.

Στην «Αναπαράσταση μιας δολοφονίας», («A mouthful of glass») ο αναγνώστης γνωρίζει σε βάθος την προσωπική διαδρομή του Τσαφέντα, ενώ παράλληλα καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα στο φανταστικό και το πραγματικό. Τούτο σαφώς και δεν ευνοεί την ιστορική καταγραφή, κατορθώνει όμως την ίδια στιγμή να διεγείρει με τρόπο μυθιστορηματικό το αναγνωστικό ενδιαφέρον, πρακτική ίσως αποδοτικότερη, αν συλλογιστεί κανείς την άρνηση του κοινού, αλλά και τον περιορισμένο κύκλο, ο οποίος αρέσκεται σε εξειδικευμένα εγχειρίδια. Το βιβλίο έχει μεταφραστεί με εξαιρετικό τρόπο από την Κατερίνα Παπαδοπούλου και την Joanna Dullaart.
Δεν θα μπορούσε να παραλειφθεί, στα πλαίσια της βιβλιογραφικής έρευνας για τον Δημήτη Τσαφέντα η θεατρικοποίηση της υπόθεσής του από τον Νοτιοαφρικανό ποιητή και ακαδημαϊκό Anton Robert Krueger. Το έργο του, με την πληρότητα και την ιστορική σύνδεσή του προς ένα συγκλονιστικό παρελθόν κατόρθωσε να εμφανισθεί σε πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, κοινοποιώντας την περίπτωση του Τσαφέντα.  «Living in Strange Lands», τιτλοφορείται το έργο, με το οποίο ο συγγραφέας έγινε ευρύτερα γνωστός σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπως η Βενεζουέλα, ενώ κατάφερε να κερδίσει την εκτίμηση του κοινού με την αντικειμενικότητα και το ρεαλισμό του. Η κριτική, άλλωστε του Nicolás Fernandez Bravo, ο οποίος εκθειάζει τον Ρένο- Νίκο Σπανούδη στο ρόλο του Τσαφέντα είναι ενδεικτική. Έργο- ντοκουμένο, αυτό του Krueger επιτυγχάνει, σύμφωνα με τον Ισπανό κριτικό μια φρούδική, ψυχαναλυτική προσέγγιση του Δημήτρη Τσαφέντα. Το έργο ανθρωποκεντρικό και αληθοφανές στην ιδεολογία, την οποία κοινωνεί προτείνει τη διαχρονικότητα της θεματολογίας του, αφού το ζήτημα της ταυτότητας και της καθοδήγησης της ανθρώπινης μοίρας, όχι από τυχαίες συγκυρίες ή το ίδιο το άτομο αλλά από τις πιο αφανείς, κρατικές λειτουργίες δεν μπορεί παρά να αποτελεί μία κοινή υποψία. Η ανθρώπινη παραφροσύνη, ως μία επίκτητη ιδιότητα είναι εκείνο το οποίο αναδεικνύεται στο έργο, του οποίου η εξέλιξη δεν αφορά μία στείρα αναπαράσταση της πραγματικότητας, αλλά μια ρεαλιστική αναγωγή της σε δεύτερο επίπεδο.
Τόσο η ξένη βιβλιογραφία, όσο και η αντίστοιχη αρθρογραφία δεν έχει κατορθώσει, έστω μετά θάνατον να αποπληρώσει το ευχαριστήριο χρέος της προς τον άνθρωπο Δημήτρη Τσαφέντα. Στο κείμενο του David Beresford «Long-jailed assassin of South African premier», δημοσιευμένο στην εφημερίδα «The Guardian» στις 11 Οκτωβρίου του 1999 ο αρθρογράφος διστάζει να αποδώσει στον Τσαφέντα τον τίτλο που του αρμόζει. Η διαμόρφωση μιας καταφατικής, κοινής γνώμης ως προς την πράξη του διαφαίνεται μόνο από το γεγονός της κατηγορηματικής καταδίκης του νοτιοαφρικανικού συστήματος απόδοσης δικαιοσύνης, εν λειτουργία τότε από τους φορείς του «απαρτχάιντ», το οποίο όχι μόνο δεν εκτέλεσε την ποινή κράτησης σε ίδρυμα ψυχικών νοσημάτων, αλλά θα μπορούσε κανείς να πει πως συνέβαλε αποφασιστικά στη διατάρραξη του ψυχισμού του Τσαφέντα, μάρτυρα καθημερινών εκτελέσεων και θύμα πρωτοφανών θηριωδιών από τα εκτελεστικά όργανα του συστήματος σωφρονισμού.
Η περίπτωση του Δημήτρη Τσαφέντα σαφώς και δεν έχει διελευκανθεί πλήρως. Υφίσταται η αμφισβήτηση σχετικά με τα ερείσματα εκείνα, τα οποία όπλισαν το χέρι του. Η ψυχική του ανισορροπία συνιστά τη σημαντικότερη αιτιολογία για τη δολοφονική του πράξη. Όμως δεν μπορεί παρά τούτο να αποτελεί μια εικασία. Το ζήτημα εντοπίζεται σε μία διαφορετική αφετηρία και ένα διαφορετικό, ταυτόχρονα αίτημα. Έτσι, εκείνο που κατέχει τη μεγαλύτερη σημασία και προοικονομεί ταυτόχρονα τον εμπλουτισμό της βιβλιοπαραγωγής με νέα στοιχεία αποτελεί το αρχικό εκείνο δεδομένο. Πρόκειται για την αλήθεια εκείνη, η οποία θέλει τους τυράννους να κατακεραυνώνονται από τους ίδιους τους υποτελείς τους. Η φράση άλλωστε του Μπουθ «Sic Semper Tyrannis» καθίσταται διαχρονική. Ο Τσαφέντας συνιστά έναν ήρωα, ο οποίος εξέφρασε με τον πιο καθολικό τρόπο τη στάση ενός λαού απέναντι στην υποβάθμιση και την περιφρόνησή του από μια αυτόκλητη, ξένη εξουσία.Το κίνητρο κρίνεται επαρκές. Εκείνο που γοητεύει είναι το θάρρος και η αυτοθυσία, κάποιου που μπορούσε με βεβαιότητα να υποθέσει τα επιβεβαιωμένα μαρτύρια του εκγλεισμού του. Και όμως τόλμησε εξ ονόματος της ίδιας της σκέψης του. Τούτο τον καθιστά έναν ελεύθερο άνθρωπο και έτσι ίσως θα πρέπει να τον μνηνονεύουμε.