H ιστορία της γελοιογραφίας

24grammata.com/ ιστορία/ ζωγραφική

caricatura.gr
καρικατούρα
Ο όρος καρικατούρα [Kar-i-Kuh-Cher ή-choor], προέρχεται από την ιταλική λέξη caricare, ‘φορτώνω’ και σημαίνει υπερβολή με γελοία διαστρέβλωση των μερών ή των χαρακτηριστικών. Με άλλα λόγια, το ‘φορτίο’ στο σχέδιο εκτός της υπερβολής προσδίδει και περισσότερο νόημα μέσω ενός αναπάντεχου μετασχηματισμού.
Οι καλλιτέχνες επιλέγουν είτε να νοθεύσουν τα χαρακτηριστικά ενός προσώπου είτε τη σιλουέτα δίνοντας περισσότερη έμφαση στο δρώμενο με σκοπό να δημιουργήσουν ένα θέαμα τραγελαφικό. Κάποιοι καρικατουρίστες θα διαστρεβλώσουν την αλήθεια στα άκρα, κάποιοι θα δημιουργήσουν ήπια πορτρέτα, μερικοί θα διαμορφώσουν τον τρόπο που οι σημερινοί καρικατουρίστες σχεδιάζουν ενώ άλλοι πίσω από το ‘πρόσχημα’ της τέχνης θα διαμαρτυρηθούν για τα συστήματα κοινωνικών και τυπικών κανόνων και θα αποτελέσουν το enfant terrible της ιστορίας της τέχνης.
Από τον Leonardo Da Vinci μέχρι την ευρύτερη διάδοση της καρικατούρας στην Ευρώπη συνέβαλαν καλλιτέχνες όπως: Durer, Bruegel, Arcimboldo, Callot, Agostino και Annibale Carracci, Bernini, Hogarth, Tiepolo, Goya, Gericault, Dore, Monet, Daumier, Toulouse Lautrec, Cocteau, Klee, Grosz, Steinberg, ο Picasso κ.α. Για να κατανοήσουμε την ουσία της γελοιογραφίας, είναι απαραίτητο να συγκρίνουμε την ανθρώπινη και αισθητική αντίληψη της αρχαιότητας μέχρι και σήμερα.

Ελληνική – Ρωμαϊκή γελοιογραφία
Η γελοιογραφία πηγαίνει πίσω στην αρχαιότητα, ή τουλάχιστον όταν η τέχνη του σχεδιασμού είχε σημειώσει κάποια πρόοδο. Η κλασική –προτεινόμενη για τα δεδομένα τότε ομορφιά θα μπει στο στόχαστρο των καλλιτεχνών και η ελληνική και ρωμαϊκή κοινωνία θα αποτελέσει πρόσφορο έδαφος δράσης τους. Σχέδια βρίσκουμε σε ελληνικά αγγεία, στους τοίχους της Πομπηίας αλλά και του Herculaneum. Δείγμα ρωμαϊκής καρικατούρας περιλαμβάνει ακόμα και τον ίδιο τον Ιησού ενώ στους τοίχους του παλατιού του Καίσαρα υπάρχει μία σάτιρα για την Palatine που ανακαλύφθηκε το 1856 και διατήρησε το Kircher Museum.

Μεσαίωνας
Το Μεσαίωνα η γελοιογραφία θα ασκηθεί ακόμα και σε γλυπτά μέσα και έξω από την εκκλησία, διακοσμητικά σε πόρτες και πάγκους θα γίνουν οι βάσεις για να υπογραμμιστεί το τραγελαφικό μέσα από σύμβολα και αλληγορίες.
Στην τέχνη του Μεσαίωνα, η ανθρώπινη μορφή συνδέεται με μια παγκόσμια τάξη.
Η ομορφιά και η ασχήμια εκπροσωπούν ιεραρχικά αρετές και ελαττώματα, η κλίμακα των αξιών. Στο μεσαίωνα η θέση του ανθρώπου, των ζώων και των φυτών δεν έχουν εξασφαλισμένη ύπαρξη και η έκθεση τους είναι σε θέση μεταμόρφωσης κάθε στιγμή. Τέλος, η παρωδία θα είναι πάντα ένας συνωμοτικός ελιγμός για να αποτραπεί η ‘πτώση’ του δυνατού (Ο Βασιλιάς και ο Γελωτοποιός).

Αναγέννηση
Κατά την Αναγέννηση ο άνθρωπος γίνεται “το μέτρο όλων των πραγμάτων.” Η καλλιτεχνική δραστηριότητα διαχωρίζεται σε σαφώς καθορισμένες κατηγορίες (ιερό και βέβηλο, πορτραίτο, τοπίο, νεκρή φύση) μειώνοντας το πεδίο εφαρμογής της σε εφαρμογή εκπροσώπησης. Έτσι για να σπάσει το θεμέλιο του αρχιτεκτονικού έργου τέχνης, η μορφή, ο διαρκής προβληματισμός της αποτύπωσής της και οι εξαιρέσεις που θα προκύψουν θα κλονίσουν την πίστη στην θέασή του μοντέλου. Είναι σημαντικό γεγονός ότι τα πρώτα σκίτσα πραγματοποιηθήκαν από τους ίδιους καλλιτέχνες που συνέβαλαν περισσότερο για την εξιδανίκευση της εικόνας. Ο Leonardo da Vinci καθώς και οι αδερφοί Carracci δημιούργησαν τη μέγιστη διαφορά μεταξύ της υπέρτατης ομορφιάς και της ανείπωτης ασχήμιας – Η Λυδία λίθος. Έτσι η γελοιογραφία έχει διπλό ρόλο, σχετίζεται με την παράσταση και τις συμβάσεις του πορτρέτου αλλά ταυτόχρονα και με την τροποποίηση, συστατικό στοιχείο του ανθρώπινου πνεύματος – τη σάτιρα. Η γελοιογραφία έχει κατ’εξοχήν στον τομέα της διπλή ανάγνωση, πορτρέτα βασισμένα τόσο στην γραπτή όσο και στην προφορική μαρτυρία. Κατά την περίοδο της Μεταρρύθμισης και τα θεολογικά επιχειρήματα του Luther και Calvin, η γελοιογραφία δεν παρέλειψε να αντιμετωπίσει και αυτή την πρόκληση. Στον δέκατο έκτο αιώνα γίνεται κριτική σχετική με όλες τις ‘ματαιοδοξίες’ με γελοιογραφίες σχετικά με την μοναρχία, τον κλήρο, την αρχοντιά και όλα τα γελοία με εκπρόσωπο τον Francois Rabelais.

Δέκατος Ένατος Αιώνας
Η πολιτική αναταραχή που επικρατούσε στον δέκατο ένατο αιώνα δίνει άφθονη αλλά και παράδοξη τροφή. Σίγουρα το πολιτικό κλίμα δίνει περιεχόμενο στην τέχνη, αλλά ήταν επικίνδυνο, δεδομένου ότι οι δυνάμεις που προσπάθησαν να ενσαρκώσουν έβλεπαν με δυσαρέσκεια κάθε είδους προσπάθειας γελοιοποίησής τους. Η πολιτική αστάθεια σαν αποτέλεσμα μίας εγγενούς αντίφασης στην τάξη που κατήργησε την απόλυτη μοναρχία και την έννοια του ‘ελέω Θεού’ για να έχει το δικαίωμα να προασπίσει τα προνόμια της. Στοιχεία που ενσαρκώνονται και διακωμωδούνται πάνω στο θέμα αυτό βλέπουμε στις γελοιογραφίες των: Louis Philippe, Napoleon III, Charles X και πολλών άλλων. Η γελοιογραφία κατόρθωσε με επιτυχία να αποτυπώσει την όσο το δυνατόν ακριβέστερη εικόνα των αντιθέσεων της αστικής τάξης και θα μπορούσε να αποτελέσει την αντιφατική πλευρά του ίδιου νομίσματος. Όταν η Δημοκρατία θριάμβευσε σήμανε την αρχή του εικοστού αιώνα. Ο Thiers, ο οποίος δεν είχε φύγει από την πολιτική σκηνή από το 1832, ήταν ένας από τους αγαπημένους στόχους για τους γελοιογράφους και περίμεναν για την κατάργηση των νόμων περί τύπου, έως το 1881 για να ασκήσουν ελεύθερα την κριτική τους.

Εικοστός Αιώνας
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος επανεξοπλίζει τους γελοιογράφους. Από το 1919 έως το 1934 οι πολιτικές κρίσεις, το σκάνδαλο Stavisky, το Λαϊκό Μέτωπο, ο Σταυρός του πυρός επιτρέπουν στους γελοιογράφους να δώσουν τις τελευταίες μάχες τους. Με τον Gassier HP αριστερά και τον Jehan Sennep έρχεται το τέλος της στενής έννοιας της γελοιογραφίας συνοδευόμενο με την τελευταία μεγάλη ομάδα των: Alain Saint-Ogan (δημιουργός του Zig και Puce), Guerin και Bib. Ο Maurice Henry, προήλθε από το μεγάλο παιχνίδι και την υπερρεαλιστική ομάδα, εισήγαγε στο σχεδιασμό το ονειρικό στοιχείο και βοήθησε στην εξάπλωση ενός νέου πνεύματος που άνοιξε το δρόμο για το σχεδιασμό του χιούμορ, όπως το γνωρίζουμε σήμερα.

Γερμανία
Τον δέκατο όγδοο αιώνα με το έργο του Franz Xaver Messerschmidt (1736-1784) εμφανίζεται η μεταφορά της γελοιογραφίας σε γλυπτό – μια υπερχείλιση της παραδοσιακής γλυπτικής. Ο καλλιτέχνης δημιουργεί μέσα από μια σειρά με προτομές έντονης συναισθηματικής κατάστασης που οδηγεί σε γελοίες παραμορφώσεις. Η γελοιογραφία στην Γερμανία επηρεάστηκε από τα ρεύματα των σκανδιναβικών και σλάβικων πολιτισμών. Το δέκατο όγδοο αιώνα σημαντικό όνομα στην γερμανική γελοιογραφία είναι ο Chodowiecki ενώ το 1844 με την δημοσίευση του Fliegende Blatter στο Μόναχο θα γνωρίσουμε και τα ονόματα των : Moritz von Schwind, Carl Spitzweg, Wilhelm Adolf Oberlander και Busch

Εξπρεσσιονισμός
Το 1897 το εξπρεσιονιστικό κίνημα – Simplicissimus θα επηρεαστεί από τη νορβηγική απαισιοδοξία και το έργο του Edvard Munch. Το γόητρο καλλιτεχνών όπως : Karl Arnold, Eduard Thony, Paul Bruno, Alfred Kubin, Kathe Kollwitz, Rudolf Wilke θα επεκταθεί πέρα από τα όρια της Γερμανίας αλλά το Simplicissimus θα εξαφανιστεί το 1945 με το ναζιστικό καθεστώς. Ο Georg Grosz, επηρεασμένος από Φουτουρισμό και Ντανταϊσμό, θα αναστατώσει την παραδοσιακή σύνθεση για να μας δείξει μία άκαμπτη αστική, σχεδόν στρατιωτική όψη, άξια υπεράσπισης της παραγγελίας. Μακριά από την πολιτική σάτιρα συναντάμε τον Gerard Hoffnung (Γερμανία), με στυλ που θυμίζει τον Oberlander, έχει σχεδιάσει πολλές παραλλαγές σχετικά με το θέμα του μουσικού και την ορχήστρα. Πιο πρόσφατους σχεδιαστές έχουμε τον Loriot (Γερμανία), Eric Sokol (Αυστρία) και Hans Georg Rauch (Γερμανία), που αναπτύσσουν μία πιο εκλεπτυσμένη γραμμή στα σχέδιά τους.

Αγγλία
Η Γαλλική Επανάσταση επιτρέπει στον James Gillray (1757-1815) να ασκήσει το πνεύμα του ελεύθερος, θα ακολουθήσει μία σειρά με σχέδια για τη δόξα του John Bull. Μόνο όταν το πνεύμα της σάτιρας συμπίπτει με την ασχήμια που υφίσταται η σύνθεση ονομάζεται γελοιογραφία. Αυτό ήταν το έργο των Άγγλων σκιτσογράφων τον δέκατο όγδοο αιώνα. Η φυσιογνωμία του Lavater (1741-1801), Ελβετός ποιητής-φυσιογνωμιστής-θεολογος ο οποίος ήταν γνωστός στη Γαλλία στις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα, είχε μεγάλη επίδραση στην τέχνη της γελοιογραφίας. Οι θεωρίες του μπορεί να μοιάζουν ξεπερασμένες, οι γελοιογράφοι όμως βοήθησαν να παρουσιαστούν στο σύνολό τους μέσα από τα σκίτσα τους. Σε ένα μικρό βιβλίο, εμπνευσμένο από τις θεωρίες του Lavater που δημοσιεύτηκε στο Παρίσι το 1813, περιγράφεται η σχέση μορφολογίας-χαρακτήρα. Το ποσοστό του σώματος και η σχέση μεταξύ των μερών καθορίζει το ηθικό και πνευματικό χαρακτήρα του κάθε ατόμου. Υπάρχει απόλυτη αρμονία μεταξύ του αναστήματος του ανθρώπου και της φύσης… Με την εμφάνιση του Hogarth (1697-1764) η σύνθεση της σάτιρας και της γελοιογραφίας γίνεται μόνιμη. Είχε επιτεθεί έντονα μέσα από τα έργα του για τις καταχρήσεις της εποχής του, μετά ακολούθησε ο Thomas Rowlandson (1756-1827) σημαντικός σκιτσογράφος αλλά το έργο του ήταν λιγότερο δυνατό από του Hogarth. Ο Cruikshank (1792-1878) απομακρύνθηκε από την πολιτική σάτιρα, εγκατέλειψε τη νύξη για τα γεγονότα της εποχής του για την ανάπτυξη της χωρικής πτυχής της γελοιογραφίας. Στα σχέδια του έχουμε εξερευνήσεις νέων διαστάσεων και παραμορφώσεων ενώ στα σώματα υπερισχύει το κεφάλι. Με το περιοδικό Punch το 1841 εξασφαλίζεται η συνέχεια του αγγλικού σχεδίου με τους John Leech, John Tenniel, Du Maurier και τέλος υπήρξε μια αναγέννηση της αγγλικής γελοιογραφίας με Ronald Searle, Gerald Scarfe και Ralph Steadman.
caricatura.gr

Comments are closed.